Η πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου ήταν κυρίως δημιούργημα του υπερπόντιου αποικιακού εμπορίου, το οποίο είχε δημιουργήσει μια οικονομική ζώνη από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό. Τόσο η Αγγλία όσο και η Γαλλία είχαν πλεονεκτική γεωγραφική θέση σε αυτήν την ζώνη. Όμως ο γεωγραφικός παράγοντας συνδέεται με τον θρησκευτικό παράγοντα: στην Αγγλία, ο Αγγλικανισμός και οι πιο πολλές μορφές Προτεσταντισμού, σχεδόν καθολικά είχαν απορρίψει την ηθική στην οικονομική διαδικασία.
H οικονομική ανάπτυξη: Το καπιταλιστικό «πνεύμα» της Βρετανικής αριστοκρατίας και οι επιπτώσεις της Επανάστασης στη Γαλλία.
Ένας δεύτερος παράγοντας είναι η έκταση και ο ιστορικός χρόνος της οικονομικής ανάπτυξης κάθε χώρας. Έτσι, μπορούμε να ορίσουμε τη δύναμη, το ρόλο και το γόητρο της ανώτερης αστικής τάξης. Δύο βασικοί παράγοντες επηρέασαν την οικονομική εξέλιξη στις δύο χώρες και μαζί την οικονομική θέση των τμημάτων της αριστοκρατίας που ήταν δραστήριες στον πρωτοκαπιταλιστικό τομέα όσο και αυτών της αστικής τάξης. Ο πρώτος είναι η γεωγραφική θέση. Η πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου ήταν κυρίως δημιούργημα του υπερπόντιου αποικιακού εμπορίου, το οποίο είχε δημιουργήσει μια οικονομική ζώνη από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό. Τόσο η Αγγλία όσο και η Γαλλία είχαν πλεονεκτική γεωγραφική θέση σε αυτήν την ζώνη. Όμως ο γεωγραφικός παράγοντας συνδέεται με τον θρησκευτικό παράγοντα: στην Αγγλία, ο Αγγλικανισμός και οι πιο πολλές μορφές Προτεσταντισμού, σχεδόν καθολικά είχαν απορρίψει την ηθική στην οικονομική διαδικασία.
Η ύπαρξη μειονοτήτων προσανατολισμένων στο εμπόριο και η σχετική θρησκευτική ανεκτικότητα, βοήθησαν στην προώθηση μιας πρόωρης εμπορικής ανάπτυξης. Στην Αγγλία υπήρχαν οι πλέον ευνοϊκές συνθήκες για εμπορική καπιταλιστική ανάπτυξη, που τροφοδοτούνταν από τις ατελείωτες πλουτοπαραγωγικές πηγές που είχε στη διάθεση της η Βρετανική αυτοκρατορία. Κάποια μέλη της νέας Τυδωρικής αριστοκρατίας ανέπτυξαν εμπορική δραστηριότητα στην παραγωγή μαλλιού, προχώρησαν σε εγγειοβελτικά έργα, προώθησαν τον υπερπόντιο αποικισμό και τα θαλάσσια ναυτικά εγχειρήματα, ήδη από τον 16ο αιώνα. Κατά τον 18ο αιώνα, μερικά από τα πιο σημαντικά μέλη της αριστοκρατίας ασχολούνταν με καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Η «αγροτική επανάσταση» των δεκαετιών του 1750 και 1760, έφερε μαζί της μεγάλης κλίμακας επενδύσεις κεφαλαίου με στόχο τη βελτίωση της οικονομικής παραγωγής. Τυπικά, ο μεγιστάνας εκμίσθωνε τη γη του σε αγρότες που την καλλιεργούσαν και επανεπένδυε μέρος των κερδών σε διαφόρων ειδών βελτιώσεις, όπως κατασκευές δρόμων και καναλιών. Η σπονδυλική στήλη ενός βιομηχανικού καπιταλισμού, η δημιουργία έργων υποδομής για την βελτίωση και τον εξορθολογισμό της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας, είχε τεθεί. Στις αρχές του 19ου αιώνα, το σημαντικότερο τμήμα της βρετανικής αριστοκρατίας είχε αναμειχθεί με την καπιταλιστική επιχείρηση.
Ωστόσο οι Ευρωπαίοι αριστοκράτες ήταν κυρίως γαιοκτήμονες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα εισοδήματα τους προέρχονταν αποκλειστικά από τη γεωργία. Τεράστιες περιουσίες κερδίζονταν από την διαφθορά των πολιτικών γραφείων και τις καταχρήσεις των δημοσίων θέσεων. Παρ' όλα αυτά, είναι γεγονός ότι μεταξύ του 1815 και του 1914, βασική και μεγαλύτερη πηγή εισοδήματος για τους περισσότερους Ευρωπαίους αριστοκράτες ήταν η γη. Αυτό δε σημαίνει ότι οι αριστοκράτες αναμειγνύονταν οι ίδιοι στην παραγωγή ή τη διοίκηση των ιδιοκτησιών τους. Πολύ συχνά προσλάμβαναν επιστάτες. Το αν ένας αριστοκράτης θα εμπλεκόταν άμεσα στην αγροτική παραγωγή εξαρτιόταν επίσης από το σύστημα με το οποίο η γη ενοικιαζόταν και καλλιεργούνταν στην επικράτεια του (7.).
Η περίπτωση της Γαλλίας είναι αρκετά πιο σύνθετη. Μεταξύ των ιστορικών υπάρχουν πολλοί (όπως οι Kocka (8.) και Mitchell και Mayer), που θεωρούν ότι η επίδραση του Καθολικισμού υπήρξε τροχοπέδη και καθυστέρησε την οικονομική ανάπτυξη. Άλλοι ιστορικοί [όπως ο Sombart (9.)] υπενθυμίζουν ότι ο εμπορικός καπιταλισμός γεννήθηκε τον 13ο αιώνα, στη Φλωρεντία, τη Βενετία, τη Γένοβα που μετατράπηκαν σε εμπορικές αυτοκρατορίες στην καρδιά του Καθολικισμού, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από την καταπίεση του Καθολικισμού ως τροχοπέδη, στην καταπίεση ως έρεισμα για αντίδραση. Άλλοι ιστορικοί (όπως ο Hobsbawm) δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην συνέπειες της ίδιας της Επανάστασης. Για να κατανοηθεί η οικονομική νοοτροπία των δύο στρωμάτων στη μετεπαναστατική Γαλλία πρέπει να ανιχνευθεί η παρουσία και το εύρος του καπιταλιστικού «πνεύματος» στη Γαλλία πριν το 1789. Ένα τέτοιο «πνεύμα», ήταν σχεδόν ανύπαρκτο στους κόλπους της αριστοκρατίας. Η ενασχόληση με το εμπόριο ή τη βιομηχανία σήμαινε κοινωνικό υποβιβασμό του ευγενή, και για αυτό όσοι ασχολούνταν, το έπρατταν μέσω μεσαζόντων. Γενική τάση ήταν η απόκτηση μιας δημόσιας θέσης, στο γραφειοκρατικό μηχανισμό ή το στρατό, κάτι που σήμαινε τον ανταγωνισμό με αστικά στρώματα χωρίς τίτλους ευγενείας. Καθ' όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα οι ευγενείς της παλιάς φεουδαρχικής αριστοκρατίας σφετερίζονται σταθερά τις κρατικές θέσεις που η μοναρχία είχε προτιμήσει να καλύψει με τεχνικά ικανούς και πολιτικά ακίνδυνους αστούς. Είναι αιώνας αντεπίθεσης της αριστοκρατίας, μιας αριστοκρατίας βαθιά αντικαπιταλιστικής και αντιεπιχειρηματικής που, υπερασπιζόμενη λυσσαλέα τα χωροδεσποτικά της προνόμια, οδηγήθηκε μοιραία στην αντεπανάσταση και μετέτρεψε την αστική τάξη σε πρωτοπορία του επαναστατικού στρατοπέδου (10.). Ωστόσο, ακόμα και μετά τις δεκαετίες του 1830-1840, όταν συντελέστηκε στη Γαλλία η πρώτη βιομηχανική επανάσταση, η καπιταλιστική και εμπορική πορεία της χώρας ήταν πολύ διαφορετική από αυτή άλλων χωρών. Πρόκειται για μια κοινωνική στάση ή συμπεριφορά απέναντι στην εμπορική και επιχειρηματική δράση, που ανιχνεύεται στη Γαλλία πολύ πριν την Επανάσταση, και οι ρίζες της οποίας θα πρέπει να αναζητηθούν στις κοινωνικές νοοτροπίες του Παλαιού Καθεστώτος.
Στη Γαλλία, την εποχή του Colbert, αν κανείς διαβάσει τα βιβλία των Sayou, των Braudel, και των άλλων ειδημόνων της γαλλικής οικονομικής ζωής, θα ανακαλύψει παράπονα για το «ανεπαρκές επιχειρηματικό πνεύμα» του Γάλλού επιχειρηματία. Αυτά τα παράπονα αναφέρονται προφανώς στη μεγάλη μάζα των μεσαίων εμπόρων και «βιομηχάνων», στους εκπροσώπους δηλαδή του λεγόμενου «οικοτεχνικού συστήματος» (11.). Φυγόπονο και οκνηρό θεωρούσαν τον Γάλλο έμπορο των παλαιότερων εποχών. Ο Πατριώτης Έμπορος (12.) μεμψιμοιρεί στα μέσα του 18ου αιώνα ότι στα εμπορικά καταστήματα της Γαλλίας δουλεύει κανείς πολύ λίγο: ο ίδιος θα ήθελε τον γιο του να δουλεύει «μέρα-νύχτα», «αντί για δύο(!) ώρες ημερησίως, όπως είθισται στη Γαλλία». Ένα από τα γνωρίσματα της οικονομικής ιστορίας της Γαλλίας είναι η παρεμπόδιση της ανάπτυξης του καπιταλισμού από μία άλλη ιδιομορφία ή «κακοήθεια» του γαλλικού λαού: την προτίμηση του για τη σίγουρη ευυπόληπτη θέση του κρατικού υπαλλήλου. Αυτή η νοοτροπία ξεκινά από τον 16ο αιώνα και συνεχίζει, χωρίς να έχει αποδυναμωθεί, τουλάχιστον μέχρι το 1830. Μαρτυρεί την περιορισμένη ισχύ που είχε το κεφαλαιοκρατικό πνεύμα στη Γαλλία: όποιος μπορούσε, αποτραβιόταν από την επιχειρηματική ζωή ή την απέφευγε και χρησιμοποιούσε την περιουσία για να εξαγοράσει ένα αξίωμα. Η ιστορία της Γαλλίας αποτελεί απόδειξη για τη διάδοση αυτών των ηθών σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Η μικρή εκτίμηση της εμπορικής και συναλλακτικής δραστηριότητα, μέχρι και τον 19ο αιώνα, με την εξαίρεση της Ισπανίας, δεν είναι πουθενά αλλού τόσο έκδηλες όσο στη Γαλλία. Ένας καλός γνώστης περιγράφει το όλο κλίμα μεταξύ των ανωτέρων στρωμάτων της Γαλλίας με τα λόγια: «Αν υπάρχει κανείς που περιφρονείται στον κόσμο, είναι ο έμπορος» (13.). Αποστροφές όπως αυτή του Μontesqieu, δεν αποτελούν μεμονωμένο φαινόμενο: «Όλα είναι χαμένα αν το επικερδές επάγγελμα του χρηματιστή πρόκειται να γίνει τελικά και υπολήψιμο. Τότε η αηδία θα κατακλύσει όλες τις υπόλοιπες τάξεις, η τιμή θα χάσει κάθε νόημα, τα αργά και φυσικά μέσα προσωπικής ανάδειξης θα αποδειχτούν άχρηστα και η κυβέρνηση θα κλονιστεί εκ βάθρων» (14.).
Η οικονομική ανάπτυξη του 19ου αιώνα εμπεριέχει ένα παράδοξο: το γαλλικό φαινόμενο. Διέθετε θεσμούς ιδεώδεις για καπιταλιστική ανάπτυξη. Οι Γάλλοι εφεύραν ή ανέπτυξαν για πρώτη φορά το πολυκατάστημα, τη διαφήμιση και, οδηγούμενοι από την υπεροχή της γαλλικής επιστήμης, κάθε είδους τεχνικές καινοτομίες και επιτεύγματα –τη φωτογραφία, το αεριούχο νερό, το λευκαντικό, την επιμετάλλωση, τη γαλβάνιση. Οι Γάλλοι χρηματιστές ήταν οι πιο πολυμήχανοι του κόσμου. Η χώρα διέθετε μεγάλα αποθέματα κεφαλαίου που τα εξήγε μαζί με εμπειρογνωμοσύνη σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη, μετά το 1850και στη Βρετανία. Ως το 1847, περί τα 2.250 εκατομμύρια φράγκα είχαν διοχετευθεί στο εξωτερικό, στο ποσό προπορευόταν μόνο η Βρετανία, αλλά η διαφορά με τον τρίτο στη σειρά την αστρονομική. Το Παρίσι ήταν διεθνές χρηματιστηριακό κέντρο, με μικρή διαφορά από το Λονδίνο. Σε περιόδους μάλιστα κρίσης, όπως το 1847, ήταν και ισχυρότερο. Στη δεκαετία του 1840, οι Γάλλοι ίδρυσαν τις εταιρίες φωταερίου της Ευρώπης, ιδίως στην Ιταλία, και ανέλαβαν να ιδρύσουν ανάλογες στην Ισπανία, την Αλγερία, την Αίγυπτο. Οι γαλλικές επιχειρήσεις θα χρηματοδοτούσαν τους σιδηροδρόμους ολόκληρης σχεδόν της Ευρώπης. Στην πραγματικότητα όμως, η οικονομική ανάπτυξη της Γαλλίας ήταν πιο αργή από των άλλων χωρών. Ο πληθυσμός της σημείωνε αύξηση, αλλά όχι αλματώδη. Οι πόλεις της, εκτός Παρισιού, επεκτείνονταν σε μικρό βαθμό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1830 κάποιες πόλεις συρρικνώθηκαν. Η βιομηχανική της ισχύς στα τέλη της δεκαετίας του 1840 ήταν αναμφίβολα μεγαλύτερη από την ισχύ όλων των άλλων ευρωπαϊκών χωρών αλλά είχε χάσει έδαφος έναντι της Βρετανίας.
Παρά τα πλεονεκτήματα της, η Γαλλία ποτέ δεν έγινε βιομηχανική δύναμη ανάλογη με τη Βρετανία. Η εξήγηση για το παράδοξο αυτό φαινόμενο είναι η ίδια η Γαλλική Επανάσταση, που πήρε με το χέρι του Ροβεσπιέρου πολλά από όσα είχε προσφέρει με το χέρι της Συντακτικής Συνέλευσης. Το καπιταλιστικό μέρος της γαλλικής οικονομίας ήταν ένα εποικοδόμημα που χτίστηκε πάνω στα θεμέλια της αγροτικής και μικροαστικής τάξης. Οι ακτήμονες ελεύθεροι εργάτες περνούσαν με το σταγονόμετρο στις πόλεις. Τα τυποποιημένα φτηνά εμπορεύματα, που πλούτισαν τους βιομηχάνους αλλού, εδώ δεν είχαν μεγάλη, αναπτυσσόμενη αγορά. Η εξοικονόμηση κεφαλαίου ήταν μεγάλη, αλλά γιατί να επενδυθεί το κεφάλαιο αυτό στην εγχώρια βιομηχανία; Ο συνετός Γάλλος επιχειρηματίας έφτιαχνε είδη πολυτέλειας, όχι προϊόντα μαζικής κατανάλωσης. Ο συνετός χρηματιστής προωθούσε την ξένη, όχι την εγχώρια βιομηχανία, και μέσω Γαλλίας τροφοδοτούνταν η οικονομική ανάπτυξη άλλων χωρών (15.). Αν η επίδραση του Καθολικισμού υπήρξε τροχοπέδη και καθυστέρησε την βιομηχανική ανάπτυξη, είναι ένα ζήτημα που απαιτεί περαιτέρω έρευνα. Η γαλλική αριστοκρατία άφησε από νωρίς το εμπόριο στο μερκαντιλιστικό κράτος. Η παραδοσιακή αριστοκρατία παρέμεινε μια αριστοκρατία «του ξίφους». Κατά βάση Καθολική, απεχθανόταν την οικονομική δραστηριότητα. Από τις άλλες δύο αριστοκρατίες, αυτή της «τηβέννου» ασχολούνταν κατά κύριο λόγο με νομικά ζητήματα και είχε μικρή ανάμειξη σε εμπορικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες. Αντίθετα, αυτή των κατόχων δημοσίων θέσεων και την εποχή του μερκαντιλιστικού κράτους και κατά τη Δεύτερη Αυτοκρατορία ενθάρρυνε ενεργά την οικονομική ανάπτυξη αν και δε συμμετείχε άμεσα σε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Από το 1850 και υπό την επίδραση των Σαινσιμονιστών (16.), εμφανίστηκαν κάποιοι επιχειρηματίες ευγενείς. Ωστόσο, στην πλειοψηφία της η γαλλική αριστοκρατία παρέμεινε αντικαπιταλιστική.
Οι κοινωνικές διαφορές: O σύνθετος και ρευστός χαρακτήρας της Βρετανικής αριστοκρατίας και η ανάδυση μίας νέας αριστοκρατίας στη Γαλλία.
Η αγγλική αριστοκρατία διαφέρει από τη γαλλική λόγω δύο σημαντικών χαρακτηριστικών. Πρώτον, υπάρχει ο θεσμός της πρωτοτοκίας. Μόνο ο μεγαλύτερος γιος, ή ο στενότερος άρρεν συγγενής κληρονομούσε την οικογενειακή ιδιοκτησία και τον τίτλο ευγενείας. Οι υπόλοιποι γιοι μετατρέπονταν σε μη ευγενείς. Αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτού του θεσμού ήταν ότι οι γόνοι αριστοκρατικών οικογενειών μπορούσαν να παντρευτούν μη ευγενείς και επομένως και μέλη της πλούσιας αστικής τάξης. Συνέπεια αυτής της διαδικασίας ήταν η δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου συγγενικών σχέσεων μεταξύ των δύο κοινωνικών ομάδων. Αυτός υπήρξε ένας αποφασιστικός παράγοντας που εμπόδισε την αγγλική αριστοκρατία να μετατραπεί σε κλειστή κάστα. Το άλλο ξεχωριστό χαρακτηριστικό είναι ότι ο κατώτερος τίτλος ευγενείας, του ιππότη, δεν ήταν κληρονομικός. Έτσι τα παιδιά των ιπποτών δεν ήταν ευγενείς και συνδέθηκαν κυρίως με παιδιά εύπορων γαιοκτημόνων χωρίς τίτλο. Με αυτό τον τρόπο, ένα σημαντικό κομμάτι της Αγγλικής αριστοκρατίας συνεχώς υποβιβαζόταν στην τάξη των γαιοκτημόνων, το gentry. Σε αυτό το επίπεδο, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ ευγενή και κοινού γαιοκτήμονα ήταν εξαιρετικά ρευστή. Την ίδια στιγμή, έμποροι, δικαστές και επαγγελματίες μπορούσαν να εισέλθουν στο gentry απλώς αγοράζοντας γη. Συμμετέχοντας στις δραστηριότητες των τοπικών γαιοκτημόνων, μπορούσαν να εξασφαλίσουν θέση στο Κοινοβούλιο και στην πορεία να αποκτήσουν τίτλο.
Στη Γαλλία αντίθετα όλοι οι αρσενικοί απόγονοι κληρονομούσαν τον τίτλο ευγενείας. Η Γαλλική Επανάσταση τερμάτισε βίαια το μεγαλύτερο τμήμα της αριστοκρατικής γαιοκτησίας μέσω της απαλλοτρίωσης ή της δήμευσης. Μετεπαναστατικά, τμήματα της παλιάς αριστοκρατίας συνδέθηκαν με πλούσιους μη ευγενείς που είχαν αποκτήσει εκκλησιαστική ή αριστοκρατική γη και ιδιοκτησία κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Τα δύο στρώματα δημιούργησαν την τάξη των νοτάριων, ένα κοινωνικά σύνθετο σχηματισμό πλουσίων ιδιοκτητών, που αντλούσε τα εισοδήματα του από εκμισθώσεις και κρατικά δάνεια. Οι πολιτικές διαφορές στο εσωτερικό του κοινωνικού αυτού μορφωματός δεν εμπόδισαν τη δημιουργία ισχυρών κοινωνικών δεσμών, καθώς, ειδικά μετά το 1830, η Παρισινή κοινωνία και πολιτική άφηνε όλο και λιγότερο χώρο για αριστοκράτες. Στη Γαλλία η αριστοκρατία έπαψε να αποτελεί σημαντική πολιτική και κοινωνική δύναμη μετά το 1830. Η σύγκρουση μεταξύ Βουρβώνων, Βοναπαρτιστών και Oρλεανιστών, συνέβαλε στην περαιτέρω αποδυνάμωση των ευγενών, και η αριστοκρατία έχασε όλη της τη συνοχή και επιρροή.
7. D. LIEVEN, The Aristocracy in Europe 1815-1914, σελ. 74-75.
8. KOCKA and MITCHELL, Bourgeois Society in Nineteenth-Century Europe, σελ.77.
9. W. SOMBART, Ο Αστός: Πνευματικές προϋποθέσεις και ιστορική πορεία του Δυτικού καπιταλισμού, σελ. 143, «εδώ (στη Φλωρεντία), για να το αναφέρουμε κι αυτό, διαμορφώθηκε για πρώτη φορά στην πιο εμπλουτισμένη της μορφή η στατιστική θεώρηση των πραγμάτων...Η Ιταλία είναι ασφαλώς η χώρα όπου το κεφαλαιοκρατικό πνεύμα εκδηλώνεται νωρίτερα....ήδη τον 14ο αιώνα το μετατρέπει σε μαζικό φαινόμενο».
10. E. J. HOBSBAWM, Η Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, σελ.86-88.
11. «Το «οικοτεχνικό σύστημα» που αποτελεί ενδιάμεσο στάδιο βιομηχανικής ανάπτυξης ανάμεσα στην οικιακή παραγωγή ή τη χειροτεχνία και στη σύγχρονη βιομηχανία, μπορεί να προσλάβει αναρίθμητες μορφές, κάποιες από τις οποίες πλησιάζουν αρκετά στο εργοστασιακό σύστημα. Όταν ένας συγγραφέας του 18ου αιώνα μιλάει για «βιομηχανίες», σχεδόν πάντοτε, και σε όλες τις δυτικές χώρες, αυτό εννοεί.», E. HOBSBAWM, H Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, σελ.60, υποσημείωση
12. Le negociant patriote (1779), σελ.13, (παραπομπή από τον «Αστό» του Sombart).
13. G. FAGNIEZ, L' economie sociale de la France sous Henry IV (1897), σελ.253
14. W. SOMBART, Ο Αστός: Πνευματικές προϋποθέσεις και ιστορική πορεία του Δυτικού καπιταλισμού, σελ.147-150.
15. E. J. HOBSBAWM, Η Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, σελ. 252-254.
16. Σαινσιμονιστές: Ομάδα διανοουμένων που πήρε το όνομα της από τον αρχηγό και ηγέτη της Saint-Simon, έναν από τους πρώτους «ουτοπικούς» σοσιαλιστές., μολονότι η σκέψη του είναι στην πραγματικότητα αρκετά επαμφοτερίζουσα. Ήταν ο απόστολος του «βιομηχανισμού» και των «βιομηχάνων» (δύο λέξεις που επινόησαν οι Σαινσιμονιστές). Οι μαθητές του έγιναν σοσιαλιστές, τολμηροί τεχνολόγοι και κεφαλαιούχοι ή βιομήχανοι, ή και τα δύο μαζί, το ένα μετά το άλλο. Ο Σαινσιμονισμός καταλαμβάνει λοιπόν ιδιότυπη θέση στην ιστορία τόσο της καπιταλιστικής όσο και της αντικαπιταλιστικής ανάπτυξης. Το πόσο αμφίσημες ήταν οι θέσεις τους αντανακλάται στο οι Γάλλοι Σαινσιμονιστές που επρόκειτο να γίνουν κολοσσοί του μεγάλου κεφαλαίου και της βαριάς βιομηχανίας δεν είχαν αποφασίσει τη δεκαετία του 1830 αν ήταν ο σοσιαλισμός ή ο καπιταλισμός ο καλύτερος τρόπος που θα οδηγούσε στο θρίαμβο της βιομηχανίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
-David Carradine, The Decline and Fall of the British Aristocracy, New Haven, Conn. και Λονδίνο, 1990.
-David Carradine, Class in Britain, Yale University Press, New Haven and London, 1998.
-David Higgs, Nobles in Nineteenth Century France: The Practice of Inegaletarianism, Baltimore and London, 1987.
-Dominic Lieven, The Aristocracy in Europe 1815-1914, Columbia University Press, 1994.
-Arno Mayer, The Persistence of the Old Regime, Europe to the Great War, Pantheon Books, Ν. Υόρκη, 1990.
-Jurgen Kocka, Alan Mitchell (επιμ.), Bourgeois Society in Nineteenth-Century Europe, Λονδίνο, Berg Publishers, 1992.
-Werner Sombart, Ο Αστός: Πνευματικές Προϋποθέσεις και Ιστορική Πορεία του Δυτικού Καπιταλισμού, Duncker & Humblot, Βερολίνο, 1913.
-Eric Hobsbawm, Η Εποχή των Επαναστάσεων, 1789-1848, New American Library, ΗΠΑ και Καναδάς, 1962.
-G. Fagniez, L' economie sociale de la France sous Henry IV, Paris, 1897.