Οι αποικίες στη Βόρεια Αμερική και παντού στις Δυτικές Ινδίες είχαν εμπλακεί σε μια σειρά πολέμων που διήρκησαν σχεδόν έναν αιώνα. Όταν ξεκινούσε ο Επταετής Πόλεμος, τελείωνε αντίστοιχα η Βρετανική, Γαλλική και Ισπανική παρέμβαση στην καθημερινότητα και τα εν όλω ζητήματα των αποίκων. Η ευθύνη αυτή, όμως, δεν βάρυνε μόνο τους Βρετανούς, καθώς η Γαλλία και η Ισπανία ήταν το ίδιο υπεύθυνες για τον περιορισμό του ελεύθερου εμπορίου σε όλες τις αποικίες προκειμένου να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα της νομοθεσίας τους χιλιάδες μίλια μακριά από την Ευρώπη. Η ζωή στον Νέο Κόσμο εμπεριείχε τον αγώνα για επιβίωση και την οικοδόμηση ισχυρών σχέσεων με άλλους αποίκους. Κατά την προσωπική μου άποψη, αυτή η κατάσταση ήταν δύσκολο να γίνει αντιληπτή από την ηπειρωτική Βρετανία, τη Γαλλία και την Ισπανία, μια και την εσωτερική πολιτική αυτών των χωρών δεν απασχολούσε η πείνα και η ανέχεια των αποίκων.
Μαθαίνοντας, λοιπόν να ζουν ο ένας δίπλα στον άλλο με αρμονία και χωρίς να έχει σημασία η Βρετανική ή Ισπανική προέλευση του καθενός, οι άποικοι έδιναν βαρύτητα μόνο στην αξία του συνανθρώπου τους κι έτσι υπήρχε ολοένα και περισσότερη συνοχή και ευημερία. Το γεγονός, βέβαια, ότι οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις αντιλαμβάνονταν διαφορετικά τα πράγματα αποδείχθηκε εξαιρετικά προβληματικό γι αυτούς, όμως σύντομα έμελε να εμφανιστεί μια λύση.
Το ελεύθερο εμπόριο επλήγη από την πιο πρόσφατη τροποποίηση των Νόμων Ναυσιπλοΐας που θεσπίστηκαν από τους Βρετανούς και κάποιες άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις της Ισπανίας, και που αφορούσαν στον περιορισμό του εμπορίου σε όλες τις δυτικές Ινδίες και τις νότιες αποικίες. Όπως, όμως, παρατηρεί ο Smith στην αναθεώρηση του έργου του James Pritchard «Αναζητώντας την Αυτοκρατορία»,...το στοιχείο που πρέπει να επισημάνουμε στην Ατλαντική ιστορία δεν έχει να κάνει με το κατά πόσο ένα μοντέλο ταιριάζει σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά κυρίως, ο βαθμός κατά τον οποίο τα γεγονότα σε μια περιοχή επηρεάζουν την άλλη.
Η εμφατική απόρριψη της σημασίας της αυτοκρατορικής εξουσίας και η αντικατάστασή της ήταν θέμα αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ντόπιων πληθυσμών. Το «Αναζητώντας την Αυτοκρατορία» αμφισβητεί την έκταση στην οποία οι κοινότητες του Ατλαντικού σχετίζονταν μεταξύ τους.
Επιπλέον, "σε αντίθεση με όσους βλέπουν την εξουσία των θαλασσών ως κίνητρο επέκτασης των εδαφών του Νέου Κόσμου, ο Pritchard βλέπει ότι οι αποικιακοί πόλεμοι δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα εμπόδιο για περαιτέρω ανάπτυξη, ενισχύοντας περαιτέρω τους ισχυρισμούς του με το επιχείρημα ότι η Γαλλική αποικιακή πολιτική παρέμεινε σε υποδεέστερη θέση σε ηπειρωτικά ζητήματα της περιοχής."
Ο Alan Karras, καθηγητής Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ, μας δίνει μια εξαιρετική μελέτη, απεικονιστική της έκτασης του λαθρεμπορίου και της νομιμότητάς του ως αποδεκτής μορφής επιχείρησης στις Δυτικές Ινδίες και στην Ανατολική και Δυτική Φλόριντα. Το λαθρεμπόριο ήταν απαραίτητο είδος επιβίωσης για πολλούς αποίκους που ζούσαν πιο περιφερειακά. Μέσα από αυτό οι άνθρωποι εξασφάλιζαν τη διατροφή και την ένδυση των οικογενειών τους, οι οποίες σε άλλη περίπτωση θα έσβηναν από την πείνα και τις αρρώστιες. Πολλοί, μάλιστα, ήταν αυτοί που η επιβίωσή τους εξαρτιόταν από την αποστολή ευρωπαϊκής βοήθειας, καθώς το λαθρεμπόριο απαγορευόταν στη βρετανική Αμερική σύμφωνα με τους ισχύοντες τότε Νόμους Ναυσιπλοΐας, γεγονός που στερούσε από πολλούς Βρετανούς, Σκωτσέζους και Γάλλους αποίκους την κάλυψη ακόμη και των στοιχειωδών τους αναγκών. Αυτές οι ευρωπαϊκές αποστολές, ωστόσο, ήταν σπάνιες και συνήθως παρείχαν αγαθά κατώτερης ποιότητας, γεγονός που ενίσχυε την αύξηση του λαθρεμπορίου των αγαθών. Αυτό το γεγονός, φυσικά, δεν περνούσε απαρατήρητο από τους αυτοκρατορικούς αξιωματούχους που συχνά κάνανε τα στραβά μάτια σε τέτοιους είδους παράνομες εμπορικές δραστηριότητες. Στην ουσία οι νομοθετικές ρυθμίσεις επιβάλλονταν και εκτελούνταν μόνο σε περίοδο πολέμου, ενώ σε περίοδο ειρήνης όλα επανέρχονταν στη συνήθη πρότερη κατάσταση. Σημαντικό είναι ακόμη να σημειώσουμε ότι ο Karras διαβλέπει ένα κύμα πατριωτισμού μεταξύ των πειρατών που καταλάμβαναν εχθρικά φορτία ως "δικαιωματική λεία του πολέμου."
Οι περισσότεροι αυτοκρατορικοί αξιωματούχοι, όπως ο Κυβερνήτης των νησιών Bahamas (Μπαχάμες), ελάχιστα ασχολήθηκαν με την επιβολή των Νόμων Ναυσιπλοΐας, σε αντίθεση βέβαια με τον Γενικό Εισαγγελέα του τελευταίου, ο οποίος συνέβαλε τα μέγιστα για να ενημερώσει τις αρμόδιες Αρχές ότι όλη αυτή η παράνομη δραστηριότητα ήταν πλέον ανεξέλεγκτη. Ο Andrew Symmer, υπεύθυνος εκπρόσωπος για τις νήσους Turcs, χρησιμοποιήθηκε ως ο αποδιοπομπαίος τράγος από τον νεοαφιχθέντα Διοικητή Shirley "ο οποίος ήταν αποφασισμένος να εδραιώσει τη θέση του, ευνοώντας τους ανωτέρους του στο Λονδίνο για τους ντόπιους κατοίκους." Οι ενέργειες αυτές του Διοικητή Shirley, άθελά του, οδήγησαν σε μια νέα επανεκτίμηση του νομοθετικού πλαισίου και των συνήθων πρακτικών στις Δυτικές Ινδίες. Το εμπόριο συνεχίστηκε, όπως και πριν, παρά τις συχνές πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των ηγέτιδων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η εξέλιξή του ανταποκρινόταν στις ανάγκες των καιρών και επέτρεπε στους αποίκους να έχουν μια καλή ποιότητα ζωής.
Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η άνθιση της οικονομίας στην Βρετανική Βόρεια Αμερική κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα οφειλόταν λιγότερο στο λαθρεμπόριο και περισσότερο στην άνοδο της βρετανικής κατασκευαστικής δραστηριότητας και του εμπορίου. Ο Allan Gallay διαφωνεί με τις θέσεις του John McCusker και του Russell Menard στο βιβλίο τους Η Οικονομία στη Βρετανική Αμερική, 1607-1789, σημειώνοντας ότι "δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Αμερικανοί επωφελήθηκαν από τον βρετανικό μερκαντιλισμό, ιδίως μέσω της προστασίας της ναυσιπλοΐας και της πολιτικής φύλαξης που ακολούθησαν, αλλά σε ευρεία κλίμακα το λαθρεμπόριο, οι συχνές εκκλήσεις για ρευστό χρήμα και οι πολυμήχανοι τρόποι με τους οποίους οι Αμερικανοί απέφευγαν τους Νόμους Ναυσιπλοΐας απεικονίζουν τη μεγάλη ενέργεια και τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι Αμερικανοί προκειμένου να αποφύγουν τη Βρετανική Νομοθεσία." Κατά την άποψη του Gallay, "η πιο διαδεδομένη μορφή αποικιακής ανυπακοής στους βρετανικούς νόμους εντοπίζεται στο αγαπημένο χόμπι της Αμερικής, το λαθρεμπόριο . . . παρότι είναι δύσκολο να μετρηθεί ποσοτικά, ίσως είναι πιο επικίνδυνο να αποκλειστούν οι εκτιμήσεις της διάστασης του λαθρεμπορίου ή, και ακόμη περισσότερο, την παντελούς αγνόησής του." Στο άρθρο της ανασκόπησής του ο Gallay ασχολείται με την πρωτοποριακή εργασία του McNeil Οι Ατλαντικές Αυτοκρατορίες της Γαλλίας και της Ισπανίας, η οποία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο λαθρεμπόριο κατά μήκος των αποικιών και εξετάζει προσεκτικά "τη μεγάλη διάσταση του παράνομου εμπορίου μεταξύ Τζαμάικα και Κούβας ..."
του Christopher Berg, ιστορικού
μετάφραση: Στεργιανή Παπαλάμπρου