Σύνδεση

Σύνδεση

Ο Βονιφάτιος του Μονφερά εκλέγεται ηγέτης της Δ' Σταυροφορίας στο Soissons, 1201: πίνακας του Henri Decaisne, γύρω στο 1840, Salles des Croisades, Βερσαλλίες

Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΛΑΤΙΝΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ

Όταν η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης τελείωσε, οι ηγέτες της Σταυροφορίας έστρεψαν την προσοχή τους σε πιο επείγοντα θέματα: την εκλογή του πρώτου Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης. Δύο διεκδικητές του θρόνου προέκυψαν: ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας και ο Βονιφάτιος του Μονφερά. Ο Δάνδολος, ο έμπειρος και σοφός Δόγης της Βενετίας, πρότεινε ο ηττημένος της εκλογής να ανταμειφθεί με εκτάσεις γης, τέτοιου μεγέθους και αξίας, ώστε να εξασφαλιστεί κάποια ισορροπία μετά την αποτυχία του στη διεκδίκηση του θρόνου αλλά και η θέλησή του να παραμείνει στην περιοχή και να προστατεύσει τη νεοδημιουργηθείσα Λατινική Αυτοκρατορία της Ανατολής. Σε κάθε περίπτωση, ο Δάνδολος και άλλοι Λατίνοι ευγενείς ήθελαν να αποφευχθεί το προηγούμενο της Α' Σταυροφορίας. Τότε, μετά την εκλογή του Γοδεφρείδου του Μπουιγιόν στο αξίωμα του βασιλιά της Ιερουσαλήμ, ο αντίπαλος του, Ρεϋμόνδος του Σαιντ Γκιλ, φθόνησε τόσο την επιτυχία του Γοδεφρείδου ώστε παρακίνησε πολλούς ιππότες να εγκαταλείψουν τους Άγιους Τόπους με αποτέλεσμα να απογυμνώσει την άμυνα του νεότευκτου βασιλείου. Η πρόταση του Δόγη έγινε δεκτή απ' όλους. Μετά από αντεγκλήσεις και παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, οι Φράγκοι ανέδειξαν έξι επίσκοπους, ελπίζοντας ότι θα έμεναν ανεπηρέαστοι από πολιτικούς υπολογισμούς. Μια επιπρόσθετη δυσκολία στην ανάδειξη εκλεκτόρων από την πλευρά των Φράγκων ήταν ότι αποτελούσαν μία ανομοιογενή εθνική και πολιτική δύναμη. Η καταγωγή τους ήταν από διάφορα μέρη της Δυτικής Ευρώπης, κυρίως από τη Φλάνδρα, τη Βόρεια Ιταλία, τη Γερμανία και τη Βόρεια Γαλλία. Αντίθετα, οι Ενετοί, έχοντας το πλεονέκτημα αυτό και μεγαλύτερη εμπειρία σε επιτροπές και συμβούλια, ακολούθησαν μία ευκρινέστερη πολιτική διαδικασία. Ο Δάνδολος διάλεξε τέσσερις έμπιστους άνδρες και, αφού τους όρκισε σε ιερά κειμήλια, τους επιφόρτισε με το καθήκον της επιλογής των έξι εκλεκτόρων. Το σώμα εκλεκτόρων συγκλήθηκε σε ένα παρεκκλήσι, δίπλα στο παλάτι που είχε καταληφθεί από τον Δόγη, τη νύχτα της 9ης Μαΐου. Λίγο πριν την αυγή, ο επίσκοπος Νίβελο της Σουασόν βγήκε έξω από την εκκλησία και ανακοίνωσε το όνομα του πρώτου Λατίνου αυτοκράτορα στο συγκεντρωμένο πλήθος: ''Βαλδουίνος της Φλάνδρας!'', το οποίο υποδέχτηκε την είδηση με ζητωκραυγές. Η απόφαση ήταν ομόφωνη.

Ο Νικήτας Χωνιάτης εξηγεί πειστικά γιατί οι εκλέκτορες προτίμησαν τον Βαλδουίνο. Ο Δάνδολος δεν θα ήθελε έναν φιλόδοξο άνδρα, όπως ο Βονιφάτιος, στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης, του οποίου οι ευρωπαϊκές κτήσεις ήταν πολύ κοντά στην Βενετία. Εάν οι σχέσεις μεταξύ της Βενετίας και του Βονιφάτιου επιδεινώνονταν στο μέλλον, τότε η ασφάλεια της Βενετίας θα ήταν σε άμεσο κίνδυνο. Επιπρόσθετα, ο Βονιφάτιος είχε άριστες σχέσεις με τη Γένοβα, τον κύριο αντίζηλο της Βενετίας. Η πιθανότητα εκλογής ενός Λατίνου αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη, φιλικά διακείμενου στους Γενουάτες, ήταν ένα εφιαλτικό σενάριο για τα ενετικά συμφέροντα. Συνεπώς, οι έξι Ενετοί εκλέκτορες πρέπει να διάλεξαν τον Βαλδουίνο. Φυσικά, οι τρεις εκλέκτορες από τη Φλάνδρα και τη Γαλλία ψήφισαν τον Φλαμανδό υποψήφιο, λόγω καταγωγής και εγγύτητας συμφερόντων, δίνοντας του την πλειοψηφία. Οι εναπομείναντες τρεις εκλέκτορες από τη Βόρεια Ιταλία, είτε γιατί επιθυμούσαν μια ομόφωνη απόφαση για να εξαλείψουν διχαστικές παρενέργειες, είτε γιατί θεωρούσαν τον Βαλδουίνο ως την καλύτερη λύση για τα εθνικά και προσωπικά τους συμφέροντα, πήγαν με το μέρος της ήδη διαμορφωμένης πλειοψηφίας.

Ο Βονιφάτιος δεν το πήρε κατάκαρδα. Έξι μέρες αργότερα, παντρεύτηκε την αυτοκράτειρα Μαργαρίτα, χήρα του Ισαάκ Άγγελου και αδελφή του βασιλιά της Ουγγαρίας, μια γυναίκα εντυπωσιακής ομορφιάς όπως μας διαβεβαιώνει με θαυμασμό ο Βιλλεαρδουίνος. Για αυτό τον λόγο, του δόθηκε το βασίλειο της Θεσσαλονίκης, ώστε να είναι εγγύτερα στην Ουγγαρία, ένα συμμαχικό βασίλειο πλέον. Οι Ενετοί έλαβαν την Κέρκυρα, την Κεφαλονιά, την Κρήτη, τη Ρόδο και την Εύβοια, θέσεις – κλειδιά για το εμπόριο στην ανατολική Μεσόγειο. Οι Ενετικές κτήσεις έμελλε να διαρκέσουν πιο πολύ από τις υπόλοιπες λατινικές στη βυζαντινή επικράτεια.

Αρχικά, ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ' θύμωσε στο άκουσμα των νέων της πτώσης της Κωνσταντινούπολης. Όχι μόνο παράκουσαν στις εντολές του να μην επιτεθούν εναντίον της Κωνσταντινούπολης αλλά επίσης λεηλάτησαν την μεγαλύτερη χριστιανική μητρόπολη. Οι απόψεις του Ιννοκέντιου για το ζήτημα σώζονται σε επιστολές που έστειλε σε αξιωματούχους της Καθολικής Εκκλησίας και πρωταγωνιστές της Δ' Σταυροφορίας. Σε επιστολή του προς τον Καρδινάλιο Πέτρο του Αγίου Μαρκέλλου, ο Ιννοκέντιος απαριθμεί τα εγκλήματα που διέπραξαν οι σταυροφόροι κατά τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης. Κατά αυτόν, οι πράξεις αυτές θα προκαλούσαν στους Βυζαντινούς συναισθήματα αποστροφής και περιφρόνησης για τους Δυτικούς. Ο Βονιφάτιος έστειλε μία επιστολή για να δικαιολογηθεί στον Πάπα για την εκτροπή της Δ' Σταυροφορίας από τον αρχικό της στόχο, την Ιερουσαλήμ, και τις πράξεις των σταυροφόρων αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Για τον Ιννοκέντιο, οι σταυροφόροι ήταν τουλάχιστον υποκριτές όταν ισχυρίζονταν ότι είχαν αγνά και ανιδιοτελή κίνητρα πίσω από την απόφαση τους να επιτεθούν εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο αναγνώριζε ότι οι Βυζαντινοί ηττήθηκαν επειδή είχαν πέσει σε αμαρτίες, προφανώς σοβαρότερες από εκείνες των Λατίνων. ''Η απώλεια της αυτοκρατορίας τους ήταν αποτέλεσμα της Θείας Κρίσης''. Σταδιακά, η άποψη του Ιννοκέντιου έγινε λιγότερο απόλυτη. Ο Πάπας δεν μπορούσε να αρνηθεί το αναπάντεχο δώρο της υποταγής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ρώμη. Επιπλέον, η ύπαρξη μιας Λατινικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο άνοιγε δελεαστικές προοπτικές. Τα νέα λατινικά βασίλεια βρίσκονταν κοντά στην Ιερουσαλήμ και θα μπορούσαν να υποστηρίξουν στρατιωτικά και να προσφέρουν λύσεις σε θέματα επιμελητείας σε μια νέα Σταυροφορία και ένα δεύτερο λατινικό βασίλειο της Ιερουσαλήμ. Όμως, όταν απέκτησε πλήρη εικόνα των λεηλασιών και των άνομων πράξεων που διέπραξαν οι σταυροφόροι στην Κωνσταντινούπολη, αντιλήφθηκε ότι οι σταυροφόροι κατέστρεψαν κάθε ελπίδα για επανάκτηση της ενότητας της Χριστιανοσύνης και ότι κατακερμάτισαν τις χριστιανικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Χάρτης των κρατών που προέκυψαν μετά τη Δ' Σταυροφορία

Η ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ Δ' ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑΣ

Σύντομα οι Δυτικές ελπίδες διαψεύσθηκαν. Σχεδόν αμέσως μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης άρχισε η ελληνική αντίσταση. Οι δύο αδελφοί, ο Θεόδωρος και ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης ίδρυσαν την αυτοκρατορία της Νίκαιας στη Μικρά Ασία ενώ ο ξάδερφος του Ισαάκ Άγγελου και του Αλέξιου Γ' Άγγελου, Μιχαήλ Κομνηνός Δούκας ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου στη Δυτική Ελλάδα. Μία αμήχανη συμμαχία ανάμεσα στον Αλέξιο Γ' Άγγελο και τον Αλέξιο Ε' Μουρτζουφλό οδήγησε στην οργάνωση αντίστασης στην Αδριανούπολη της Θράκης (μάλιστα, ο Αλέξιος Άγγελος έδωσε την κόρη του Ευδοκία στον Μουρτζουφλό), ενώ οι Κομνηνοί ίδρυσαν την αυτοκρατορία του Πόντου με έδρα την Τραπεζούντα. Ισχυρή αντίσταση προέβαλλε και ο Λέων Σγουρός στη Νότια Ελλάδα. Όλα τα νέα βυζαντινά ελληνικά βασίλεια είχαν έναν στόχο: την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης και την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι Λατίνοι δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο τους Έλληνες του Βυζαντίου αλλά και τους Σελτζούκους Τούρκους και τους Βούλγαρους.

Διχόνοιες και εσωτερικές συγκρούσεις επιδείνωσαν περαιτέρω τη θέση των Λατίνων στην Ανατολική Μεσόγειο. Το μήλο της έριδας ήταν το βασίλειο της Θεσσαλονίκης. Αρχικά, είχε συμφωνηθεί ότι ο Βονιφάτιος του Μονφερά θα γινόταν ο ηγεμόνας της περιοχής αυτής ως αντιστάθμισμα για την εκλογή του έτερου υποψηφίου, Βαλδουίνου της Φλάνδρας στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Όμως ο Βαλδουίνος άλλαξε γνώμη και δεν του την έδινε. Έξαλλος ο Βονιφάτιος, μετά από την αθέτηση των υποσχέσεων που του είχαν δοθεί, κατέλαβε το κάστρο του Διδυμότειχου στη Θράκη και ξεκίνησε πολιορκία εναντίον της Αδριανούπολης. Για άλλη μια φορά ο Δάνδολος και ο έμπειρος διπλωμάτης Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος λειτούργησαν με σύνεση και κατάφεραν να συμφιλιώσουν τους δύο άντρες και τελικά το βασίλειο της Θεσσαλονίκης δόθηκε στον Βονιφάτιο.

Στη συνέχεια, ένα αναπάντεχο δώρο έφτασε έμμεσα στους Λατίνους από τον Αλέξιο Γ' Άγγελο. Ο δολοπλόκος και αδίστακτος Αλέξιος Άγγελος παγίδευσε και τύφλωσε τον σύμμαχό του στην Αδριανούπολη, για να βγάλει ένα εμπόδιο από το δρόμο της επιστροφής στον αυτοκρατορικό θρόνο. Ο Μουρτζουφλός, έστω και τυφλωμένος, κατάφερε να δραπετεύσει από τις φυλακές του Αλέξιου Άγγελου και προσπάθησε να διαφύγει προς τη Νίκαια. Όμως πιάστηκε από τους πιο ανελέητους εχθρούς του, τους Λατίνους στη Μοσυνόπολη της Θράκης τον Νοέμβριο του 1204. Οι Λατίνοι δεν του συγχωρούσαν ότι είχε εξοντώσει τον Αλέξιο Δ' – η δολοφονία ενός άρχοντα από τον υποτελή του ήταν έγκλημα μέγιστου βαθμού για τα Δυτικά μεσαιωνικά ήθη - και, αφού τον βασάνισαν, τον πέρασαν από δίκη για τους τύπους, όπου ο άτυχος Αλέξιος υπερασπίστηκε όσο καλύτερα μπορούσε τον εαυτό του λέγοντας ότι ο Αλέξιος Δ' είχε προδώσει τον λαό του και ότι οι πράξεις του είχαν ευρεία αποδοχή. Σε μεγάλο βαθμό είχε δίκιο, όμως δεν ήταν η απόδοση δικαιοσύνης που ενδιέφερε τους Λατίνους, αλλά η εκδίκηση. Οι ηγέτες της Σταυροφορίας συγκεντρώθηκαν στο παλάτι των Βλαχερνών για να αποφασίσουν την τύχη του Μουρτζουφλού. Τελικά, υιοθετήθηκε η πρόταση του Δάνδολου. ''Για μία υψηλή προσωπικότητα, χρειάζεται δικαιοσύνη υψηλού επιπέδου...Ας τον ανεβάσουμε στην κορυφή της υψηλότερης στήλης της Κωνσταντινούπολης και ας τον αφήσουμε να πέσει από κει''. Τον ανέβασαν πάνω στη στήλη του Θεοδοσίου, στην Αγορά του Ταύρου και τον έριξαν στο πέτρινο δάπεδο. Ο Βιλλεαρδουίνος αναφέρει ότι η διακόσμηση της στήλης περιλάμβανε την αναπαράσταση ενός αυτοκράτορα καθώς πέφτει στο κενό και δεν κρύβει τον θαυμασμό του για την σύμπτωση αυτή. Λίγες βδομάδες αργότερα, συνελήφθη ο Αλέξιος Γ' Άγγελος από τον Βονιφάτιο και στάλθηκε στη Βόρεια Ιταλία. Εξαγοράστηκε από τον Μιχαήλ Α' της Ηπείρου, που τον έστειλε στον Θεόδωρο Λάσκαρη στη Νίκαια. Η γέρικη αλεπού δεν ξέχασε τη τέχνη της και άρχισε να εξυφαίνει συνομωσίες εναντίον του γαμπρού του, όταν ο τελευταίος αρνήθηκε να αναγνωρίσει την επικυριαρχία του. Μάλιστα, συμμάχησε με τον Καϋ Χουσρώ, τον σουλτάνο του Ρουμ. Στη μάχη της Αντιόχειας το 1211, ο σουλτάνος σκοτώθηκε από τον ίδιο τον Θεόδωρο Λάσκαρη και ο Αλέξιος Γ' Άγγελος συνελήφθη. Ο Θεόδωρος Λάσκαρης υπήρξε πιο φιλεύσπλαχνος απέναντι στον Αλέξιο Γ' Άγγελο απ΄ ότι υπήρξε ο τελευταίος απέναντι στους αντιπάλους του. Τον εξανάγκασε να αποσυρθεί σε ένα μοναστήρι στη Νίκαια, όπου και πέθανε ειρηνικά το 1211. Ένα τέλος που δεν ανταποκρίνεται καθόλου στη σκληρότητα που επέδειξε ο Αλέξιος κατά τη διάρκεια της πολυτάραχης ζωής του.

Αυτά έμελλε να ήταν τα τελευταία καλά νέα για τους Λατίνους. Σύντομα, η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση μεταξύ των Λατίνων ότι ήταν θέλημα Θεού να περιέλθει η Κωνσταντινούπολη στα χέρια τους και ότι τιμωρήθηκαν οι αιρετικοί Έλληνες για τις αμαρτίες τους δοκιμάστηκε σκληρά. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, οι σταυροφόροι ηγέτες, ο ένας μετά τον άλλο, πέθαναν από ασθένειες ή είχαν βίαιο τέλος. Ο Όντο του Σαμπλίτ (Odo of Champlitte), ένας από τους πιο σημαντικούς Γάλλους αριστοκράτες, άνοιξε τον ατυχή κύκλο: πέθανε από εξάντληση δύο μέρες μετά την εκλογή του Βαλδουίνου. Τον Ιανουάριο του 1205, ο Ούγος του Σαιντ Πολ πέθανε μέσα σε φριχτούς πόνους από ποδάγρα. Την ίδια περίοδο, η σύζυγος του Βαλδουίνου, Μαίρη, πέθανε από πανούκλα στην Ιερουσαλήμ χωρίς να έχει συναντήσει τον άντρα της ποτέ από τότε που ξεκίνησε η Δ' Σταυροφορία. Ο στρατός του Βαλδουίνου ηττήθηκε βαριά από τους Βυζαντινούς, τους Βουλγάρους και τους Κουμάνους κατά τη μάχη της Αδριανούπολης τον Απρίλιο του 1205. Ο κόμης Λουά του Μπλουά (Lois of Blois) έπεσε νεκρός και ο Βαλδουίνος αιχμαλωτίστηκε και οδηγήθηκε αλυσοδεμένος στην αυλή του βασιλιά της Βουλγαρίας, Ιωαννίτζη (ή Καλογιάννη ή Σκυλοϊωάννη κατά τους Βυζαντινούς, λόγω της σκληρότητας του). Τα νέα της αιχμαλωσίας του Βαλδουίνου έπεσαν ως κεραυνός εν αιθρία στους Λατίνους. Διόρισαν τον αδελφό του, Ερρίκο, ως αντιβασιλέα ελπίζοντας ότι σύντομα ο Βαλδουίνος θα εξαγοραζόταν και θα επέστρεφε στην Κωνσταντινούπολη. Ματαιοπονούσαν: ο Βαλδουίνος δεν ελευθερώθηκε ποτέ, διότι ο Βούλγαρος ηγεμόνας, σε μία έκρηξη οργής, τον σκότωσε και διέταξε να κάνουν το κρανίο του κύπελλο, το οποίο χρησιμοποιούσε στη συνέχεια για να πίνει με αυτό κρασί. Τον Ιούνιο του 1205, πέθανε ο ευφυέστερος όλων των ηγετών της Δ' Σταυροφορίας, ο Δόγης της Βενετίας, Δάνδολος και ετάφη σε κοιμητήριο δίπλα στην Αγία Σοφία. Οι Βούλγαροι ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο και του διορισμένου ηγέτη της Δ' Σταυροφορίας. Ο Βονιφάτιος σκοτώθηκε σε ενέδρα τον Σεπτέμβριο του 1207 κλείνοντας αυτό τον τραγικό κύκλο θανάτου. Ήταν οι θάνατοι των πρωταγωνιστών της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης η έκφραση της Θείας Δίκης; Άραγε, το χέρι του Θεού τους χτύπησε επειδή δεν κράτησαν τον όρκο τους να απελευθερώσουν την Ιερουσαλήμ, αλλά αντίθετα διέπραξαν τις μεγαλύτερες αμαρτίες στην Κωνσταντινούπολη; Αυτό το ενδεχόμενο σίγουρα πυροδότησε την φαντασία των ανθρώπων της εποχής εκείνης, ιδιαίτερα των Ελλήνων. Πολλοί θα σκέφτηκαν ότι η Παρθένος Μαρία τους τιμωρούσε για την καταστροφή της αγαπημένης της πόλης, τις ιεροσυλίες και όσα δεινά υπέστησαν οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης.

Δυτικοί ηγεμόνες εισέρχονται σε πόλη, μινιατούρα του 13ου αιώνα

Η ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν έγινε ξεκάθαρο ότι η Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης ήταν ένας θνησιγενής θρίαμβος. Τα βυζαντινά ελληνικά κράτη έσφιγγαν ολοένα και περισσότερο τον κλοιό γύρω από την Κωνσταντινούπολη, παρά τους ανταγωνισμούς μεταξύ τους. Οι Λατίνοι αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης ποτέ δεν περιήλθαν σε ευνοϊκή θέση, από στρατιωτικής ή διοικητικής άποψης, ώστε να απελευθερώσουν την Ιερουσαλήμ. Αντίθετα, εκλιπαρούσαν τα δυτικά λατινικά βασίλεια για αποστολή βοήθειας. Οι ενισχύσεις που έλαβαν δεν ήταν ποτέ σημαντικές, διότι η απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ φάνταζε πάντα σαν ένα πιο ένδοξο κατόρθωμα στα μάτια των περισσότερων Δυτικών ηγεμόνων.

Τον Ιούλιο του 1261, ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, αυτοκράτορας της Νίκαιας και ο στρατός του συγκεντρώθηκαν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, σχεδιάζοντας να την απελευθερώσουν. Στις 25 Ιουλίου 1261, ένας Έλληνας άνοιξε μία πύλη και ο Βυζαντινός στρατός εισήλθε στην πόλη. Η λατινική φρουρά παραδόθηκε σχεδόν αμαχητί και οι Έλληνες κάτοικοι κατενθουσιάστηκαν βλέποντας ότι η Κωνσταντινούπολη ήταν ελεύθερη ξανά. Η απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης ήταν τέτοια έκπληξη για όλους ώστε η αδελφή του Μιχαήλ, Ευδοκία εισήλθε αλαφροπατώντας στη σκηνή του ενώ αυτός κοιμόταν, τον γαργάλησε ελαφρά στα πόδια με ένα φτερό και του ψιθύρισε στο αυτί τα μεγάλα νέα. Ο Μιχαήλ αρνιόταν να την πιστέψει έως ότου κατέφτασε χαρούμενος ένας αγγελιοφόρος, κρατώντας το αυτοκρατορικό στέμμα και το σκήπτρο. Ωστόσο, η Κωνσταντινούπολη ήταν σκιά του ένδοξου παρελθόντος της. Είχε μόλις 35.000 κατοίκους σε αντίθεση με το μισό εκατομμύριο ψυχές που ζούσαν πριν τη λατινική κατάκτηση, η οικονομία ήταν σε άθλια κατάσταση και η πόλη ήταν ρημαγμένη.

Ο Μιχαήλ και κάποιοι από τους διαδόχους του, μέλη της δυναστείας των Παλαιολόγων αγωνίστηκαν με επιμονή, γενναιότητα και οξυδέρκεια για να επαναφέρουν τη Βυζαντινή αυτοκρατορία στη προηγούμενη δόξα της. Προσωρινά το κατάφεραν, αλλά ο κόσμος στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο δεν ήταν πλέον ο ίδιος μετά το 1204. Αυτή τη φορά η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε υποστεί μεγάλα πλήγματα, σε πρώην βυζαντινές κτήσεις άλλοι παντοδύναμοι ηγεμόνες και λαοί εδραίωσαν τη θέση τους, όπως οι Σέρβοι, οι Βούλγαροι και τα μικρά Λατινικά κράτη στην Ελλάδα, οι Ενετοί αποτελούσαν συνεχή ενόχληση και οι Τούρκοι στην Ανατολή έγιναν ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος. Οι εσωτερικές έριδες αποδυνάμωσαν περαιτέρω τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Το τέλος ήλθε στις 29 Μαΐου 1453 με την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Οθωμανό σουλτάνο, Μωάμεθ Β'. Με την πτώση της, τερματίστηκε η ζωή της μακροβιότερης χριστιανικής αυτοκρατορίας (περισσότερο από χίλια χρόνια) και οι αναμνήσεις μας για αυτήν έχουν διατηρηθεί στους θρύλους και τις παραδόσεις μας ενώ η παρουσία της έχει σφραγίσει την τέχνη, την πολιτική και κοινωνική ζωή και τα γράμματα.

Οι Σταυροφόροι αποδείχθηκαν αριστοτέχνες στην πολιορκητική τέχνη και κατέλαβαν πολλές πόλεις. Στον πίνακα αυτό του 14ου ή 15ου αιώνα απεικονίζεται η κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους πολεμιστές της Α΄ Σταυροφορίας

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) A. J. Andrea: CONTEMPORARY SOURCES FOR THE FOURTH CRUSADE, Brill, Leiden, 2000.

2) M. Angold: THE FOURTH CRUSADE: EVENT AND CONTEXT, Longman, Harlow, 2003.

3) W.B. Bartlett: AN UNGODLY WAR: THE SACK OF CONSTANTINOPLE & THE FOURTH CRUSADE, Sutton, Stroud, 2000.

4) N. Choniates: O CITY OF BYZANTIUM: ANNALS OF NIKETAS CHONIATES, ed. by H. J. Margoulias, Wayne State University Press, Detroit, 1984.

5) R. Clari: THE CONQUEST OF CONSTANTINOPLE, University of Toronto Press, Toronto, 1996.

6) U. Eco: BAUDOLINO, Secker and Warburg, London, 2002.

7) T. E. Gregory: A HISTORY OF BYZANTIUM, Blackwell Pub., Malden, 2005.

8) J. Godfrey: 1204, THE UNHOLY CRUSADE, Oxford University Press, Oxford, 1980.

9) J. Harris: BYZANTIUM AND THE CRUSADES, Hambledon and London, London, 2003.

10) A. Maalouf: ΟΙ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΩΝ ΑΡΑΒΩΝ, Λιβάνης, Αθήνα, 1983.

11) J. J. Norwich: BYZANTIUM – THE DECLINE AND FALL, Penguin, London, 1996.

12) N. Oikonomides: BYZANTIUM FROM THE NINTH CENTURY TO THE FOURTH CENTURY: STUDIES, TEXTS, MONUMENTS, Variorum, Croft Road, Hants, 1992.

13) G. Pairis: THE CAPTURE OF CONSTANTINOPLE: THE ''HYSTORIA CONSTANTINOPOLITANA'', Univeristy of Pennsylvania Press, Philadelphia,1997.

14) R. Payne: THE CRUSADES: Wordsworth Editions, Hertfordshire, 1998.

15) E. Pears: THE FALL OF CONSTANTINOPLE: BEING THE STORY OF THE FOURTH CRUSADE (1885), Kessinger Publishing, Montana, 2008.

16) J. Phillips: THE FOURTH CRUSADE AND THE SACK OF CONSTANTINOPLE, Penguin, London, 1204.

17) D. E. Queller: THE FOURTH CRUSADE: THE CONQUEST OF CONSTANTINOPLE, Univeristy of Pennsylvania Press, Philadelphia,1997.

18) S. Runciman: A HISTORY OF THE CRUSADES: VOLUME 3, The KINGDOM OF ACRE AND THE LATER CRUSADES, Cambridge University Press 1954, Cambridge, 1994.

19) S. Runciman: THE EASTENR SCHISM: A STUDY OF THE PAPACY AND THE EASTERN CHURCHES DURING THE XIth AND XIIth CENTURIES, Wipf & Stock, Eugene, Oregon, 2005.

20) Joinville and G. Villehadrouin: CHRONICLES OF THE CRUSADES, Penguin, Middlessex, 1976


Ο/Η συγγραφέας εχει γράψει επίσης το βιβλίο:
Τα Cookies μας επιτρέπουν να σας προσφέρουμε μια καλύτερη και ασφαλέστερη εμπειρία κατά τη χρήση του δικτυακού μας τόπου. Συνεχίζοντας την περιήγηση στο Historical Quest αποδέχεστε τη χρήση Cookies. Για περισσότερες πληροφορίες παρακαλούμε διαβάστε τους Όρους Χρήσης & Απορρήτου.