Οι Γερμανοί ανησυχούσαν ήδη εδώ και πάρα πολύ καιρό για την κατάσταση στα Βαλκάνια. Γι αυτό, εκτός από τη συμμαχία με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, είχαν ως στόχο να συνάψουν σύμφωνο μη επιθέσεως και με τη Γιουγκοσλαβία. Παρόλα αυτά, το πραξικόπημα της 27ης Μαρτίου 1941 στη χώρα αυτή δημιούργησε καινούργια δεδομένα στην περιοχή. Μια ομάδα κατώτερων στρατιωτικών υπό την καθοδήγηση του πτέραρχου Bora Mirkovic κατέλαβε τα στρατηγικά σημεία του Βελιγραδίου και φυλάκισε όσα μέλη της προηγούμενης Κυβέρνησης κατοικούσαν στην πόλη. Δεν είναι αυτοσκοπός η εμμονή της συγκεκριμένης έρευνας στις επιχειρησιακές λεπτομέρειες. Αυτές θα αναλυθούν όταν, όπου και όποτε χρειάζεται για να γίνει κατανοητό το ευρύτερο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο, κάτω από το οποίο ξετυλίγεται το νήμα των γεγονότων.
Ας σημειωθεί εδώ ότι υπήρχαν ενδείξεις ήδη από τον Οκτώβριο του 1940, σύμφωνα με τις οποίες Σέρβοι εθνικιστές θα επιχειρούσαν την ανατροπή της κυβέρνησης Cvetkovic, η οποία -ως επί το πλείστον- αποτελούνταν από Κροάτες. Οι συνωμότες ήταν νεαροί αξιωματικοί της Αεροπορίας υπό την ανωτέρω ηγεσία, η οποία διατηρούσε δεσμό από τη μια με τη σερβική αντιπολίτευση, αλλά και από την άλλη με μέλη της Κυβέρνησης. Την πολιτική και ιδεολογική τους καταγωγή σχετικά με την εσωτερική πολιτική την έλκυαν είτε από τον εθνικιστικό Σερβικό χώρο, είτε από τους δυσαρεστημένους επειδή δε τους έγινε κάποια χάρη και τα μοτίβα τους θύμιζαν αυτά των Ελλήνων κινηματιών του 1933 και του 1935, είτε από το χώρο εκείνων που καταλόγιζαν στην ανατραπείσα Κυβέρνηση μείονα εθνικισμό.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, οι πραξικοπηματίες υποστήριζαν τη Δύση. Εξοβέλιζαν την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης που αποσκοπούσε να κρατήσει καλές σχέσεις με τον Άξονα και μάλιστα θεωρούσαν ότι αυτό παραβιάζει τις πατροπαράδοτες γιουγκοσλαβικές αξίες και φοβόνταν ότι θα ενισχυθούν οι αυτονομιστικές και αποσχιστικές τάσεις. Η υπογραφή του Συμφώνου με τον Άξονα (25 Μαρτίου 1941) ήταν το καταλυτικό σημείο. Τελικά όμως αποδείχτηκε ότι δεν είχαν κανένα συγκεκριμένο σχέδιο, αλλά κινούνταν παρορμητικά και βάσει της κυρίαρχης στην περιοχή αυτή λογικής "Ας τα βολέψουμε σήμερα και έχει ο Θεός για αύριο".
Όσον αφορά το ρόλο των Βρετανών, υπήρξε σίγουρα ενεργή υποστήριξη προς τους κινηματίες. Μέσω του απεσταλμένου του Eden Campbell, προσπάθησαν –όπως αναφέρει ο πρώτος στα «Απομνημονεύματα» του, να τους στηρίξουν με κάθε μέσο. Ο Richter από την άλλη επισημαίνει ότι έτσι οι Σύμμαχοι έχασαν το στρατηγικό πλεονέκτημα της ουδετερότητας της Γιουγκοσλαβίας και σαφώς εξέθεσαν τους λαούς της σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο. Δυσχέραναν επίσης και την υπεράσπιση της Ελλάδας, διότι με την είσοδο των Γιουγκοσλάβων δινόταν στους Γερμανούς η δυνατότητα να πλαγιοκοπήσουν τη χώρα και κατά ένα μεγάλο ποσοστό να κόψουν κυριολεκτικά την άμυνα της στα δύο.
Οι αντιδράσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό δημιουργούσαν την εντύπωση ότι πίσω από το πραξικόπημα βρίσκονταν οι Βρετανοί. Οι Σέρβοι το δέχτηκαν ενθουσιωδώς, διότι εξυπηρετούσε τις θέσεις τους. Έγιναν αντιγερμανικές εκδηλώσεις ακόμη και συλλήψεις γερμανόφιλων δημοσιογράφων, πράγμα που οδήγησε τη Γερμανική Πρεσβεία σε διαμαρτυρίες. Ο Simovic υποσχέθηκε να μην τις ανεχθεί περαιτέρω. Γενικά, ήταν προσεκτικός και ήθελε με κάθε τρόπο να αποφύγει την αντιπαράθεση με τους Γερμανούς αλλά δεν το κατάφερε. Αυτοί θεώρησαν το πραξικόπημα σαν ήττα τους. Όταν έφτασε η είδηση για το πραξικόπημα στην Αθήνα, σύμφωνα με τον Αμερικανό πρέσβη Mac Veagh, οι Βρετανοί και οι Έλληνες ήταν πολύ χαρούμενοι. Στο Λονδίνο, ο Churchill εκφώνησε έναν ενθουσιώδη λόγο όπου ανέφερε ότι το γιουγκοσλαβικό έθνος ξαναβρήκε τον αυτοπροσδιορισμό του. Η Επανάσταση προήλθε από την οργή ενός γενναίου και φιλοπόλεμου έθνους, μόλις αυτό κατάλαβε την προδοσία που του επεφύλασσαν οι προηγούμενοι ηγέτες του. Ο Βρετανός πρωθυπουργός περίμενε ότι οι πραξικοπηματίες θα απομακρύνονταν από τη Γερμανία. Τους υποσχέθηκε κάθε δυνατή βοήθεια εκ μέρους της χώρας του και των ΗΠΑ. Ο Πρώτος Λόρδος των Βρετανών ναυάρχων υποστήριξε στο Πρακτορείο Reuters ότι η μάχη των Βαλκανίων έχει χαθεί για τη Γερμανία.
Τα γεγονότα αυτά και η φυλάκιση στο Βελιγράδι των Cvetkovic και Cincar-Markovic, οι οποίοι είχαν υπογράψει λίγες μέρες πριν το Σύμφωνο του Άξονα στη Βιέννη, πρέπει να προξένησαν πολύ μεγάλη οργή στον Χίτλερ, πολύ περισσότερο που δεν είχε καθόλου λογαριάσει με αυτή την εξέλιξη, επειδή υπήρξε πολύ συγκαταβατικός έναντι των Γιουγκοσλάβων και τους είχε υποσχεθεί de facto ουδετερότητα. Οι αντιγερμανικές τάσεις των κινηματιών έκαναν τους Γερμανούς να υποψιάζονται ότι πίσω από αυτή την ενέργεια βρίσκονται οι Βρετανοί. Αυτό ενίσχυσε την οργή του Χίτλερ. Πράγματι, ήταν γνωστό στο Βερολίνο ότι στις 25.3. η Βρετανία διαμαρτυρήθηκε έντονα για την υπογραφή του Συμφώνου από το Βελιγράδι και κάλεσε του γιουγκοσλαβικό λαό να εξεγερθεί. Λόγω του ότι οι τηλεφωνικές συνδέσεις είχαν διακοπεί, ο Χίτλερ έμαθε τα γεγονότα στο Βελιγράδι, σχετικά αργά τις προμεσημβρινές ώρες της 27ης Μαρτίου. Ο ρόλος των Βρετανών και των Σέρβων για τους οποίους επίσης έτρεφε αντιπάθεια, ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο το θυμό του, σε σημείο που η ισχυρογνωμοσύνη του ήταν τέτοια που δε λάμβανε υπόψη ούτε τις αναφορές του Γερμανού πρέσβη στο Βελιγράδι Heeren. Ο Χίτλερ κατά το μεσημέρι συγκάλεσε σύσκεψη της στρατιωτικής ηγεσίας εκτάκτως για να ενημερωθούν οι παρόντες για τα γεγονότα. Η Γιουγκοσλαβία μετά από αυτά μετατρεπόταν σε παράγοντα αστάθειας ενόψει των επιχειρήσεων κατά της Ελλάδας (Operation Marita ) και της Σ.Ένωσης (Operation Barbarossa). Οι Σέρβοι και οι Σλοβένοι δεν υπήρξαν ποτέ γερμανόφιλοι. Οι κυβερνήσεις της Γιουγκοσλαβίας ήταν πάντα λόγω του πολυεθνικού χαρακτήρα του κράτους αυτού και της ροπής των αξιωματικών προς πραξικοπήματα, σε επισφαλή θέση. Ο Χίτλερ έπλεξε το εγκώμιο του πρώην πρωθυπουργού Stojadinovic, σαν ισχυρή προσωπικότητα.
Παρόλα ταύτα, ήταν ευτυχής που η εξέλιξη αυτή έλαβε χώρα πρίν και όχι κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Barbarossa. Το θεωρούσε πολύ καλύτερο για τη Γερμανία παρά να γινόταν ενόσω διαρκούσε αυτή, διότι τώρα η χώρα του και οι σύμμαχοι της ,μπορούσαν να λάβουν έγκαιρα τα μέτρα τους. Τους στρατιωτικούς στόχους της επιχείρησης ο Χίτλερ τους διατύπωνε ως εξής: "Το συντομότερο δυνατόν, έναρξη της επιχείρησης Marita, με τον περιορισμένο στόχο την κατάληψη της ελληνικής Θράκης και της λεκάνης της Θεσσαλονίκης μέχρι το οροπέδιο της Έδεσσας, για το σκοπό αυτό προέλαση από γιουγκοσλαβικό έδαφος". Από την περιοχή νότια της Σόφιας είναι ανάγκη να ξεκινήσει μια προέλαση με κατεύθυνση τα Σκόπια για να απελευθερώσει την πλευρά των Ιταλών στην Αλβανία. Ένα άλλο τμήμα πρέπει να ξεκινήσει από τη Σόφια μέσω Νις για το Βελιγράδι. Τα στρατεύματα θα βρεθούν από αυτά που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν προορισμό την προκάλυψη έναντι της Τουρκίας. Αυτή θα την αναλάμβαναν οι Βούλγαροι, ενισχυόμενοι από γερμανικά στρατεύματα από τη Ρουμανία. Από τις δυνάμεις που προορίζονταν για την επιχείρηση Barbarossa, ένα τμήμα από το Graz χρειάζεται να προελάσει νοτιοανατολικά και να καταστρέψει το γιουγκοσλαβικό στρατό. Οι Ιταλοί είναι ανάγκη να σταματήσουν κάθε επιθετική ενέργεια κατά των Ελλήνων στην Αλβανία και να επικεντρωθούν στην άμυνα κατά των Γιουγκοσλάβων. Η Στρατιά του Πάδου μαζί με τη γερμανική στρατιά του Βορρά, θα προελάσουν από την Ιστρία. Η Αεροπορία πρέπει να καταστρέψει τελείως την αντίστοιχη γιουγκοσλαβική και να ισοπεδώσει το Βελιγράδι. Η επιχείρηση Marita θα μπορούσε να αρχίσει την 1η Απριλίου, καιρού επιτρέποντος. Το 8ο Σώμα Καταδρομικών -κατά τον Göring- ήταν έτοιμο. Ο Χίτλερ χαιρέτισε τις αναφορές των επιτελών του και απαίτησε μέχρι το βράδυ να τον έχουν ενημερώσει για τις λεπτομέρειες.
Οι θέσεις του αυτές κάνουν ολοφάνερα τα συναισθήματα του για τα Βαλκάνια μετά το πραξικόπημα, το οποίο θεώρησε ως προσωπική ήττα. Πρέπει η ιδέα ότι οι Σέρβοι (για τους οποίους λόγω της αυστριακής του καταγωγής δεν έτρεφε καλά αισθήματα), συμμάχησαν με τους Βρετανούς να ήταν πολύ ερεθιστική για αυτόν. Για αυτό απέμενε μια μόνο λύση: η επίθεση. Παρόλα ταύτα, η αντίδραση αυτή δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια πρώτη αντανάκλαση που μετατράπηκε σε απελπισία, διότι στους Γιουγκοσλάβους έκανε τόσες παραχωρήσεις όσες σε κανένα άλλο έθνος. Σε συνάρτηση με όλα αυτά, δεν πρέπει βέβαια να υπερεκτιμηθεί, αλλά ούτε και να υποτιμηθεί ο ρόλος του συναισθηματικού παράγοντα. Η οργή του ήταν ψυχρά υπολογιστική και τροφοδοτούμενη από στρατιωτικούς υπολογισμούς. Φαίνεται ότι τον είχε απασχολήσει και στο παρελθόν το ερώτημα εάν η Γιουγκοσλαβία θα μπορούσε να δημιουργήσει δυσκολίες στις επιχειρήσεις του Άξονα στα Βαλκάνια, διότι σε μια συνομιλία του με τον Ciano, μετά την υπογραφή του Συμφώνου από τους Γιουγκοσλάβους, του εξέφρασε την ανακούφιση του. Για λόγους εχεμύθειας, δεν ήθελε να γίνουν γνωστές οι σχετικές του ανησυχίες οι οποίες αναζωπυρώθηκαν μετά το πραξικόπημα για την πορεία της επιχείρησης Barbarossa. Όλα αυτά καθώς και ο φόβος για απώλεια των βάσεων προμήθειας πρώτων υλών που η περιοχή των Βαλκανίων παρέχει, θα πρέπει να θεωρηθούν τα κύρια κίνητρα για την εισβολή στη Γιουγκοσλαβία. Ο Χίτλερ ήθελε να υπάρχει ησυχία στα Βαλκάνια. Εφόσον δεν το πέτυχε δια της διπλωματικής οδού απέμενε μόνο η εισβολή.
Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του Χίτλερ με τους συμμάχους του, οι οποίες έλαβαν χώρα εκείνη τη μέρα, τα της εισβολής ετίθεντο ολοένα και περισσότερο έντονα. Στη συνάντηση με τον Ούγγρο απεσταλμένο Döme Sztöjay, την πρώτη από όλες επεσήμανε ότι οι εξελίξεις στη Γιουγκοσλαβία καθιστούν την υπόθεση "Βαλκάνια" ευκολότερη για τον Άξονα. Του πρότεινε να συμμετάσχει η Ουγγαρία στις επιχειρήσεις, με εδαφικά ανταλλάγματα, όπως και η Βουλγαρία, που θα κέρδιζε τη Μακεδονία. Υπό την προυπόθεση ότι αυτό θα το ήξερε μόνο ένας στενός κύκλος, μπορούσε ο Βούλγαρος απεσταλμένος Draganoff να το ανακοινώσει στη Σόφια. Η Κροατία θα αποκτούσε αυτονομία. Και ο Βούλγαρος απεσταλμένος εξέφρασε την ικανοποίηση του.
Αργά το βράδυ ετοιμάστηκε η Οδηγία Νο 25 (Führerweisung No 25). Η εισαγωγή έχει ως εξής: "Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία άλλαξε την πολιτική κατάσταση στα Βαλκάνια. Η Γιουγκοσλαβία –ακόμα κι αν προβεί σε δηλώσεις ότι θα παραμείνει πιστή- θα αντιμετωπίζεται σαν εχθρός και πρέπει να καταστραφεί όσο σφοδρότερα γίνεται". Ακολουθεί η περιγραφή των τριών κατευθύνσεων της επίθεσης: Το νότιο τμήμα της χώρας είναι ανάγκη να χωριστεί από τα υπόλοιπα. Η περιοχή του Δούναβη πρέπει να διασφαλιστεί για στρατιωτικούς και οικονομικούς λόγους(πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας). Και η Ουγγαρία θα έχει ενεργό ρόλο. Η επιχείρηση Marita δε θα πρέπει να αρχίσει πριν την αντίστοιχη κατά της Γιουγκοσλαβίας και έχει προσωρινά τον περιορισμένο στόχο να καταληφθεί η Θεσσαλονίκη και να φτάσει την Έδεσσα. Το 18ο Σώμα Στρατού θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για αυτό γιουγκοσλαβικό έδαφος. Για την επιχείρηση κατά της Λήμνου, χρειαζόταν προσωπική διαταγή του Χίτλερ.
Η οδηγία αυτή σήμανε μια μαζική αλλαγή των μέχρι στιγμής σχεδίων. Το 12ο Σώμα Στρατού, το οποίο στις 17 Μαρτίου. είχε λάβει την εντολή να προελάσει ως την Πελοπόννησο, τώρα διατάχθηκε να καταλάβει και τη νότια Γιουγκοσλαβία, αλλά να παραμείνει στη Βόρεια Ελλάδα. Πρέπει επίσης να προστεθούν οι δυνάμεις της –υπό σχηματισμό- Δύναμης Κρούσης της 2ης Στρατιάς από τη Στυρία (Νοτιοανατολική Αυστρία) και την Ουγγαρία. Ελάχιστα τμήματα της Δύναμης αυτής προέρχονταν από την επιχείρηση Barbarossa. Ο κύριος όγκος προερχόταν έπρεπε να μεταφερθεί από τη Γαλλία. Σε ένα τηλεγράφημα αργά το βράδυ της 27ης.3. προς τον Μουσολίνι, ο Χίτλερ του παρουσίασε τα μέτρα του. Τον συμβούλεψε επειγόντως, να είναι εξαιρετικά προσεκτικός στην Αλβανία και επίσης να μη μάθει κανένας άλλος απολύτως για τα μέτρα αυτά. Τον πληροφόρησε εκτός τούτου, ότι η Βουλγαρία και η Ουγγαρία παρακλήθηκαν να συμμετάσχουν ενεργά. Θα τον ειδοποιούσε για τα περαιτέρω, μέσω του Γερμανού πρέσβη στη Ρώμη Rintelen. Στην απάντηση τους, στις 4 π.μ. της επόμενης, ο Μουσολίνι πληροφόρησε τον Χίτλερ ότι είχε ήδη σταματήσει την άμεσα επικείμενη αντεπίθεση στην Αλβανία και τα στρατεύματα θα μεταφέρονταν στα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία ,όπου θα μεταφερθεί και η Στρατιά του Πάδου. Είναι επίσης αναγκαίο να αξιοποιηθούν οι αυτονομιστικές τάσεις των Κροατών. Ο ηγέτης της αυτονομιστικής οργάνωσης Ustascha Ante Pavelic είναι έτοιμος.
Στο μεταξύ, έφταναν πολλάκις αναφορές από το Γερμανό πρέσβη στο Βελιγράδι. Κατά το μεσημέρι τηλεγράφησε ότι ο Γιουγκοσλάβος Υπουργός Εξωτερικών Momcilo Nincic τον διαβεβαίωσε ότι η νέα κυβέρνηση θα συνεχίσει την πολιτική των καλών σχέσεων με τις δυνάμεις του Άξονα. Όταν ο von Heeren ζήτησε να μάθει πως διάκειται η νέα κυβέρνηση στο Σύμφωνο, ο Γιουγκοσλάβος Υπουργός απέφυγε συγκεκριμένες απαντήσεις. Στην προειδοποίηση του πρέσβη για τις πιθανόν σοβαρότατες συνέπειες, απάντησε ότι αυτό το γνωρίζουν όλα τα μέλη της Κυβέρνησης. Ο πρέσβης αποκόμισε την εντύπωση ότι το Βελιγράδι επιχειρεί να κρατήσει καλές σχέσεις με τον Άξονα, αλλά από την άλλη και επιστροφή στην ουδετερότητα. Αργότερα ο von Heeren ανέφερε κάποιες αντιγερμανικές επιθέσεις και κατά τις 8μμ. της 27ης Μαρτίου. σχολίασε τη σύνθεση του νέου Υπουργικού Συμβουλίου. Σε αυτό κυριαρχούσαν οι Σέρβοι. 'Ετσι, μπορεί να ακολουθηθεί μια αντιλαϊκή πολιτική, πολύ περισσότερο που το στηρίζουν και κάποιοι Κροάτες οι οποίοι θέλουν να αποφύγουν κάθε αντιπαράθεση με τον Άξονα. Λόγω όμως του ότι οι Σέρβοι αντιτίθενται στον Άξονα, πρέπει να λογαριάσει αυτός με ένα χαλάρωμα των σχέσεων. Ένα τελευταίο τηλεγράφημα λίγο μετά τα μεσάνυχτα, πληροφορούσε για μια συνάντηση του von Heeren με τον Simovic, που τον καθησύχαζε ότι στις σχέσεις των δύο χωρών δε θα αλλάξει τίποτα, ο ίδιος ήταν πάντα φίλος των Γερμανών και το πραξικόπημα έγινε για λόγους εσωτερικής πολιτικής.
Πραγματικά, ο στρατηγός Simovic βρέθηκε με το πραξικόπημα σε ένα μεγάλο δίλημμα: Το πραξικόπημα έγινε για δυο λόγους. Πρώτον, στην εξωτερική πολιτική για να εμποδίσει την υπογραφή του Συμφώνου. Δεύτερο, στην εσωτερική πολιτική για να ενισχυθεί η θέση των Σέρβων. Το πρώτο εάν εφαρμοζόταν με συνέπεια, θα έπρεπε να οδηγήσει σε πόλεμο με τις δυνάμεις του Άξονα, ενώ το δεύτερο στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η συνεργασία με τους Κροάτες και τους Σλοβένους θα ήταν δυνατή μόνο εάν συνεχιζόταν η πολιτική φιλίας με τον Άξονα. Εάν η νέα Κυβέρνηση αρνιόταν την υπογραφή, αυτό θα εκλαμβανόταν ως πρόκληση από τους Κροάτες και τους Σλοβένους και θα θεωρείτο μη φιλική ως εχθρική ενέργεια. Για να αποφύγει όλα αυτά, η νέα Κυβέρνηση έπρεπε να συνεχίσει την εξωτερική πολιτική της προηγούμενης, διότι αποκλειόταν ο Χίτλερ να είναι περισσότερο συγκαταβατικός στην κυβέρνηση Simovic από ότι στην κυβέρνηση Cvetkovic. Έτσι όμως, τα περιθώρια δράσης των πραξικοπηματιών σχετικά με αυτό το αποφασιστικό ερώτημα πρακτικά εκμηδενίζονταν. Ο πρώτος στόχος τους θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο εάν διακινδύνευαν οι Γιουγκοσλάβοι έναν πόλεμο με τον Άξονα. Επειδή όμως μια τέτοια πολιτική δε θα γινόταν αποδεκτή από τους Κροάτες και τους Σλοβένους, μόνο τότε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, αν βοηθούσαν και οι Βρετανοί. Κάτι τέτοιο από την άλλη, θα οδηγούσε σε πόλεμο και απόσχιση των Κροατών και των Σλοβένων. Ο Simovic βρήκε ως μόνη διέξοδο τη συνεπή συνέχιση της πολιτικής τύπου "και με τους μεν και με τους δε", που οδήγησε τελικά με υπνοβατική ακρίβεια στην καταστροφή της χώρας του.
Στις μέρες που ακολούθησαν το κίνημα μέχρι τη γερμανική εισβολή στις 6 Απριλίου, ο Simovic ταλαντευόταν ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Προσπάθησε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Κροατών και το πέτυχε χάρη στην επιδέξια συμπεριφορά του. Ο Macek -Κροάτης ηγέτης- συμφώνησε να παραμείνουν οι ίδιοι Κροάτες υπουργοί και στη νέα Κυβέρνηση. Ζήτησε και έλαβε από τον Simovic μετά από μακρές διαπραγματεύσεις εγγυήσεις για την κροατική πλευρά. Αν και ο Macek είχε συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο πολέμου, ανέλαβε στις 2 Απριλίου. τη θέση του Αντιπροέδρου παρά τις γερμανικές επιθυμίες. Ήλπιζε ότι μέσω μιας αποστολής στο Βερολίνο, θα μπορούσε να σώσει την ειρήνη. Προφανώς, ούτε αυτός δεν ήξερε τη νοοτροπία του Χίτλερ. Με την είσοδό του στην Κυβέρνηση, την έσωσε από ένα πιθανό ρήγμα.
Έναντι των Γερμανών και των Ιταλών προσπάθησε ο Simovic να ακολουθήσει μια πολιτική της αμοιβαίας παραπλάνησης, η οποία μπορεί να του απέφερε επιτυχίες στο εσωτερικό, αλλά στον εξωτερικό τομέα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Όπως ήδη έχει αναφερθεί σχετικά με τα γεγονότα της 27ης Μαρτίου, ο Nincic αρνήθηκε ενώπιον του Γερμανού πρέσβη ότι οι πραξικοπηματίες είχαν αντιγερμανικές τάσεις και του τόνισε ότι αυτό έγινε για λόγους εσωτερικής πολιτικής καθώς επίσης και ότι ο Simovic ήταν πάντα γερμανόφιλος. Ο πρέσβης αποκόμισε την εντύπωση ότι ήταν δυνατός ένας διακανονισμός. Αν κάτι τέτοιο δεν έγινε εφικτό, αυτό κατά τον Richter οφείλεται σε περισσότερους παράγοντες. Πρώτον, το Βερολίνο μετά την Οδηγία νο 25 του Χίτλερ δεν ενδιαφερόταν πλέον για κανένα συμβιβασμό. Δεύτερον, οι Γιουγκοσλάβοι δεν ακολούθησαν ξεκάθαρη πολιτική σε αυτό το θέμα και δεν κατάλαβαν ότι ο χρόνος δούλευε σε βάρος τους.
Όταν -αρχές Μαρτίου- άρχισε η γερμανική προέλαση στη Βουλγαρία και η επίθεση κατά της Ελλάδας φαινόταν καθαρά στον ορίζοντα, ξανάρχισαν για τρίτη φορά οι Ελληνογερμανικές συνομιλίες κατά τις οποίες θα ετίθετο το ζήτημα της διερεύνησης τυχόν δυνατοτήτων τερματισμού του πολέμου. Αυτό έγινε δυνατό ύστερα από πρωτοβουλία του Πάγκαλου, στις 6 Απριλίου, ο οποίος την ημέρα αυτή συναντήθηκε με το Γερμανό πρέσβη στην Αθήνα Erbach και του πρότεινε τη διεξαγωγή πραξικοπήματος. Η κυβέρνηση που θα προέκυπτε, θα τερμάτιζε τον πόλεμο με την Ιταλία στη βάση του status-quo και θα προσχωρούσε στο Σύμφωνο. Το επόμενο διάστημα οι κινήσεις αυτές πολλαπλασιάστηκαν, αλλά ο Ribbentrop ήταν ανένδοτος.
Αν επιχειρούταν μια αποτίμηση των όσων ανωτέρω ειπώθηκαν, θεωρείται ότι θα κατέληγε κάποιος στα εξής συμπεράσματα: Πρώτον, το πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία τότε μόνο είχε νόημα, αν υποτεθεί ότι οι Βρετανοί επιθυμούσαν σκόπιμα να προκαλέσουν την εισβολή των Γερμανών στα Βαλκάνια για να τους προλάβει ο ρωσικός χειμώνας. Στο σημείο όμως αυτό προκαλεί απορία η πλημμελής στήριξη της ενέργειας αυτής από μέρους τους, με δεδομένο μάλιστα ότι δεν επιθυμούσαν – όπως ξεκάθαρα φαίνεται από την όλη στάση τους ήδη στην γερμανική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία όταν ο Πρωθυπουργός Chamberlain έπεισε τον Γάλλο Πρόεδρο Dalandier να ακολουθήσει την πολιτική του κατευνασμού (appeasement), μια ενισχυμένη Σοβιετική Ένωση.
Δεύτερον: αποδεικνύεται για μια φορά ακόμα ότι οι Γερμανοί επιθυμούσαν να αποφύγουν με κάθε τρόπο πιθανή ανάφλεξη στα Βαλκάνια.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. RICHTER HEINZ GRIECHENLAND IM ZWEITEN WELTKRIEG ^1939-1941 ^CONTINGENZA GRECIA-OPERATIONEN BARBARITY LUSTRE UND MARITA ZWEITE ERWEITERTE AUFLAGE VERLAG FRANZ PHILIPP RUTZEN MAINZ UND RUHPOLDING ΣΕΛ. 259-279.
2. Στο ίδιο,σελ.260
3 CHURCHILL WINSTON Reden 1940-41.Der unerbittliche Kampf (Zürich 1947) σελ. 134
4. RICHTER ο.π. σελ 262
5. Ο.π. σελ. 262
6. SCHOR AMROS WEICHENSTELLUNG IN RICHTUNG KRIEG NATIONALSOZIALISTISCHE AUSSENPOLITIK IN^BAYERISCHE LANDESZENTRALE FÜR POLITISCHE BILDUNGSARBEIT DER NATIONALSOZIALISMUS 3 BÄNDER BD: 2 ^FRIEDENSPROPAGANDA UND KRIEGSVORBEREITUNG ^1935-39 σελ. 125-132
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
CHURCHILL WINSTON REDEN ^1940-41 ^DER UNERBITTLICHE KAMPF(ZÜRICH ^1947)
RICHTER HEINZ GRIECHENLAND IM ZWEITEN WELTKRIEG ^1939-41 ^CONTINGENZA GRECIA-OPERATIONEN BARBARITY LUSTRE UND MARITA ZWEITE ERWEITERTE AUFLAGE VERLAG FRANZ PHILIPP RUTZEN MAINZ UND RUHPOLDING
SCHOR AMROS WEICHENSTELLUNG IN RICHTUNG KRIEG NATIONALSOZIALISTISCHE AUSSENPOLITIK IN BAZERISCHE LANDSZENTRALE FÜR POLITISCHE BILDUNGSARBEIT DER NATIONALSOZIALISMUS ^3 ^BÄNDE BD: ^2 ^FRIEDENSPROPAGANDA UND KRIEGSVORBEREITUNG: