Του Στάθη Βασιλείου, διεθνολόγου-ιστορικού
Όποτε μιλάμε για γυναίκες πολεμιστές, το μυαλό μας συνειρμικά μας παραπέμπει στις Αμαζόνες. Μύθος ή πραγματικότητα, ο θρύλος της ύπαρξης και οι πολυάριθμες ιστορίες για τη μυστηριώδη φυλή των γυναικών-πολεμιστών που διακρίνονταν για τη σκληρότητά τους και τις πολεμικές τους ικανότητες, αποτελούσε σαγήνη για τους ανθρώπους του αρχαίου κόσμου.
Σκιαγραφώντας έναν Θρύλο
Αρχαίοι συγγραφείς και ιστοριογράφοι διαφωνούν ως προς την καταγωγή και τον τόπο κατοικίας της φυλής αυτής. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, οι Αμαζόνες κατοικούσαν στη Σαρματική Σκυθία, στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας και Υπερκαυκασίας. Άλλες πηγές τοποθετούν τον χώρο των φοβερών πολεμιστριών στα βάθη της Μικράς Ασίας, την Παρθία ή ακόμα και στην Λιβική. Μεγάλοι ήρωες της Μυθολογίας και της Ιστορίας, όπως ο Ηρακλής, ο Θησέας, ο Αχιλλέας, ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος, ήρθαν αντιμέτωποι σε διάφορες περιπτώσεις με το «θύλην γένος», συχνά σε άγριες και αιματηρές αντιπαραθέσεις.
Η προέλευση των Αμαζόνων παραμένει εν πολλοίς μυστηριώδης. Έθνος πολεμικό, διατρίβει βίο νομαδικό, ζώντας από την κτηνοτροφία, το κυνήγι και τη ληστεία εμπορικών καραβανιών και των μόνιμα εγκατεστημένων γειτόνων τους. Οι Αμαζόνες περιγράφονται να περνούν τη ζωή τους πάνω στα άλογα, με τα οποία αναπτύσουν μια ιδιαίτερα στενή συναισθηματική σχέση συντροφικότητας και αλληλοσεβασμού. Εκπαιδεύονται από μικρές στο χειρισμό των όπλων, ιδιαιτερα του τόξου και πολεμούσαν κατά ομάδες. Ο Ηρόδοτος («Ιστορίαι» ββλ. ΙV) με εμφανή αποστροφή στο λόγο του περιγράφει τις Αμαζόνες σαν έθνος γυναικών ανελέητο και διαστροφικό. Οι γυναίκες έμεναν μόνες από πεποίθεση και συνευρίσκονταν με άντρες από γειτονικές φυλές μόνο για να τεκνοποιήσουν μία φορά το χρόνο σαν τα ζώα. Σαν δοκιμή αποδοχής των κανόνων και του τόπου ζωής τους, κάθε έφηβη αμαζόνα όφειλε να σκοτώσει τρείς άντρες και να προσκομήσει αποδείξεις του φόνου. Χαρακτηριστικές ήταν οι φοβερές ενέδρες τους, η ταχύτητα με την οποία χτυπούσαν τους αντιπάλους τους και η απόλυτη έλλειψη οίκτου προς τους αιχμαλώτους, τους οποίους εκτελούσαν άμεσα, συχνά με σκληρό και βασανιστικό τρόπο. Μόνιμες εγκαταστάσεις δεν βρέθηκαν στον ιστορικό χώρο που κινήθηκαν οι Αμαζόνες. Σαν νομαδική φυλή, οι φυλές βρίσκονταν σε διαρκή κίνηση ακολουθώντας πλούσια βοσκοτόπια, νερό και ευάλωτες κατοικημένες περιοχές ή εμπορικά καραβάνια, τα οποία λήστευαν για να συμπληρώσουν τα χρειώδη.
Οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με τις Αμαζόνες κατά την φάση της εμπορικής και πολιτικής τους επέκτασης στις περιοχές της Ασίας και της Βορείου Αφρικής. Πιεζόμενοι από τον υπερπληθυσμό (στενοχωρία) και την έλλειψη πρώτων υλών, πολλές ελληνικές πόλεις ίδρυσαν ήδη από τον 20ο π.Χ. αιώνα αποικίες και εμπορικούς σταθμούς (ἐμπορίαι) σε στρατηγικές θέσεις στην ασιατική ακτή, την Κυρηναϊκή και τα παράλια του Ευξείνου Πόντου. Οι ολιγομελείς ομάδες των Ελλήνων αποίκων βρίσκονταν σε διαρκή αντιπαράθεση με τις επιθέσεις νομάδων πολεμιστών, τους οποίους ονόμαζαν συλλογικά «Σκύθες». Ιδιαίτερη εντύπωση στην ανδροκρατούμενη ελληνική κοινωνία προκάλεσε η παρουσία γυναικών στις τάξεις των πολεμιστών, που πολεμούσαν δίπλα στους άνδρες και μοιράζονταν χωρίς διάκριση τους ίδιους κινδύνους. Όπως ανέφερε και ο ιστορικός Διόδωρος, οι γυναίκες των Σκυθών «πολεμούν σαν τους άνδρες και δεν είναι επ΄ουδενί κατώτερές τους σε αδρεία».
Οι Αμαζόνες εμφανίζονται σε πολλούς μύθους της αρχαίας Ελλάδας και οι μάχες με τους Έλληνες αποίκους και ήρωες αποτυπώνονται σε πάμπολλες αγγειογραφίες και ανάγλυφες ζωφόρους ναών ή σαρκοφάγους (σκηνές αμαζονομαχίας εμφανίζονται και στον Παρθενώνα της κλασσικής Αθήνας).
Ο Ηρακλής και η ζώνη της Ιππολύτης
Στα πλαίσια των 12 άθλων, ο Ευρυσθέας ανέθεσε στον Ηρακλή να κλέψει τη ζώνη της βασίλισσας των Αμαζόνων Ιππολύτης, ώστε να την προσφέρει στην κόρη του Αδμήτη. Η περίτεχνη ζώνη, αποτελούσε σύμβολο εξουσίας και δύναμης και ήταν ξακουστή για την ομορφιά της. Λεγόταν μάλιστα ότι ο ίδιος ο θεός Άρης την είχε χαρίσει στην βασίλισσα.
Ο Ηρακλής, μαζί με αρκετούς συντρόφους, μεταξύ αυτών οι Θησέας, Πηλέας και Τελαμώνας (Αργοναύτες και πατέρες των ηρώων Αχιλλέα και Αίαντα του Τρωϊκού πολέμου) και μετά από πολλές περιπέτειες έφτασε στη χώρα των Αμαζόνων, που κατά τον μύθο αυτόν τοποθετείτο στα παράλια του Ευξείνου Πόντου κοντά στη σημερινή Σαμψούντα.
Ο μύθος αναφέρει ότι η Ιππολύτη δέχθηκε αρχικά να παραδώσει τη ζώνη της, όμως η Ήρα έσπειρε τη φήμη ότι ο Ηρακλής είχε σκοπό να σκοτώσει την Ιππολύτη με αποτέλεσμα οι Αμαζόνες να οπλιστούν ακαριαία και να πέσουν πάνω στην ομάδα των ανδρών. Στη μάχη, που σκοτώθηκαν πολλοί και από τις δύο πλευρές, ο Ηρακλής κατάφερε να σκοτώσει την Ιππολύτη και να της πάρει τη ζώνη ενώ ο ίδιος και οι σύντροφοί του μόλις που κατάφεραν να διαφύγουν από τα βέλη και τις λεπίδες των πολεμιστριών.
Αχιλέας και Πενθεσίλεια
Η «Ιλιάδα» καταλήγει με τον θάνατο του Έκτορα και τα όσα ακολουθούν είναι γνωστά από έργα άλλων συγγραφέων. Στην «Αινειάδα» του Βιργιλίου και στις «Ηρωίδες» του Οβιδίου μαθαίνουμε ότι μετά τον θάνατο του Έκτορα, η βασίλισσα των Αμαζόνων Πενθεσίλεια έφτασε στην Τροία και προσέφερε τις υπηρεσίες της στον βασιλιά Πρίαμο. Στην μάχη που ακολουθεί οι Αμαζόνες επιτίθενται με μανία και σκοτώνουν πολλούς Αχαιούς. η Πενθεσίλεια μάχεται τον Αχιλλέα, που οδηγεί την επίθεση. Ο Αχιλλέας αποφεύγει τα ακόντια της Αμαζόνας και με ένα αριστοτεχνικό ελιγμό καταβάλει την αντίπαλό του και βυθίζει το ξίφος του στο στήθος της.
Όταν όμως βγάζει το κράνος της συνειδητοποιεί για πρώτη φορά ότι έχει σκοτώσει μια γυναίκα και ταράζεται. Το βλέμμα του καρφώνεται στα μάτια της που σβήνουν σιγά σιγά από το πέπλο του θανάτου. Η συγκίνηση του ήρωα γίνεται αντιληπτή και από τους συμπολεμιστές του που παρακολουθούν και έχει έξοχα αποτυπωθεί σε ερυθρόμορφο αμφορέα. Τη στιγμή εκείνη, μια γνωστή σκωπτική μορφή στο στρατόπεδο των Αχαιών, ο Θερσίττης, περιγελά τον Αχιλλέα για την συγκίνησή του. Μπήγει μάλιστα το δόρυ του στο μάτι της νεκρής.
Ο Αχιλλέας σε έξαλλη κατάσταση γρονθοκοπεί τον Θερσίττη μέχρι που του συνθλίβει το κρανίο. Η σωρός της Πενθεσίλειας και των άλλων νεκρών Αμαζόνων θα παραδοθούν στους Τρώες σε μια ένδειξη απεριόριστης εκτίμησης μεταξύ πολεμιστών, οι οποίοι θα τις θάψουν με όλες τις τιμές.
Μύθος ή πραγματικότητα;
Όπως αναφέρθηκε, οι Αμαζόνες δεν άφησαν ούτε πόλεις ούτε γραπτά κείμενα, που να πιστοποιούν την παρουσία τους στην ιστορία. Οι ιστορίες που διασώθηκαν βρίθουν από υπερβολές σχετικά με την αγριότητα και τις ικανότητές τους σε βαθμό που η ύπαρξή τους ως έθνους να αμφισβητείται από τους περισσότερους μελετητές.
Ωστόσο δεν μπορεί κανείς να μην υπογραμμίσει το παράδοξο οι αρχαίοι μας πρόγονοι, που συνδέονταν με την λογική και τον ρεαλισμό περισσότερο από κάθε άλλο σύγχρονο με αυτούς λαό, να δημιουργούν τόσες ιστορίες τερατώδους φαντασίας, να συνδέουν τους μέγιστους ήρωες με αυτές, να τις αποτυπώνουν στα αγγεία τους και να κοσμούν τους ναούς τους με σκηνές από τους αγώνες τους ενάντια σε ένα «φανταστικό» εχθρό. Ιδίως το τελευταίο, θα αποτελούσε θανάσιμη ύβρη αφού τα αγάλματα που κοσμούσαν τον ναό αποτελούσαν αναθύματα προς τον Θεό.
Από την άλλη η εμφάνιση του έθνους των Αμαζόνων σε τόσα διαφορετικά γεωγραφικά διαμερίσματα (Ουκρανία-Καύκασος-Εύξεινος Πόντος-Μικρά Ασία-Κυρηναϊκή) αποτελεί σίγουρα πηγή επιπλέον προβληματισμού. Μήπως οι Έλληνες αποκαλούσαν Αμαζόνες κάθε νομαδική φυλή της Ασίας που εφάρμοζε ισοπολιτεία ανδρών και γυναικών στην ειρήνη και στον πόλεμο; Νέες θεωρίες Ρώσων και Αμερικανών ιστορικών και ανθρωπολόγων φαίνεται να στηρίζουν την θέση αυτή. Η ύπαρξη νομαδικών φυλών που κινούνταν στις απέραντες στέπες του γεωγραφικού χώρου από τις ουγγρικές πεδιάδες και τη Λευκορωσία μέχρι τη Λίμνη Αράλη και τις ερήμους του σημερινού Ιράν και Ιράκ, πιστοποιείται από την αρχαιότητα. Οι φυλές αυτές ζούσαν με το νόμο του ξίφους και κινούνταν διαρκώς στον γεωγραφικό αυτό χώρο σαν τα ψάρια στο νερό. Εξαίρετοι αναβάτες και σκληροί πολεμιστές, ανέπτυξαν μια εντελώς διαφορετική βιοθεωρία από τους κατοίκους των πόλεων, που «δένονταν» με τη γη τους. Οι γυναίκες τους ήταν εξίσου σκληρές, συμμετείχαν στο κυνήγι, τις εργασίες στην ύπαιθρο και στην κτηνοτροφία. Λογικά συμπεραίνει κανείς ότι η συμμετοχή των γυναικών δεν εξαιρείτο από τη μάχη. Το επιχείρημα ενισχύεται από το γεγονός της ανακάλυψης ταφικών μνημείων στην Ουκρανία και το Καζαχστάν «σκυθικού τύπου». Μία στις πέντε ταφές που βρέθηκαν περιείχαν γυναικείους σκελετούς, προσεκτικά θαμένους με τα προσωπικά τους αντικείμενα και τα άλογά τους. Από αυτές το 25% περιείχαν τον οπλισμό τους, θώρακα, ξίφος και σύνθετα τόξα. Υπό το πρίσμα αυτό η ονομασία των Αμαζόνων δέχεται παρόμοια κριτική. Στο παρελθόν είχε προταθεί το στερητικό α – μαζός, που σημαίνει στήθος, από την συνήθεια των γυναικών τους να καυτηριάζουν ή να ακρωτηριάζουν τον δεξί μαστό του κοριτσιού μόλις έμπαινε στην εφηβία, ώστε να μην την ενοχλεί στη χρήση του τόξου και του ξίφους. Νέες θεωρίες παραπέμπουν την ονομασία στο ιρανικό ha-mazan («πολεμιστές») ή το περσικό hamazakaran («αυτός που πολεμά»).
Οι Έλληνες άλλωστε ποτέ δεν αρνήθηκαν την ασιατική τους προέλευση, απεικονίζοντάς τις με περσικές περισκελίδες και σκυθικούς σκούφους. Το πιθανότερο είναι οι Έλληνες, οι οποίοι εφάρμοσαν την πατριαρχία από νωρίς στην κοινωνική τους οργάνωση, όπως οι περισσότεροι εγκατεστημένοι λαοί, να αντιμετώπισαν με δέος μια κοινωνία όχι αποκλειστικά γυναικών αλλά ισότιμη κοινωνία ανδρών και γυναικών, με τις τελευταίες να αναλαμβάνουν ρόλο και στα στρατιωιτκά πράγματα, συνοδεύοντας τους άνδρες τους παντού, λαμβάνοντας μέρος στις επιθέσεις ή υπερασπιζόμενες την κοινωνία και τη φυλή με τα όπλα όταν οι άνδρες έλειπαν σε εκστρατεία. Εκεί ίσως δικαιολογείται η αναφορά του Ηροδότου σε κοινωνίες γυναίκες χωρίς άνδρες που έρχονταν σε ερωτική επαφή μια φορά το χρόνο. Η συνεχής κίνηση των νομάδων σε όλη την έκταση των πεδιάδων της κεντρικής Ευρώπης έδοσε μάλλον την εντύπωση διαφορετικών αμαζονικών εθνών. Όσο για τις Αμαζόνες της Λιβύης, που συνάντησε πρώτος ο Διόνυσος στα ταξίδια του και προσπέρασε και ο Ηρακλής στον δρόμο για το νησί του Γηρυώνη, οι Έλληνες άποικοι απέδωσαν τον χαρακτηρισμό αυτό στις βερβερικές φυλές, που ζουν επίσης νομαδικά και εφαρμόζουν ανάλογα έθιμα στη συμμετοχή των γυναικών στη μάχη. Μια τελευταία αναφορά για τις Αμαζόνες έρχεται από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Καθώς ο Αλέξανδρος με τον στρατό του προχωρούσαν στα βάθη της Ασίας, η βασίλισσα των Σκυθών Αμαζόνων Θάληστρις παρουσιάστηκε σε αυτόν με ένα ασυνήθιστο αίτημα. Έχοντας πληροφορηθεί τις επιτυχίες του μεγάλου στρατηλάτη, του ζήτησε να πλαγιάσουν μαζί ώστε από την ένωσή τους να γεννηθεί ένα παιδί που θα γινόταν ο μεγαλύτερος πολεμιστής. Η ιστορία όμως εντάσεται στους πολλούς μύθους που συνόδεψαν την εκστρατεία του Μακεδόνα βασιλέα.
Βιβλιογραφία
1. Grahame Clark-Stuart Piggott, Προϊστορικές Κοινωνίες, μτφ. Αγγέλα Ταμβάκη, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1980.
2. Ηροδότου, Ιστορίαι, Βιβλίο Τέταρτο, 113, Oxford University Press 1998.
3. Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Δεύτερο-κεφ. 5-παρ.9 (2-5-9), Εκδοση B.G. Teubner, Λειψία (Leipzig), 1854.
4. Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, Βιβλίο Ι «Αττικά», μτφ. W.H.S. Jones, Litt.D., and H.A. Ormerod, M.A., in 4 Volumes. Cambridge, MA, Harvard University Press; London, William Heinemann Ltd. 1918.
5. Jeannine Davis-Kimball, Warrior Women of Eurasia, Περιοδικό «Αρχαιολογία» (αμερικανική έκδοση Αρχαιολογικού Ιστιντούτου Αμερικής), τεύχος 50 αρ. 1, Ιανουαριος/Φεβρουάριος 1997.
6. Lyn Webster Wilde, Did the Amazons really exist?, Δικτιακός Χώρος «ΔΙΟΤΙΜΑ»-Μελέτες για την έρευνα της Γυναίκας και του φύλου στον Αρχαίο κόσμο.
7. Meek, J. Dig BacksScientists, Theory of Warrior Women, The Guardian, "The Detroit News", 1998 (Άρθρο διαθέσιμο: http://www.fscclub.com/history/scyths-e.shtml)
8. Amazon Research Center, The BERBERS, Ancient African people with woman-focused culture, http://www.myrine.at/Berber/berber.html
9. Πρακτικά του δωδεκάτου ετήσιου Ινδο-Ευρωπαϊκού Συνεδρίου του UCLA, Λος-Αντζελες, 26-28 Μαΐου 2000, Journal of Indo-European Monograph Series No 40, Institute for the Study of Man, Washington, DC 2001