Οι πόλεμοι δεν διεξάγονται μόνο στα πεδία των μαχών. Πολύτιμα όπλα των στρατών δεν είναι μόνο η σπάθη, το τουφέκι, η λόγχη και η οβίδα, αλλά και οι κατάσκοποι, οι «άνθρωποι–σκιές» που δρουν στο παρασκήνιο συλλέγοντας πολύτιμες πληροφορίες ή προκαλώντας δολιοφθορές και αναστάτωση στα μετόπισθεν. Στο αφιέρωμα αυτό παρουσιάζονται μερικοί από τους πιο γνωστούς κατασκοπούς του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Άραγε πόσοι να είναι αυτοί που ήταν εξίσου σημαντικοί αλλά δεν αποκαλύφθηκε ποτέ η ταυτότητά τους μέχρι σήμερα;
Sidney Reilly (1873-1925): Ρωσοεβραίος κατάσκοπος, γνωστός υπό την επωνυμία Άσος των Κατασκόπων. Έδρασε για λογαριασμό της Scotland Yard και της SIS, (μετέπειτα ΜΙ6). Οι γνώσεις μας γι' αυτόν είναι ένα συναρπαστικό μίγμα θρύλου και πραγματικότητας. Ο Reilly φρόντιζε να σβήνει τα ίχνη του, να δίνει διαφορετικές εκδοχές ή να δημιουργεί ένα πέπλο μυστηρίου γύρω από τον εαυτό του. Για παράδειγμα, άλλοτε είχε ισχυριστεί ότι ήταν γιος Ιρλανδού ναυτικού ή κληρικού και άλλοτε αριστοκράτη γαιοκτήμονα και αυλικού του Τσάρου Αλεξάνδρου Β΄. Σύμφωνα με τον ίδιο, είχε συμμετάσχει σε απίστευτες περιπέτειες και κατασκοπικές αποστολές, είχε δημιουργήσει και χάσει μεγάλες περιουσίες και ήταν πετυχημένος εραστής. Με άλλα λόγια, ένας Καζανόβα της Belle Epoque.
Μάλλον το πραγματικό όνομα του Reilly ήταν Georgi ή Salomon Rosenblum, νόθος γιος κάποιας Πωλίνας και του δρ. Mikhail Abramovich Rosenblum και γεννήθηκε είτε στην Οδησσό είτε στην Χερσώνα της Κριμαίας.
Συνελήφθη από την Οχράνα, τη ρωσική μυστική υπηρεσία, για αντικαθεστωτική δράση και συμμετοχή στην οργάνωση «Φίλοι του Διαφωτισμού». Μετά την απελευθέρωσή του, χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο Sigmund Rosenblum και πλαστό διαβατήριο και διέφυγε για την Βραζιλία. Αντικρουόμενες πληροφορίες υπάρχουν σχετικά με τη δράση του εκεί. Πιθανότατα εργάσθηκε σε ποικίλες θέσεις με το όνομα Πέντρο. Ο ίδιος ανέφερε ότι ήταν μάγειρας σε μια βρετανική εξερευνητική αποστολή, την οποία υπερασπίστηκε από επίθεση ιθαγενών. Έλαβε 1.500 λίρες και το πολύτιμο βρετανικό διαβατήριο ως ανταμοιβή από τον αρχηγό της αποστολής και διέφυγε στο Λονδίνο το 1895 υπό το ψευδώνυμο Sidney Rosenblum. Ωστόσο, μελετητές αμφισβητούν τη γνησιότητα αυτής της ιστορίας. Υπάρχει η εκδοχή ότι ο Rosenblum και κάποιος Ρώσος Yan Voitek λήστεψαν και σκότωσαν δύο Ιταλούς αναρχικούς στο Παρίσι και κατόπιν ο Rosenblum διέφυγε στο Λονδίνο.
Εκεί, ίδρυσε την εταιρία Ozone Preparations Company, που υποτίθεται ότι ειδικευόταν σε θαυματουργές θεραπείες. Λόγω της πολυγλωσσίας του, έλκυσε την προσοχή του William Melville, υπεύθυνου του τμήματος Ειδικών Υποθέσεων της Scotland Yard.
Ξεκίνησε to 1897 ερωτική σχέση με τη Margaret Thomas, τη νεαρή σύζυγο του ασθενή του Αιδεσιμότατου Hugh Thomas. Τον επόμενο χρόνο, στις 4 Μαρτίου 1898, ο Thomas διόρισε τη σύζυγό του μοναδική κληρονόμο. Μία βδομάδα αργότερα πέθανε υπό μυστηριώδεις συνθήκες, στις οποίες εμπλεκόταν κάποιος γιατρός T. W. Andrew, το όνομα του οποίου δεν περιλαμβανόταν στους καταλόγους των γιατρών του Λονδίνου εκείνης της εποχής και μία νοσοκόμα που παλιότερα είχε κατηγορηθεί για δηλητηριασμό ασθενούς της. Οι περιγραφές για την εξωτερική εμφάνιση του T. W. Andrew ταίριαζαν σχεδόν απόλυτα με τον Sigmund Rosenblum.
Η νεαρή χήρα κληρονόμησε μια τεράστια περιουσία τον Απρίλιο του 1898, περίπου 800.000 λίρες και παντρεύτηκε τον Rosenblum τέσσερις μήνες αργότερα. Στον γάμο μάρτυρες ήταν δύο Βρετανοί κυβερνητικοί υπάλληλοι με διασυνδέσεις στις μυστικές υπηρεσίες. Ο Rosenblum ήταν πλέον πάμπλουτος και με τη βοήθεια της SIS κατασκεύασε μια νέα ταυτότητα, με την οποία έμεινε γνωστός: Sidney George Reilly.
Με αυτό το όνομα επέστρεψε μαζί με τη νέα σύζυγό του στη Ρωσία το 1899. Ενώ η νεαρή σύζυγός του παρέμεινε στην Αγ. Πετρούπολη, ο Reilly πήγε στον Καύκασο για να συγκεντρώσει πληροφορίες για τους Βρετανούς σχετικά με τα κοιτάσματα πετρελαίου.
Το 1904, βρισκόταν στο Πορτ Άρθουρ της Μαντζουρίας. Η ένταση ανάμεσα στην Ιαπωνία και τη Ρωσία είχαν κλιμακωθεί επικίνδυνα και δεν άργησε να ξεσπάσει ο πόλεμος μεταξύ τους. Ο Reilly και ο συνέταιρός του Moisei (Moses) Akimovich Ginsburg συγκέντρωσαν μεγάλες ποσότητες εφοδίων και τροφίμων που πούλησαν αργότερα στη μαύρη αγορά κερδίζοντας μεγάλα ποσά. Ο Reilly επίσης έδρασε ταυτόχρονα ως πράκτορας της Βρετανίας και της Ιαπωνίας. Μάλιστα, μαζί με τον Κινέζο μηχανικό Ho-Liang Shung, έκλεψαν τα αμυντικά σχέδια του Πορτ Άρθουρ και τα διοχέτευσαν στους Ιάπωνες.
Το τι συνέβη μετά τη λήξη του ρώσο-ιαπωνικού πολέμου παραμένει άγνωστο. Πιθανολογείται ότι ο Reilly ταξίδεψε με μία ερωμένη στην Ιαπωνία και στη συνέχεια, στο Παρίσι τον Ιούνιο του 1904, όπου είχε επαφές με τον William Melville, τότε διευθυντή της SIS. Ο Melville τον έστειλε στην Κυανή Ακτή της νότιας Γαλλίας για να έλθει σε επαφή με τον William Knox D'Arcy, Βρετανό επιχειρηματία που είχε αγοράσει τα δικαιώματα εξόρυξης πετρελαίου από την κυβέρνηση του Ιράν και διαπραγματευόταν με τους Βρετανούς και την οικογένεια των Γάλλων τραπεζιτών de Rothschilds. Ο Reilly, μεταμφιεσμένος σε Καθολικό ιερέα, έπεισε τον D'Arcy να προτιμήσει τους Βρετανούς.
Η ανησυχία των Βρετανών για τη στρατιωτική ισχυροποίηση των Γερμανών αποτέλεσε την αφορμή για μία ακόμη τολμηρή αποστολή. Ο Reilly, μεταμφιεσμένος σε εργάτη ναυπηγείων από τη Βαλτική με το ψευδώνυμο Karl Hahn πήγε στην Έσση, όπου λειτουργούσε ένα πολεμικά εργοστάσια. Έπιασε δουλειά στην πυρασφάλεια και εντόπισε τα φυλαγμένα σχέδια πολεμικών μηχανών. Διέρρηξε το γραφείο του επιστάτη και τα υπέκλεψε, αφού πρώτα τον στραγγάλισε. Στη συνέχεια, πήγε με το τραίνο στο Ντόρτμουντ. Έσκισε τα σχέδια σε τέσσερα μέρη με τέτοιο τρόπο ώστε αν χανόταν ένα από αυτά, τα υπόλοιπα τρία να εξακολουθούσαν να είναι αποκαλυπτικά των σχεδίων και τα ταχυδρόμησε στη Βρετανία.
Σύμφωνα με έγγραφα του σταθμού της ΜΙ5 στη Νέα Υόρκη, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Reilly πουλούσε πυρομαχικά τόσο στους Ρώσους όσο και στους Γερμανούς. Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι είχε δράσει και στα μετόπισθεν των Γερμανών, μεταμφιεσμένος ως Γερμανός αξιωματικός και είχε παρακολουθήσει τα συμβούλια του Γερμανικού Επιτελείου. Το 1917, με την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο, απαγορεύτηκε η πώληση πυρομαχικών σε εμπόλεμους από ιδιώτες. Μετά από εισήγηση του Norman Thwaites, επικεφαλή της SIS (ΜΙ5) στη Νέα Υόρκη, ο Reilly έγινε δεκτός στη Royal Canadian Flying Corps. Το 1918, επέστρεψε στο Λονδίνο, στα κεντρικά γραφεία της SIS. Στόχος πλέον δεν ήταν οι Γερμανοί αλλά οι Μπολσεβίκοι.
Ανάμεσα στις αποστολές του ξεχωρίζουν αυτή της απελευθέρωσης και διαφυγής στη Βρετανία της τσαρικής οικογένειας των Ρομανώφ και η απόπειρα δολοφονίας του Λένιν. Το τοπίο είναι θολό ακόμη και σήμερα σχετικά με εκείνα τα γεγονότα και κάποιοι ισχυρίζονται ότι ο Reilly είχε προσχωρήσει στους Μπολσεβίκους.
Πιθανολογείται ότι τον Μάιο του 19918, ο Robert Bruce Lockhart, πράκτορας της SIS και ο Reilly – προσποιούμενος ότι ήταν έμπορος από την Κωνσταντινούπολη με το ψευδώνυμο Κωνσταντίνου, συναντήθηκαν με τον Μπόρις Σάβινκωφ, ηγέτη αντεπαναστατικών κύκλων και δυσαρεστημένων Λετονών στρατιωτών στην Πετρούπολη. Ο Reilly σχεδίαζε πραξικόπημα εναντίον των Μπολσεβίκων χρησιμοποιώντας αυτές τις μονάδες αλλά η βρετανική στρατιωτική επέμβαση στον Αρχάγγελο της Ρωσίας για την προστασία των συμμαχικών αποθηκών εξαγρίωσε τους Μπολσεβίκους που εισέβαλλαν στη βρετανική πρεσβεία και διέκοψαν τις διεργασίες προσωρινά.
Η πρώτη βδομάδα του Σεπτεμβρίου είχε τεθεί ως το διάστημα στο οποίο θα συνέβαινε το πραξικόπημα. Αλλά, στις 30 Αυγούστου η δολοφονία του Μοισέι Ουρίτσκυ, αρχηγού της Τσέκα (της σοβιετικής μυστικής υπηρεσίας) στην Πετρούπολη από κάποιον σπουδαστή στρατιωτικής σχολής και η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Λένιν από τον Φάνυα Καπλάν, μέλους του Σοσιαλιστικού Κόμματος προκάλεσε την εξαπόλυση ενός ανθρωποκυνηγητού σε όλη τη Ρωσία. Πλήθος αντιφρονούντων εκτελέστηκαν και για μια ακόμη φορά η Τσέκα εισέβαλε στη βρετανική πρεσβεία συλλαμβάνοντας τους συνωμότες ενώ εκτέλεσε τον Cromie, Βρετανό μυστικό πράκτορα. Ο Lockhart συνελήφθη αλλά τον αντάλλαξαν με Ρώσο πράκτορα, κρατούμενο από τους Βρετανούς. Όλο το δίκτυο που είχε στήσει ο Reilly εξαρθρώθηκε, συμπεριλαμβανομένων της Elizaveta Otten και της Maria Fride, αγγελιοφόρων του και της ερωμένης του Όλγας Σταρζέσκαγια. Ο Reilly μόλις κατάφερε να διαφύγει με πλαστό διαβατήριο στη Φινλανδία τον Οκτώβριο του 1918 και από κει, έφτασε στο Λονδίνο στις 8 Νοεμβρίου. Εκκρεμούσε πλέον εις βάρος του η ερήμην θανατική καταδίκη από το Επαναστατικό Δικαστήριο. Ωστόσο, η SIS έστειλε τον Reilly πίσω στη Ρωσία για να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με τη δύναμη των επαναστατών στη Μαύρη Θάλασσα.
Τελικά, η τύχη εγκατέλειψε τον Reilly τον Σεπτέμβριο του 1925, όταν πράκτορες της OGPU (μετέπειτα KGB) τον παγίδευσαν και τον συνέλαβαν. Ανακρίθηκε για αρκετές μέρες και τελικά εκτελέστηκε σε ένα δάσος έξω από τη Μόσχα στις 5 Νοεμβρίου 1925, κατόπιν εντολής του Στάλιν.
Ο Reilly αποτέλεσε αντικείμενο ενδιαφέροντος πολλών ιστορικών και ενέπνευσε τη δημιουργία τηλεοπτικών σειρών (Reilly, Ace of Spies, 1983) και ο Ian Fleming τον χρησιμοποίησε ως αρχέτυπο για τον James Bond. Χωρίς αμφιβολία, ο Reilly υπήρξε ο πιο ολοκληρωμένος και πολυδιάστατος κατάσκοπος του 20ου αιώνα.