Σύνδεση

Σύνδεση

Σαμουράι

Το τέλος της αρχαίας Ιαπωνίας και οι πολεμιστές των πρώιμων αιώνων ( 9ος-12ος αι.)

Η εικόνα που έχουμε για τους Σαμουράι, την πεμπτουσία της ελίτ των πολεμιστών που επικράτησαν στην ιστορία της Ιαπωνίας για 900 χρόνια, βασίζεται κυρίως στη δραστηριότητα και τον τρόπο ζωής λίγων επιφανών Σαμουράι κατά την περίοδο του Edo (1603 – 1868), κατά τη διάρκεια της οποίας η Ιαπωνία δεν ενήργησε καμία πολεμική σύρραξη. Αυτοί οι άριστοι δεξιοτέχνες του σπαθιού απέκτησαν τη φήμη τους επειδή προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την περί δικαίου αντίληψή τους με τη δύναμη των όπλων.

Η ελεύθερη και επαναστατική τους στάση, όμως, επηρέασε τον κουρασμένο, τότε, όπως και τώρα, από τη διαφθορά ιαπωνικό λαό κι, έτσι, αυτοί που ζούσαν με γνώμονα τον κώδικα τιμής και την αυτοπειθαρχία ήταν ευρέως θαυμαστοί ως αληθινοί υποστηρικτές της βασικής αρχής 'Bushi-do' ("ο κώδικας ηθικής του πολεμιστή"). Ωστόσο, οι περισσότεροι απ' αυτούς τους άνδρες δεν ήταν στην πραγματικότητα πολεμιστές (η λαϊκή σατιρική ποίηση στα τέλη της περιόδου του Edo τους σατίριζε ως αξιωματούχους που δεν μπορούσαν καν να ιππεύσουν ένα άλογο). Οι Samurai στα μάτια του λαού της Ιαπωνίας ήταν απλά αυτοί που είχαν το δικαίωμα να οπλοφορούν προβάλλοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο την κοινωνική τους θέση.

Μια πρόσφατη ταινία του Χόλιγουντ παρουσιάζει την προσπάθεια της Ιαπωνίας να επανεξοπλιστεί και να ξαναεκπαιδεύσει νέους πολεμιστές σε μία περίοδο όπου η χώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει εσωτερικούς και εξωτερικούς αντιπάλους στα μέσα του 19ου αι. Έτσι, σύμφωνα με την ταινία, η Ιαπωνία αγόρασε όπλα από δυτικές χώρες, όπως η Βρετανία, η Γαλλία και οι Η.Π.Α., προσέλαβε δυτικούς μισθοφόρους για να εκπαιδεύσουν τους νεοκατατασσόμενους (πολλοί από τους οποίους ήταν απλοί πολίτες) στη χρήση των δυτικών όπλων. Μεταξύ αυτών και των πολεμιστών της παλιάς εποχής υπήρχε ασύγκριτη διαφορά. Το ήθος, η ιππική ικανότητα, οι πρακτικές πολεμικές δεξιότητες, πόσο μάλλον η εμπειρία, είχαν πλέον χαθεί: οι Ιάπωνες έπρεπε να χτίσουν από το μηδέν ένα μόνιμο στρατό, παρόλο που οι Samurai με τη δυτικοποίηση της Ιαπωνίας είχαν σχεδόν εξαφανιστεί. Οι τελευταίοι ήταν πάντα πρόθυμοι να προσαρμοστούν και να εξελιχθούν, ακολουθώντας τις πιο σύγχρονες για την εποχή τους τάσεις στα όπλα και τις τεχνικές.

Στην πραγματικότητα δεν ήταν πάντα οι πολεμιστές του σπαθιού. Αρχικά παρουσιάστηκαν ως ιππείς με ελαφρύ οπλισμό, όπως οι νομαδικοί πολεμιστές της Κεντρικής Ασίας. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, σχημάτισαν μεγάλο στρατό από συνδυασμένα όπλα. Με την έλευση των πρώτων Ευρωπαίων στα τέλη του 15ου αι. άμεσα εφάρμοσαν τη μαζική χρήση των πυροβόλων όπλων. Κατά τη διάρκεια της ειρηνικής περιόδου του Edo λειτούργησαν περισσότερο ως αστυνομική δύναμη και με την έναρξη της Βιομηχανικής περιόδου επαναπροσδιορίστηκαν ως πολεμιστές των μηχανικών όπλων.

Σαμουράι

Η προέλευσή τους

Η έναρξη της περιόδου των Samurai ήταν άμεση συνέπεια κοινωνικο-οικονομικών και πολιτικών αναταραχών στην αρχαία Ιαπωνία. Αυτή η κατάσταση, που θεμελιώθηκε στο Κιότο και στη Νάρα στο δυτικό τμήμα της Ιαπωνίας τον 7ο-8ο αι., ήταν ένα σχεδόν πανομοιότυπο αντίγραφο αν και μικρότερο, της Κινεζικής Αυτοκρατορίας κατά τη δυναστεία των T'ang (618 – 907), αν κρίνει κανείς από το σχεδιασμό των πόλεων έως το νομοθετικό σύστημα που ρύθμιζε την ιδιοκτησία της γης, τη φορολογία και τη δικονομική διαδικασία. Οι γαιοκτήμονες ευγενείς, που βρίσκονταν στην υπηρεσία των Αυτοκρατόρων, διαμόρφωσαν την ελίτ της εξουσίας. Επέλεξαν τον κινεζικού-τύπου Βουδισμό ως επίσημη θρησκεία της χώρας. Αρχικά, το καθεστώς αυτό ήταν σε θέση να ελέγξει αποτελεσματικά μόνο το δυτικό μισό των Ιαπωνικών νησιών. Ωστόσο, από τον 8ο αι. και πλέον η εξουσία του επεκτεινόταν σημαντικά προς τα νοτιοανατολικά, προκαλώντας βίαιες αντιδράσεις από τους ντόπιους κατοίκους των νησιών.

Οι ντόπιοι αυτοί αποκαλούνταν με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς, όπως Ezo ή Emishi, οι οποίες σημαίνουν "ξένος" και "βάρβαρος" αντίστοιχα. Τους αντιμετώπιζαν συνήθως ως βαρβάρους ή, ακόμη και ως ανθρωποειδή, και οι αιχμάλωτοι πολέμου μεταφέρονταν ως σκλάβοι, και μάλιστα χαριστικά, στην Κίνα, εκτός από εκείνους που επέλεγαν ν' αφομοιωθούν από το σύστημα και να εγκατασταθούν σε οποιοδήποτε άλλο μέρος στην Ιαπωνία. Ωστόσο, αυτή η κατάσταση δεν ήταν απλά ένα καθεστώς Κινέζων και Κορεατών εμιγκρέδων που προσπαθούσαν να υποτάξουν τους ντόπιους Ιάπωνες. Και ενώ οι Ιάπωνες θεωρούσαν τους εαυτούς τους εκσυγχρονιστές και εκπολιτιστές, οι "βάρβαροι" ήταν κυρίως αυτοί που δεν αποδέχτηκαν την ιαπωνική ιδέα του εκπολιτισμού περισσότερο για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους παρά ως εθνικές ή φυλετικές ομάδες που πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους. Στον 9ο και 10ο αι., όποιος εγκατέλειπε τη γεωργία και αρνούταν να πληρώσει φόρο θεωρούνταν ένας εξ αυτών των βαρβάρων τύπου Ezo, ακόμη κι αν στο παρελθόν υπήρξε Ιάπωνας έποικος στην υποανάπτυκτη μεθόριο.

Οι Ιάπωνες ιστορικοί πρόσφατα ερεύνησαν την πολύπλοκη και πολυτάραχη εικόνα στις ανατολικές και βόρειες περιοχές, όπου οι συγκρούσεις μεταξύ των αποίκων και των ντόπιων έδωσαν το έναυσμα για την άφιξη των Samurai και οδήγησαν στην κατάληψη τους από τη χώρα στο τέλος του 12ου αι. Η προέλευση αυτών των πολεμιστών δεν είναι ακόμη εξακριβωμένη, καθώς αλλοιώθηκε από τοπικούς και εθνικούς μύθους και εκδοχές μιας ιστορίας στρεβλωμένης από τα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης. Οι μελετητές, πάντως, συμφωνούν σε ένα πράγμα: για να χαρακτηριστεί κάποιος Samurai έπρεπε να έχει το πνεύμα του ανεξάρτητου πολεμιστή, ο οποίος αναζητά να διαγράψει τη δική του εξατομικευμένη πορεία. Δεν επρόκειτο για στρατευμένους πολεμιστές στις υπηρεσίες και τις εντολές της άρχουσας τάξης.

Ορισμένοι από αυτούς τους πολεμιστές ήταν ευγενείς που αναζητούσαν νέες ευκαιρίες στην άγρια Aνατολή. Αρχικά διορίστηκαν ως διοικητές ή υπάλληλοι της κυβέρνησης, προκειμένουν να επιβλέπουν την ανάπτυξη των νέων αποικιακών επαρχιών. Ήταν φυσιολογικό γι αυτούς να σχηματίζουν ομάδες μισθοφόρων ελεύθερης εκκίνησης, προσφέροντας έτσι ενεργητικά τις υπηρεσίες τους στην ηγεσία. Ωστόσο, με την αποστολή τους σε απομακρυσμένες περιοχές, η πραγματική κατάσταση προφανώς τους έκανε να αναθεωρήσουν σχετικά με τα καθήκοντά τους, καθώς οι προσπάθειές τους υποτιμήθηκαν από την κυβερνώσα ελίτ, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορούσε να τους απομακρύνει θεωρώντας τους πλέον ένα με τους ντόπιους. Αφού λοιπόν αυτός ήταν ο τρόπος αντιμετώπισής τους κι αφού είχαν τη δυνατότητα να συσσωρεύσουν πλούτο και δύναμη για τους εαυτούς τους, ήταν πιο λογικό και αναμενόμενο να αναπτύξουν τις σχέσεις τους με τους ντόπιους, παρά να ελπίζουν ματαίως για ανέλιξη κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας παραμονής τους εκεί (επισήμως για τέσσερα χρόνια ή και περισσότερο).

Σε μερικές περιπτώσεις παντρεύονταν ντόπιες γυναίκες. Παρότι όμως εργάζονταν ως αστυνομική δύναμη ή επιστάτες σε κτήματα, συνειδητοποίησαν ότι προκειμένου να διατηρήσουν το νόμο και την τάξη και να κάνουν την οικονομία πιο λειτουργική, έπρεπε να ενεργήσουν σύμφωνα με όσα όριζαν τα τοπικά ήθη, έθιμα και παραδόσεις (όπως για παράδειγμα, στην περίπτωση της αυτοδικίας, η οποία ήταν μία αποδεκτή μορφή απονομής δικαιοσύνης). Αναπόφευκτα λοιπόν, αυτοί οι αξιωματούχοι κάποιες φορές δεν πειθαρχούσαν στις εντολές της ηγεσίας τους. Ορισμένοι μάλιστα άρχισαν να δρουν αυτόνομα, σύμφωνα με τις συνειδησιακές ή συναισθηματικές τους επιταγές και τα προσωπικά τους συμφέροντα. Στην πραγματικότητα αυτοί οι ευγενείς συγχωνεύτηκαν με τους πλέον βάρβαρους τους οποίους κλήθηκαν να εκπολιτίσουν και να τιθασεύσουν, μετατρέποντας τους εαυτούς τους σε μία νέα κατηγορία τοπικών ευπόρων διοικητών.

Οι ντόπιοι, από την άλλη, είχαν σε εξέλιξη το θέμα του δικού τους αποικισμού. Ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι είχαν ξεκινήσει να μεταναστεύουν προς το νότο από τον 3ο αι. λόγω των κλιματικών αλλαγών. Ήταν άριστοι κυνηγοί. Όμως, καθώς ο εποικισμός του ιαπωνικού αγροτικού κόσμου απειλούσε να συνθλίψει τη βιοτική τους σφαίρα, συγκρούστηκαν αρχικά με τους αποίκους και τους αξιωματούχους πιθανόν τον 7ο αι. Η αντίστασή τους ήταν πολύ σθεναρή και οι Ιάπωνες μέτρησαν πολλές ήττες. Μερικοί άποικοι, μάλιστα, εγκατέλειψαν ακόμη και τις θυτείες ρυζιού (οι ντόπιοι προτιμούσαν ένα είδος ζωής με βάση το κυνήγι σ΄αυτό το μέρος της Ιαπωνίας, όπου το κυνήγι και τα ψάρια ήταν άφθονα, αλλά στην περιοχή οι χαμηλές θερμοκρασίες δεν ευνοούσαν την καλλιέργεια ρυζιού) και συγχωνεύτηκαν με τους ντόπιους.

Παρόλες όμως τις αντιξοότητες που αντιμετώπιζαν, δεν σχημάτισαν ένα αντίπαλο καθεστώς ώστε να προκαλέσουν τους Ιάπωνες. Έτσι, καθώς πολλοί ντόπιοι είχαν αφομοιωθεί και είχαν περιέλθει σε αδράνεια, κάποιοι άλλοι πολέμαρχοι ενίσχυσαν τόσο τη δύναμή τους ώστε σχημάτισαν τους δικούς τους ιδιωτικούς στρατούς, οι οποίοι συχνά έφεραν παράνομο οπλισμό. Θα μπορούσαν να καταστούν χρήσιμοι ως στρατιωτική δύναμη για τους Ιάπωνες αν δεχόταν να συμμαχήσουν, αλλά το να τους θέσει κάποιος υπό έλεγχο δεν ήταν εύκολη υπόθεση: θα μπορούσαν να εργάζονται για την κυβέρνηση προκειμένου να έχουν υλικές απολαβές (όπως τίτλοι, γη ή ακόμη και δικαίωμα για εμπορικές δραστηριότητες με την έγκριση της κυβέρνησης). Αν δεν ανταμοίβονταν αναλόγως, θα μπορούσαν εύκολα να επιστρέψουν πίσω στο πλέον επικερδές πεδίο τους, τις ληστείες και τις εν γένει εγκληματικές δραστηριότητες, καραδοκώντας να επιτεθούν στους Ιάπωνες εποίκους και τους εμπόρους. Επιπλέον, αυτοί οι οπλαρχηγοί ήταν σχεδόνα πάντα πρόθυμοι να πολεμούν μεταξύ τους για ένα κομμάτι γης ή για να ξεκαθαρίσουν παλιές εκκρεμότητες.

Μέσα σε αυτό το αρχέγονο χάος, ανάμεσα σε αβέβαιους αξιωματούχους και σε οπλισμένους βαρβάρους, έμελε να κάνει επιτυχώς αισθητή την παρουσία της μία ομάδα ανθρώπων με ηγετικές ικανότητες επιβάλλοντας την τάξη και εμπνέοντας εμπιστοσύνη μέσω μιας δύναμης άγριας και συνάμα ατόφιας (της οποίας το πνεύμα, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, έχει μεταλαμπαδευτεί στις σύγχρονες εγκληματικές συμμορίες Yakuza) από τον 9ο αιώνα και μετά. Ο ιδιωτικός τους στρατός προσέλκυσε πολλούς περιθωριακούς που είτε έδειχναν λίγη ή καμία υπακοή στο τότε ιαπωνικό κατεστημένο, στους κόλπους των οποίων συμπεριλαμβάνονταν ντόπιοι που αφομοιώθηκαν, φτωχοί Ιάπωνες αγρότες και εγκληματίες. Προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στους ανωτέρους τους (η λέξη 'samurai' σημαίνει κάποιον που υπηρετεί) σε αντάλλαγμα για το περιβάλλον προστασίας που εκείνοι τους παρείχαν, το οποίο χαρακτηρίζονταν ως οικογενειακό σύστημα φυλής ή ένα πρωτόγονο φεουδαρχικό σύστημα. Οι ηγέτες τους προσπάθησαν να ενισχύσουν την εξουσία τους αναπτύσσοντας την τοπική γεωργία, τη βιομηχανία (όπως η παραγωγή μεταξιού) το εμπόριο και μέλημά τους ήταν η διατροφή του κύκλου των δικών τους ανθρώπων.

Περιττό, βέβαια, να πούμε, ότι ήταν οπλισμένοι σχεδόν πάντα και παντού για λόγους αυτοάμυνας. Οι Ιάπωνες ιστορικοί χρησιμοποιούν τον όρο στρατιωτική ανώτερη τάξη γι αυτούς, καθώς, σε αντίθεση με τους αριστοκράτες, η κατοχή γης και όπλων ήταν τυπικά παράνομη. Ως εκ τούτου, οι μελετητές προτείνουν έναν ακόμη ορισμό των 'Samurai': οι πολέμαρχοι αυτοί ήταν ηγετικά πρόσωπα που έμεναν στην ιαπωνική ύπαιθρο και οπλίζονταν όπως απαιτούσαν οι εκάστοτε αποστολές τους, οι οποίες δεν είχαν να κάνουν με εξουσιαστικές εντολές άνωθεν. Επιθυμούσαν τη νομιμοποίηση του καθεστώτος τους και δεν ήταν αντίθετοι με την ιδέα του να εξυπηρετούν ή να ανοίγουν κύκλους συμμαχίας, μέσω ενός γάμου με γόνους αριστοκρατικών οικογενειών προκειμένου η κυριαρχία τους να αποκτήσει ισχύ και νομιμότητα. Μερικοί άρχοντες μάλιστα έφταναν στο σημείο της πλαστογράφησης εγγράφων προκειμένου να παρουσιάσουν μία ευγενική ή ακόμη και βασιλική καταγωγή. Αυτοί οι πρώιμοι άρχοντες Samurai δεν νομιμοποιούνταν να φέρουν τον τίτλο του 'Shogun', ο οποίος αντιστοιχεί σ' αυτόν του 'διοικητή στρατού'. Όμως από τον 12ο αιώνα, κάποιοι ισχυροί άρχοντες είχαν διορισθεί ως Shogun, για να πολεμήσουν την άρχουσα τάξη. Μερικοί από τους πλέον ισχυρούς άρχοντες Samurai ήταν ικανοί ακόμη και να έλθουν αντιμέτωποι με τους ευγενείς που θεωρούσαν τους εαυτούς τους απόλυτους κυρίαρχους και τους Samurai ταπεινής προέλευσης πληρωμένα εκτελεστικά όργανα.

Όμως, όταν οι ισχυρότατοι πλέον Samurai ανέπτυξαν δεσμούς με τους πιο επιφανείς ευγενείς και έλαβαν ηγετικές θέσεις, φάνηκαν να ξεχνούν τις ρίζες τους και δεν έδιναν σημασία στα συμφέροντα του λαού. Η δυσαρέσκεια ήταν σύνηθες φαινόμενο και ως εκ τούτου η εσωτερική ασφάλεια ήταν αδύναμη. Τον 12ο αιώνα, διαμάχες για την εξουσία μεταξύ αντιπάλων οικογενειών της ελίτ στην πρωτεύσουσα, που βρίσκονταν σε επαφή με αυτούς της επαρχίας, όχι μόνο οδήγησαν σε περαιτέρω αποσταθεροποίηση της κατάστασης, αλλά έδωσαν επιπλέον ευκαιρίες σε ισχυρές οικογένειες πολεμιστών ώστε να συγκεντρώσουν μεγαλύτερη δύναμη.

Στο τέλος του αιώνα, καθώς η μεσαιωνική αυτή κατάσταση της Ιαπωνίας απειλούσε όλο και περισσότερο τη σταθερότητα της χώρας, η αναστάτωση των σχέσεων εξουσίας μεταξύ της υπεροπτικής ευγενικής τάξης και των απογοητευμένων πολεμιστών της χώρας τελικά άλλαξε ριζικά μορφή: εφόσον οι κυβερνώντες ήταν τόσο ανήμποροι και διεφθαρμένοι, μία άλλη νέα ηγεσία έπρεπε να αναλάβει τα ηνία αποτελούμενη από τα πιο ισχυρά μέλη των Samurai, που ήταν de facto διοικητές της χώρας. Μετά την ήττα της ισχυρής οικογένειας Taira που κυριαρχούσε στο πολιτικό πεδίο σε βάρος του λαού της χώρας, η πρώτη bakuhu (που κατά λέξη σημαίνει η "σκηνή του διοικητή") ηγεσία ξεκίνησε στην περιοχή Kamakura από τη φατρία Minamoto, οι οποίοι είχαν δομήσει τη βάση της εξουσίας τους ελέγχωντας τα πληθυσμιακά κέντρα και τους κόμβους επικοινωνίας στην ανατολή και στο βορρά, σε ca.1192, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή διπλής διακυβέρνησης, της οποίας η συνολική δύναμη σταδιακά μεταφέρονταν στην ηγεσία Bakuhu. Για τα επόμενα 400 χρόνια, οι πολεμιστές Samurai κυριαρχούσαν στο πεδίο των αγώνων για εξουσία, οι οποίοι τελικά έληξαν με τη θεμελίωση της περιόδου διακυβέρνησης του Edo (το σύγχρονο Τόκιο) Bakuhu από τη φυλή Tokugawa στο ξεκίνημα του 17ου αιώνα, η οποία επέφερε εσωτερική σταθερότητα, εδαφική ακεραιότητα και πολιτιστική ενότητα και ομοιομορφία, στοιχεία που αργότερα θα κληρονομούνταν από τη σύγχρονη Ιαπωνία.

Σαμουράι

Ο τρόπος πολέμου

Σε αντίθεση με τους τελευταίους εκπροσώπους της περιόδου των Samurai, που βασικά τους όπλα ήταν το σπαθί και η λόγχη, οι πρώιμοι Σαμουράι μοιάζαν τεχνικά περισσότερο με τους Μογγόλους ή Τούρκους ιππείς, παρόλο που δεν είναι σαφές το πως οι πρώτοι υιοθέτησαν Κεντροασιατικές πολεμικές τεχνικές.

Κύριο χαρακτηριστικό του πολεμικού στυλ των πρώιμων Σαμουράι είναι η χρήση του ιππικού ως κύριας δύναμης. Η έμφαση στην έφιππη τοξοβολία, η οποία συντίθετο από μία ποικιλιμορφία ικανοτήτων, συμπεριλαμβανομένης και της γνωστής βολής parthian, των πολεμικών ικανοτήτων και της τακτικής που εξελίχθηκε από την αψιμαχία και τη μονομαχία, το συνδυασμό κινητικότητας και χαλαρού σχηματισμού, με το πεζικό να παίζει δευτερεύοντα και επιβοηθητικό ρόλο.

Στα πρώτα χρόνια του αρχαίου ιαπωνικού κράτους, οι πόλεμοι γίνονταν συνήθως για λόγους προστασίας των οικισμών και των καλλιεργειών από τις επιθέσεις των ντόπιων και για λόγους τιμωρίας των διαφόρων παραβατών. Οι πρώιμοι Samurai ήταν συνήθως πρώην στρατιώτες και αξιωματούχοι που είχαν πολεμήσει κατά το παρελθόν στον κυβερνητικό στρατό, ιδίως στα σώματα των υψηλών πολεμιστών που δρούσαν ως έμπειροι εκπαιδευτές, ανοίγοντας δρόμο για τους δυσκίνητους πεζούς στρατιώτες, κινούμενοι στα επίμαχα σημεία (εννοείται ότι αυτό συνέβαινε όταν ο στρατός ήταν περισσότερο ευάλωτος). Με εφόδια τις υψηλού επιπέδου γνώσεις τους στο πεδίο της μάχης ανέπτυξαν ηγετικές ικανότητες. Αλλά αυτό που είναι πλέον αξιοσημείωτο είναι η διαπίστωση ότι το πολεμικό τους στυλ αντικατοπτρίζει τον τύπο του αντιπάλου τον οποίο μάχονταν.

Ο 8ος αιώνας ήταν μια απογοητευτική στιγμή για τον ιαπωνικό στρατό, καθώς συχνά τα στρατεύματά του συχνά εξουδετερώνονταν από πιο μικρούς, αλλά ευέλικτους εχθρούς Ezo στα βόρεια, που τους έστηναν ενέδρα με όπλο το ανώτερο επίπεδο στην έφιππη τοξοβολία.ii Ο πρώτος 'Seii Tai Shogun' ('βάρβαρος που καθυπόταξε εξέχοντα στρατηγό') που υπάρχει καταγεγραμμένος στην ιστορία, ο Tamuramaro, αξιωματούχος αριστοκρατικής καταγωγής περισσότερο, παρά Samurai, απέφυγε επιδέξια να παρασυρθεί σε μία μάταιη καταδίωξη. Ίδρυσε αμυντικές περιμέτρους και έχτισε φρούρια από τα οποία οι κινητές του δυνάμεις απείλησαν την καρδιά των εχθρικών εδαφών άμεσα. Ενώ οι Ezo ήλπιζαν να κατατροπώσουν έναν ή δύο στρατούς απόσπασης, είδαν τελικά τα ίδια τα χωριά τους και τα εδάφη κυνηγιού να καταστρέφονται από την επέλαση του Shogun. Έτσι, καταβεβλημένοι, αναγκάστηκαν να αποδεχτούν μια συμφωνία μαζί του και συμφώνησαν κατ'αρχήν να ενσωματωθούν στο ιαπωνικό κρατικό σύστημα. Η συγκεκριμένη εκστρατεία έδειξε το είδος της στρατηγικής και της πολεμικής ικανότητας που ήταν απαραίτητες για την αντιμετώπιση αυτών των βαρβάρων.iii

Αυτού του είδους οι εμπειρίες μετέτρεψαν τους Ιάπωνες σε ικανούς, άριστους δεξιοτέχνες της έφιππης τοξοβολίας, οι οποίοι δρούσαν σε μικτούς σχηματισμούς. Σε πολλές περιπτώσεις, οι αιχμάλωτοι ντόπιοι απασχολούνταν ως βοηθητικό προσωπικό και συνήθως ήταν πολύ αποτελεσματικοί. Η επιτυχία τους αναπόφευκτα έδωσε περαιτέρω έμφαση στο μαχητικό στυλ που όλοι έπρεπε να υιοθετήσουν. Η τοξοβολία και οι ιππικές δεξιότητες επιβραβεύονταν ιδιαίτερα. Η κινητικότητα και η ευελιξία τους ήταν πολύ σημαντική, λόγος για τον οποίο επέλεγαν τη χρήση του δέρματος αγελάδας για την κάλυψη της ασπίδας, καθώς αυτό το υλικό είναι προφανώς ελαφρύτερο από το μέταλλο.iv

Σε μεταγενέστερους αιώνες ολοένα και περισσότεροι πόλεμοι διεξάγονταν μεταξύ των αρχηγών των Samurai για τη διεκδίκηση εδαφών. Η αντοχή του πεζικού έιγνε κατ΄ αυτόν τον τρόπο πιο πολύτιμη και το ιππικό σταδιακά έγινε λιγότερο σημαντικό για την ιαπωνική πολεμική τέχνη.v Μέχρι τον 14ο αιώνα, οι μικτοί σχηματισμοί που δεν περιελάμβαναν μόνο έφιππους, αλλά και πεζούς τοξοβόλους και δορατοφόρους έγιναν πιο συχνοί. Οι στρατιώτες κατώτερης τάξης ήταν αγρότες που καλούνταν να ανταπεξέλθουν στις κινητικές επιθέσεις με ποικίλα οπλικά συστήματα. Οι περισσότερες μάχες δίνονταν σε σταθερά σημεία, γεγονός το οποίο οδήγησε στην θεμελίωση οχυρών και κάστρων. Στα τέλη του 16ου αιώνα της εποχής Sengoku, ένας πολέμαρχος χρησιμοποίησε ένα μαζικό σχηματισμό από σωματοφύλακες σε μία στατική, αμυντική μάχη, προκειμένου να νικήσει μία έφιππη έφοδο σε έναν τακτικό θρίαμβο παρόμοιο μ' αυτόν των Άγγλων στη μάχη του Agincourt.

Samurai

Ο οπλισμός των Σαμουράι

Πριν γίνουν οι παραπάνω αλλαγές, το κύριο όπλο των Samurai δεν ήταν το σπαθί. Έδιναν τις μάχες είτε έφιπποι είτε έχοντας ξεπεζέψει, αλλά το κύριο όπλο τους ήταν το τόξο. Για πολλά χρόνια οι Ιάπωνες ιστορικοί θεωρούσαν το τόξο το όπλο που απέπνεε το γόητρο των ευγενών αρχόντων, αν και πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι επρόκειτο για το πιο αποτελεσματικό όπλο, δοκιμασμένο στα παλιά ιαπωνικά πεδία μάχης και ως εγγύηση δολοφονικής δύναμης και συμβολική αξία έκφρασης κοινωνικής ανέλιξης οι πολεμιστές Samurai πρόθυμα το υιοθέτησαν στην πολεμική τους κουλτούρα.vi Χρησιμοποίησαν μακριά, ξύλινα και μετέπειτα κοντύτερα σύνθετα τόξα, τα οποία είναι παρόμοια μ'αυτά των Σκυθών ή των Τούρκων. Το δραστικό βεληνεκές των ξύλινων τόξων ήταν μόνο 10-20 μέτρα, αλλά για τις κοντινές ενέδρες και τις μάχες σώμα με σώμα ήταν συνήθως το όπλο πρώτης επιλογής. Στα μετέπειτα χρόνια, τα σύνθετα τόξα προτιμούνταν για τις βολές μεγαλύτερης εμβέλειας, όπου απαιτούνται ακρίβεια και δολοφονική δύναμη. Σε καιρό ειρήνης, το τόξο ήταν επίσης ένα αποτελεσματικό όπλο κυνηγιού, το οποίο προδίδει τη μη αγροτική τους νοοτροπία.

Το σπαθί χρησιμοποιούνταν όλο και περισσότερο από το τέλος του 10ου αιώνα, παρόλο που δεν απέκτησε κάποια κοινωνική αξία για μεγάλο χρονικό διάστημα (το σπαθί έγινε το όπλο των Samurai μόλις μετά τον 16ο αιώνα). Ανταποκρινόμενοι σε τρόπους διεξαγωγής μάχης και αντικειμενικούς πολεμικούς σκοπούς, αναδείχθηκαν διάφοροι τύποι σπαθιών. Τα πιο πρώιμα σπαθιά, σχεδιασμένα για τους πεζούς στρατιώτες που απασχολούσε η κυβέρνηση ήταν προορισμένα για βαθιά τραύματα (γεγονός το οποίο υποδηλώνει ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις πολέμησαν σε κλειστό σχηματισμό), και στα μεταγενέστερα χρόνια αυτοί οι τύποι εξελίχθηκαν σε σπαθιά για κοινούς στρατιώτες. Το σπαθί ήταν κυρίως προορισμένο για μάχη σώμα με σώμα μετά από προσπάθειες να επιφέρουν τραυματισμό με βέλη, αλλά η χρήση και η λειτουργία του άλλαξε με το πέρασμα του χρόνου.

Καθώς όλο και περισσότεροι άρχοντες Samurai ανταγωνίζονταν σφοδρά στη μάχη της υπεροχής και της εξουσίας για εδαφική κυριαρχία, τα μακριά, καμπυλωτά σπαθιά ήταν κατάλληλα για ελιγμούς και κινήσεις επιθετικές από ικανούς μεμονωμένους πολεμιστές σε περίπτωση μονομαχίας, όπως αυτές οι περιπτώσεις εμφανίζονται και καταγράφονται συχνά κατά τον 11ο αιώνα και μεταγενέστερα. Αυτό συμβαίνει κατά την περίοδο αλλαγής του βασικού τύπου σπαθιού από ευθύ σε καμπυλωτό, παρόμοιο με σπάθη. Σήμερα, τα εργαστήρια σπαθιού στην Ιαπωνία κυρίως κατασκευάζουν σπαθιά αυτού του τύπου. Τα κοντά σπαθιά, όπως και τα μαχαίρια χρησιμοποιούνταν πάντα για τον αποκεφαλισμό του εχθρού, για διάφορες ανάγκες στο πεδίο της μάχης και για τις αυτοκτονίες (π.χ. για λόγους τιμής μετά από μία ήττα) και για τη μαγειρική (προφανώς χρησιμοποιούνταν και ως κουζινομάχαιρα σε καιρό ειρήνης και ως όπλα ανάγκης για στρατιώτες κατώτερης τάξεως). Δεδομένου ότι η πολυπλοκότητα στη μάχη αυξανόταν, οι τύποι όπλου που χρησιμοποιούνταν από τους Samurai κάθε τάξης πολλαπλασιάζονταν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων τα οποία τεχνικά δεν ήταν σπαθιά, όπως πολεμικά άγκιστρα για την πολιορκία και ναυτικές πολεμικές επιχειρήσεις.

Σαμουράι

Το άλογο στην πολεμική κουλτούρα των Samurai

Το πρώτο ιαπωνικό κράτος ιδρύθηκε παράλληλα με την έλευση των αλόγων από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας. Επρόκειτο για μικρά και ανθεκτικά μικρόσωμα άλογα, παρόμοια με πόνυ, που χρησιμοποιούνταν από κτηνοτρόφους. Στην Ιαπωνία, τα άλογα χρησιμοποιούνταν στην πολεμική τεχνική από το τέλος του 4ου αιώνα, ιδιαίτερα στο δυτικό τομέα. Η σύμπτωση της χρονικής συγκυρίας έδωσε έμφαση στη θεωρία ότι οι πρώτοι Ιάπωνες ήταν στην πραγματικότητα αποικιοκράτες από τη Μογγολία, παρότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη ως προς αυτό (το πιο πιθανό είναι ότι η χρήση του ιππικού καθιερώθηκε από τους Κινέζους, οι οποίοι είχαν ήδη υιοθετήσει την πρακτική από τους κτηνοτρόφους της ενδότερης Ευρασίας στον 4ο αι. vii). Η χρήση της σέλας, αναβολέων, της ασπίδας και του τόξου εντοπίζεται από τα τέλη του 5ου αιώνα και μετά τον 6ο αιώνα καταγράφονται οι πρώτοι τοξότες ιππείς στα ιστορικά αρχεία.viii Κατά τη διάρκεια του 7ου και 8ου αιώνα, καθώς η αυτοκρατορική ισχύ εδραιώθηκε και αποκρυσταλλώθηκε, μονάδες πεζικού, αποτελούμενες από αγρότες, γύρω στους 1.000 άντρες η καθεμιά, αναπτύχθηκαν για να επιβάλουν την κυριαρχία τους. Οι καλύτεροι των στρατιωτών εκπαιδεύτηκαν ως έφιπποι τοξότες και ευρέως χρησιμοποιήθηκαν ως η ελίτ των στρατευμάτων για να πολεμήσουν κυρίως στην περιφέρεια της χώρας. Η ανατολική περιοχή του Musashi (στο δυτικό μισό του Τόκιο σήμερα), ήταν η καλύτερη περιοχή εκτροφής και αναπαραγωγής αλόγων στην Ιαπωνία και ως εκ τούτου χρησιμοποιούνταν ως βάση για τις εκστρατείες κατά των ντόπιων και των παρανόμων στα βόρεια και στα ανατολικά. Τα στρατεύματα αυτά επεκτείνονταν και συλλέγονταν όπλα και προμήθειες, παρά την εύθραυστη κατάσταση της ιαπωνικής διοίκησης στο σημείο αυτό. Πολλοί άρχοντες πολεμιστές σ' αυτή την περιοχή ήταν στην πραγματικότητα εκτροφείς αλόγων και παρείχαν μεταφορικές υπηρεσίες στην κυβέρνηση, τους ντόπιους αξιωματούχους και τους εμπόρους.

Οι συγκρούσεις μεταξύ των Samurai

Οι συγκρούσεις μεταξύ των Samurai

Οι μάχες μεταξύ των Samurai από τον 9ο έως τον 12ο αιώνα είχαν κυρίως προσωπική και τοπική διάσταση. Τα προβλήματα και οι διαφορές που προέκυπταν από ασήμαντες μικροσυγκρούσεις (όπως αυτές που προκαλούνταν όταν ο ένας πολεμιστής εξαπέλυε προσβολές έναντι άλλου, γεγονός το οποίο βέβαια αποτελούσε ζήτημα τιμής γι΄ αυτούς) και οι συγκρούσεις συμφερόντων συνήθως επιλύονταν με μονομαχία, δηλαδή στην πλειοψηφία των περιπτώσεων με αγώνα τοξοβολίας μεταξύ των αρχηγών Samurai. Στον αγώνα αυτό συνήθως συμμετείχαν και οι υπόλοιποι Samurai, στο πλευρό των αρχηγών τους, εξαπολύοντας βέλη με τους αντιπάλους τους και τη μάχη αυτή συνήθως ακολουθούσε η τελική μάχη σώμα με σώμα. Λέγεται μάλιστα ότι μερικές φορές η μονομαχία έληγε χωρίς θύματα, μετά το πέρας της επίδειξης των πολεμικών ικανοτήτων των αρχηγών Σαμουράι στην τοξοβολία, αν και αυτού του είδους οι εξευγενισμένες κινήσεις αποτελούσαν την εξαίρεση και ενδεχομένως εξιδανικεύονται στη λογοτεχνία. Συνήθως οι συγκρούσεις που ξεσπούσαν από σοβαρές διαφωνίες ήταν αιματηρές. Σε μια τυπική κατ' ιδίαν μάχη ο πολεμιστής Samurai χρησιμοποιούσε τις πιο ύπουλες μεθόδους, όπως οι αθόρυβες νυκτερινές επιθέσεις, η ρίψη φωτιάς και οι επιδρομές στα οχυρά και τις ατομικές ιδιοκτησίες του εχθρού, αντί των επίσημων μαχών στn ύπαιθρο. Η θανάτωση όλων των ανδρών που υπήρχαν στο σπίτι του εχθρού ήταν βασικό μέρος της τακτικής τους.

Επίσης, ενώ οι περισσότεροι πολεμιστές (κυρίως της ανώτερης τάξης) πολεμούσαν με τόξα, όταν ο εχθρός είχε ήδη χτυπηθεί και αποδυναμωθεί, το τελικό χτύπημα επιφέρονταν με το σπαθί. Η τελευταία πράξη μάλιστα του πολεμιστή ήταν να αποκεφαλίσει τον εχθρό του ως απόδειξη και τρόπαιο της νίκης.ix Μερικές φορές μάλιστα το κυνήγι της κεφαλής του εχθρού (λογοτεχνικώς ειπείν!) μπορούσε εύκολα να οδηγήσει σε μια φρενίτιδα φρικιαστικής σφαγής, στην οποία οι στρατιώτες κυρίως της κατώτερης τάξης προσπαθούσαν να πιάσουν τον εχθρό που είχε πέσει και να τον αποκεφαλίσουν με σπαθιά ή μαχαίρια, με την ελπίδα να αποδείξουν ότι συνεισέφεραν στη νίκη. Υπάρχουν ακόμη και ιστορίες για έναν νικηφόρο πολεμιστή ο οποίος χρησιμοποίησε το κρανίο του νεκρού αντιπάλου του ως κούπα, στοιχεία που θυμίζουν παρόμοιες ιστορίες από τον πολεμικό πολιτισμό των νομάδων της Κεντρκής Ασίας.

Η εξέγερση του Taira: Ένας σπουδαίος Ιάπωνας επαναστάτης

Η εξέγερση του Taira: Ένας σπουδαίος Ιάπωνας επαναστάτης

Βόρεια του Τόκιο υπήρχε μια σημαντική στρατιωτική βάση και κέντρο επικοινωνίας για τους πολέμους που διεξάγονταν στο βορά. Εκεί είχε τη βάση του ο επιφανής άρχοντας Taira Masakado, τον οποίο οι περιστάσεις ανάγκασαν να επαναστατήσει ενάντια στην κεντρική εξουσία. Αυτό το γεγονός είναι γνωστό στην Ιαπωνική ιστορία, καθώς αναδεικνύει την τυπική και εξιδανικευμένη εκδοχή του πνεύματος των Samurai. Αρχικά ο Taira δεν είχε κάτι έναντι της κυβέρνησης. Ωστόσο, μετέπειτα ανέπτυξε δεσμούς μίσους με έναν ντόπιο αντίπαλο στο πλευρό του οποίου τάχθηκε η κυβέρνηση, γεγονός που τον έστρεψε εναντίον της. Ισχυρίστηκε ότι οι απώτερες ρίζες του ήταν αυτοκρατορικές, ότι ανέκαθεν υπήρξε πιστός υπηρέτης των αυτοκρατόρων, ότι είχε προαχθεί στη θέση του αυτή λόγω των στρατιωτικών και διοικητικών του ικανοτήτων και ότι ο μόνος λόγος που επεδίωκε την επανάσταση ήταν απλά η απονομή δικαιοσύνης.

Ωστόσο, το στράτευμά του επεκτάθηκε πέρα από κάθε προσδοκία, καθώς οι δυσαρεστημένοι απλοί πολίτες ήταν πρόθυμοι να ταχθούν στο πλευρό ενός επαναστάτη Samurai προκειμένου να εκφράσουν την οργή και την αγανάκτησή τους κατά της κυβέρνησης. Έτσι αυτή η προσωπική βεντέτα του Taira απέκτησε έναν πρόσθετο μανδύα τοπικής εξέγερσης του υπερ-φορολογούμενου λαού. Το 939, τα νέα της εξέγερσης έφτασαν στο Κιότο, όπου οι πολίτες του φοβήθηκαν το ενδεχόμενο μιας επίθεσης κατά της ίδιας της πρωτεύουσας. Ο Taira χρησιμοποίησε στη μάχη αρκετές χιλιάδες ιππέων και αρχικά φάνηκε ότι η μάχη είχε τελειώσει όταν εξουδετέρωσε μεγάλο μέρος του εχθρού. Έτσι, έδιωξε τους περισσότερους στρατιώτες του.

Mετέπειτα όμως αναγκάστηκε να επιστρέψει στη μάχη βιαστικά με μια χούφτα ιππέων που του είχαν απομείνει, όταν ένας ντόπιος αξιωματούχος, διατεταγμένος από την κυβέρνηση για να καταστείλει την επανάσταση συγκέντρωσε εναντίον του μεγάλο στρατό. Ο Taira και οι άντρες του αριθμητικά υστερούσαν, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον πρώτο να έλθει για μια ακόμη φορά σε σύγκρουση με την κυβέρνηση. Σ' αυτή την απεγνωσμένη και οριστική μάχη τραυματίστηκε θανάσιμα από τόξο. Αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του μεταφέρθηκε στην πρωτεύουσα, ως ένδειξη του τέλους της επανάστασης. Παρά το γεγονός ότι παρουσιάζεται ως απερίσκεπτος επαναστάτης, ήταν ένας έντιμος άντρας που φρόντιζε με ευθύνη τόσο τα προσωπικά του θέματα, όσο και των ανθρώπων που στηρίχτηκαν σ' αυτόν. Επρόκειτο για έναν άνθρωπο ικανό να πολεμήσει μέχρι τελικής πτώσεως, στοιχείο που φανερώνει ότι το πνεύμα της αυτοβοήθειας και της τιμής επιβραβεύονταν σ' αυτή τη δυσάρεστη, αιματηρή περίοδο της ιαπωνικής ιστορίας.

Σαμουράι

Επίλογος

Παρά το μοναδικό της χαρακτήρα, η ιστορία των Ιαπώνων Samurai φαίνεται να προωθεί την παράλληλη εξέλιξη της στρατιωτικής τεχνολογίας και της τεχνικής σε δύση και ανατολή. Και πράγματι, πολλά από τα εκτιθέμενα στοιχεία της κοινωνίας των Samurai συναντώνται και σε άλλες κοινωνίες. Αυτοί οι άρχοντες Samurai που αρχικά εμφανίστηκαν ως στερημένοι ευγενείς λειτουργούσαν με κίνητρα παρόμοια με τους Νορμανδούς ιππότες, όπως ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής ή ο Robert Guiscard, που αναζητούσαν εδάφη κυριαρχίας και απόλυτης προσωπικής αναγνώρισης ως πρίγκιπες ή βασιλιάδες. Ο ιαπωνικός στρατός, αποτελούμενος κατά βάση από αγρότες, ήταν εξοπλισμένος ακριβώς όπως οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι, κυρίως ως προς την προτίμηση της χρήσης των ιππέων τοξοτών με ελαφρύ οπλισμό προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους αεικίνητους και ευέλικτους έφιππους αντιπάλους τους. Στο στοιχείο αυτό οι Ιάπωνες δεν διέφεραν και πολύ από το Βυζαντινό ιππικό. Οι διψασμένοι για εξουσία Samurai προτιμούσαν τη μάχη σώμα με σώμα, κάτι που προτιμούσαν και οι ιππότες της Δύσης. Οι φεουδάρχες έκτισαν κάστρα στη δύση. Τους άρεσε, επίσης, να ασχολούνται με το κυνήγι, το οποίο θεωρούσαν αθλητική δραστηριότητα, όπως ακριβώς οι Άγγλοι αριστοκράτες. Αξιοθαύμαστο είναι ακόμη και το ότι οι Ιάπωνες έμαθαν γρήγορα και πολύ επιδέξια την πολεμική τέχνη της δύσης του 19ου αιώνα.

 

Βιβλιογραφία

1) David Christian: A History of Russia, Central Asia and Mongolia (vol.1), Inner Eurasia from Prehistory to the Mongol Empire (Oxford, 1998)

2) Inoue, A History of Japan, in 32 vols. (Tokyo, 1974)

3) Irumada, The Emergence of the Soldier (Tokyo, 2010)

4) Kondo, The Bow and the Sword (Tokyo, 1997)

---, Medieval Weapons and the Bushi (Tokyo, 2000)

---, The Cavalry and the Infantry in the Middle Ages (Tokyo, 2005)

5) Negishi, Medieval Battles and Castles (Tokyo, 2009)

6) Niino, Tamuramaro and Aterui (Tokyo, 2007)

7) Noguchi, Gen-ji and the Eastern Bushi (Tokyo, 2007)

8) Dorothy Perkins: The Samurai of Japan, A Chronology from Their Origin in the Heian Era (794-1185) to the Modern Era (Upland, 1998)

9) Saito, The Castles of Medieval Bushi (Tokyo, 2006)

10) Seki, The Emergence of the Bushi (Tokyo, 1999)

11) Takahashi, The Descendant of the Ezo (Tokyo, 1991)

--- , The Ezo (Tokyo, 1986)

 

Σημείωση: όλα τα έργα που έχουν δημοσιευτεί στο Τόκιο είναι στην Ιαπωνική γλώσσα.

του Αυγουστίνου Κομπαγιάσι, Ιστορικού
μετάφραση στα Ελληνικά: Στέλλα Παπαλάμπρου


Ο/Η συγγραφέας εχει γράψει επίσης το βιβλίο:
Τα Cookies μας επιτρέπουν να σας προσφέρουμε μια καλύτερη και ασφαλέστερη εμπειρία κατά τη χρήση του δικτυακού μας τόπου. Συνεχίζοντας την περιήγηση στο Historical Quest αποδέχεστε τη χρήση Cookies. Για περισσότερες πληροφορίες παρακαλούμε διαβάστε τους Όρους Χρήσης & Απορρήτου.