Κατά τους 15ο και 16ο αιώνες, η Ρωσία ήταν ένα οπισθοδρομικό κράτος. Η κατάσταση όμως άρχισε να αλλάζει κατά τη βασιλεία του Πέτρου του Μεγάλου, τσάρου από το 1682.
Ο Πέτρος συνδύαζε ένα γιγαντιαίο σώμα (είχε ύψος μεγαλύτερο από δύο μέτρα) με μία τεράστια περιέργεια. Η σχεδόν παιδική αθωότητά του, όταν προσέγγιζε τα θαύματα της δυτικοευρωπαϊκής επιστήμης και τεχνολογίας, ερχόταν σε αντίθεση με τη δαιμονική οργή με την οποία αντιμετώπιζε οποιαδήποτε αντίδραση στις μεταρρυθμίσεις του. Μπορούσε περιστασιακά να είναι βίαιος και να μαστιγώνει και να εκτελεί προσωπικά τους υφισταμένους του, ενώ άλλες φορές ήταν γοητευτικός και πρόθυμος να μάθει για την αγγλική ναυπηγική και το ολλανδικό εμπόριο. Διοχέτευσε την τεράστια ενεργητικότητά του στον στόχο του, τον εκδυτικισμό της Ρωσίας, άσχετα από το ανθρώπινο κόστος. Δημιούργησε την Αγία Πετρούπολη ως «παράθυρο προς τη Δύση», και στον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο (1700-1721) πολέμησε τη Σουηδία, για την κυριαρχία στη Βαλτική Θάλασσα.
Σουηδία, η μεγαλύτερη δύναμη στον ευρωπαϊκό Βορρά
Η Σουηδία, ένα έθνος με μεγάλη στρατιωτική παράδοση, βρήκε μετά το 1697 στο πρόσωπο του Καρόλου ΙΒ’, του «Σουηδικού Μετεωρίτη», έναν άνδρα αρκετά ισχυρό, ώστε να αντισταθεί στον αναδυόμενο ρωσικό κολοσσό. Ο Κάρολος ήταν στρατηγός με εκπληκτική ικανότητα και ενεργητικότητα, και ταπείνωσε τους Ρώσους σε μια σειρά μαχών, ενώ το 1707 σχεδίασε εισβολή στην επικράτεια του Πέτρου, ώστε να θέσει οριστικό τέλος στις φιλοδοξίες του. Ο τσάρος ένιωθε πάντα δέος για τον νεαρό Σουηδό βασιλιά και ήλπιζε να αξιοποιήσει τον «Στρατηγό Χειμώνα» για να νικήσει τους Σουηδούς, χρησιμοποιώντας ως συμμάχους του «τον χρόνο, τον χώρο, το κρύο και την πείνα». Η στρατιωτική φήμη όμως του Καρόλου ήταν τόσο μεγάλη το 1707, ώστε λίγοι αμφέβαλλαν ότι σύντομα θα επέβαλλε τους όρους του στον Πέτρο.
Ο Κάρολος άρχισε την εισβολή του τον Ιανουάριο του 1708, διασχίζοντας τον Βιστούλα από την Πολωνία με ένα σουηδικό στράτευμα από 24.000 ιππείς και 20.000 πεζούς. Είχε δύο επιλογές: είτε να εκδιώξει τους Ρώσους από τις ακτές της Βαλτικής, είτε να κατευθυνθεί προς τη νότια Ρωσία, για να καταδιώξει και να καταστρέψει τον στρατό του Πέτρου. Ο Κάρολος αποφάσισε το δεύτερο, μια απόφαση που θα του στοίχιζε τον πόλεμο. Τον Ιούλιο του 1708 ήλθε σε συμφωνία με τον Μαζέπα (Mazepa), τον Κοζάκο αταμάνο της Ουκρανίας, βάσει της οποίας η Σουηδία θα εγγυάτο την ουκρανική ανεξαρτησία, ως αντάλλαγμα για την υποστήριξη 30.000 Κοζάκων. Αυτή όμως ήταν μία χίμαιρα: ο Μαζέπα έφερε μαζί του μόλις 1.300 άνδρες, και η πορεία των Σουηδών προς τον νότο, τους οδηγούσε όλο και πιο μακριά από τη βάση ανεφοδιασμού τους στην Πολωνία.
Η πρώτη ήττα
Η εμμονή του Καρόλου να ακολουθεί τους Ρώσους οπουδήποτε κατευθύνονταν, τον ώθησε ακόμη και να αρνηθεί να περιμένει μία φάλαγγα ανεφοδιασμού με 11.000 άνδρες υπό τον στρατηγό – κόμη Άνταμ Λούντβιχ Λέβενχαουπτ (Adam Ludwig Lewenhaupt), ο οποίος είχε ξεκινήσει από τη Ρίγα, στην ακτή της Βαλτικής. Αν και οι στρατηγοί του τον συμβούλεψαν να μεριμνήσει για τον εφοδιασμό του, ο Κάρολος προτίμησε να προελάσει ριψοκίνδυνα για να συναντήσει το πεπρωμένο του, διατάσσοντας τον Λέβενχαουπτ να τον ακολουθήσει στην Ουκρανία (μια διαταγή θανάτου για τον Λέβενχαουπτ, αφού μεταξύ τους παρεμβαλλόταν μία μεγάλη ρωσική στρατιά). Στις 9 Οκτωβρίου, ο Λέβενχαουπτ αποκόπηκε στη Λεσνάγια (Lesnaya) από τους Ρώσους χάνοντας το πυροβολικό του, τις άμαξες πυρομαχικών και τις περισσότερες από τις προμήθειες τροφίμων που μετέφερε. Κατόρθωσε, όμως, να διασπάσει τον κλοιό και να συναντήσει τον Κάρολο μετά από 12 ημέρες, με μόλις 6.000 άνδρες.
Η εμμονή του Καρόλου
Μετά από αυτή την καταστροφή, οι υπόλοιποι Σουηδοί στρατηγοί πείσθηκαν πως η υποχώρηση στην Πολωνία ήταν η μοναδική ασφαλής λύση που απέμενε, αλλά για μία ακόμη φορά ο Κάρολος την απέρριψε, επιμένοντας να περάσει τον χειμώνα του 1708 (πιθανώς τον πιο κρύο που έχει καταγραφεί στην Ευρώπη) στη Ρωσία. Ο καιρός ήταν τόσο δυσμενής, ώστε η Βαλτική Θάλασσα πάγωσε, όπως επίσης και τα κανάλια της Βενετίας, ενώ στην Ουκρανία τα πουλιά πάγωναν στον γκρίζο ουρανό και έπεφταν στο έδαφος. Τρεις χιλιάδες Σουηδοί πέθαναν από το κρύο, ενώ χιλιάδες άλλοι έμειναν ανάπηροι από κρυοπαγήματα.
Τίποτε όμως δεν αποθάρρυνε τον Κάρολο. Το Φεβρουάριο του 1709 νίκησε κοντά στο Χάρκοβο 7.000 Ρώσους, διαθέτοντας μόλις 400 στρατιώτες, ενώ σε άλλη μάχη νίκησε ακόμη 5.000 με 300 άνδρες. Η φήμη του ενέπνεε τους στρατιώτες του να κερδίζουν τέτοιες απίστευτες νίκες. Σε μια επιστολή του προς την Πολωνία, ανέφερε ψευδώς πως ο στρατός του βρισκόταν σε άριστη κατάσταση. Ο πρωθυπουργός του, ο κόμης Πίπερ, δήλωσε όμως πως ο στρατός του βρισκόταν σε «απερίγραπτα λυπηρή κατάσταση». Από τους 40.000 που είχε αρχικά, διέθετε πλέον λιγότερους από 20.000, συμπεριλαμβανομένων των αναπήρων. Από το πυροβολικό του είχαν απομείνει μόνο 34 κανόνια και πολύ λίγη πυρίτιδα. Και όμως, ο Κάρολος ήταν πεπεισμένος πως όταν θα αντιμετώπιζε τον Πέτρο, τα πάντα θα άλλαζαν, αν φυσικά μπορούσε να πείσει τους Ρώσους να σταθούν και να δώσουν μάχη.
Πολτάβα
Τον Ιούνιο του 1709, οι Σουηδοί άρχισαν να πολιορκούν την Πολτάβα, ελπίζοντας να παρασύρουν σε μάχη τον στρατό του Πέτρου που θα έσπευδε να άρει την πολιορκία. Κατά τη διάρκεια μιας αψιμαχίας στον ποταμό Βόρσκλα (Vorskla), ο Κάρολος τραυματίσθηκε στο πόδι. Το τραύμα αποδείχθηκε πολύ σοβαρό και προκάλεσε πυρετό στον βασιλιά, ο οποίος έπεσε σε κώμα. Τη διοίκηση ανέλαβε ο στρατάρχης Καρλ Γκούσταβ Ρένσκελντ (Karl Gustav Rehnskiold) αλλά, παρά το γεγονός πως ήταν ικανός, δεν ενέπνεε τον τρόμο στους Ρώσους, όπως ο βασιλιάς του, oύτε η ηγεσία του ήταν αδιαμφισβήτητη, αφού συχνά ξεσπούσαν φιλονικίες με τον υποδιοικητή του, στρατηγό Λέβενχαουπτ, και τον πρωθυπουργό κόμη Πίπερ.
Από το φορείο του, ο Κάρολος εξέταζε με τον Ρένσκελντ ένα σχέδιο επίθεσης εναντίον των 40.000 στρατιωτών του Πέτρου, που βρίσκονταν σ’ ένα οχυρωμένο στρατόπεδο κοντά στην Πολτάβα. Αριθμητικά, οι Σουηδοί μειονεκτούσαν πολύ έναντι των Ρώσων, ίσως περισσότερο από 2 προς 1, ο Κάρολος όμως πίστευε πως το υψηλό ηθικό τους και η ιστορία των νικών τους επαρκούσαν για να αντιστρέψει την κατάσταση. Ωστόσο, ο Πέτρος δεν ήταν πια ο ίδιος ηγέτης που είχε επιτρέψει σε 8.000 Σουηδούς να νικήσουν τους 40.000 άνδρες του στη Νάρβα το 1700. Είχε διδαχθεί από τα στρατιωτικά παθήματά του, καθώς οι Σουηδοί ήταν καλοί δάσκαλοί του. Για να υπερασπισθεί τις προσβάσεις προς το στρατόπεδό του, είχε ετοιμάσει μία ισχυρή γραμμή από έξι οχυρά με μέτωπο προς τους Σουηδούς. Αυτά θα έπρεπε να καταληφθούν από τον εχθρό, προκειμένου να φθάσει στο ρωσικό στρατόπεδο. Ο Ρένσκελντ το γνώριζε αυτό, αλλά ήλπιζε να τα παρακάμψει με μία μυστική νυκτερινή επίθεση.
Η μάχη
Καθώς το σκοτάδι στη Ρωσία πέφτει αργά το καλοκαίρι, οι Σουηδοί άρχισαν να κινούνται προς τα σημεία εκκίνησης μόλις στις 11 το βράδυ της 27ης Ιουνίου, τοποθετώντας ένα άχυρο στα καπέλα τους, ως σημείο αναγνώρισης κατά τη διάρκεια της μάχης. Ενώ τα σουηδικά συντάγματα αναμιγνύονταν στο αφέγγαρο σκότος, από τα γειτονικά ρωσικά οχυρά ακουγόταν ο ήχος σφυριών. Το στοιχείο του αιφνιδιασμού ήταν ζωτικό για τους Σουηδούς, είχαν όμως εντοπισθεί. Ο Ρένσκελντ κάλπασε μόνος του προς τις εμπροσθοφυλακές και διαπίστωσε πως οι Ρώσοι είχαν κατασκευάσει μία νέα γραμμή οχυρών, συνδεδεμένων με τα έξι υπάρχοντα, ώστε να σχηματίζεται μια σφήνα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περισσότερο όταν οι Ρώσοι σκαπανείς εντόπισαν τους Σουηδούς και άνοιξαν πυρ. Το στοιχείο του αιφνιδιασμού είχε χαθεί.
Με τις πρώτες ακτίνες του ηλίου, οι 7.000 κυανοχίτωνες Σουηδοί πεζοί άρχισαν να βαδίζουν προς τα ρωσικά οχυρά. Στο κέντρο, το σύνταγμα Νταλεκάρλιαν (Dalecarlian) κατέλαβε το πρώτο οχυρό, ενώ ο στρατηγός Στάκελμπεργκ και το σύνταγμα των Δυτικών Βοθνίων κατέλαβαν το δεύτερο. Ωστόσο, οι Ρώσοι υπερασπίσθηκαν σθεναρά το τρίτο και το τέταρτο οχυρό και σύντομα τα έξι σουηδικά τάγματα πεζικού του Ρόος ενεπλάκησαν σε αυτά, ενώ ο υπόλοιπος στρατός συνέχισε να προελαύνει.
Την ίδια ώρα, ο Ρώσος στρατηγός Μένσικωφ εξαπέλυσε μία μαζική επίθεση ιππικού, την οποία ο Ρένσκελντ αντιμετώπισε με τις δικές του ίλες. Σύντομα, 20.000 ιππείς και από τις δύο πλευρές, ενεπλάκησαν σε μια άγρια μάχη. Με αυτοπεποίθηση, ο Μένσικωφ κράτησε τη θέση του και έστειλε στον τσάρο 14 σουηδικές σημαίες που κυρίευσε. Ωστόσο, ο Πέτρος είχε χάσει την αυτοπεποίθησή του και διέταξε τον Μένσικωφ να αποχωρήσει.
Έχοντας αποκρούσει το ρωσικό ιππικό, ο Ρένσκελντ διέταξε το σουηδικό πεζικό στα αριστερά να καταλάβει το ανοικτό πεδίο πέρα από τα οχυρά, απέναντι στο στρατόπεδο του Πέτρου. Ο Κάρολος, που μεταφερόταν σε φορείο, ήταν ευχαριστημένος από την ευκολία με την οποία είχε εκτελεσθεί μέχρι εκείνη την ώρα το σχέδιο, αλλά πού βρίσκονταν τα υπόλοιπα 12 τάγματα πεζικού; Μακριά, στο απώτατο δεξί άκρο, έξι τάγματα πεζικού (μόλις 2.400 άνδρες υπό τον ίδιο τον Λέβενχαουπτ) έδιναν τη δική τους μάχη, πραγματοποιώντας επίθεση εναντίον του ρωσικού στρατοπέδου, το οποίο υπερασπίζονταν 40.000 στρατιώτες. Περνώντας μία ρεματιά υπό πυκνό εχθρικό πυρ, ο Λέβενχαουπτ κατέλαβε χωρίς υποστήριξη ιππικού ή πυροβολικού δύο ρωσικά οχυρά και ετοιμαζόταν να επιτεθεί στον νότιο προμαχώνα του ρωσικού στρατοπέδου, όταν έφθασε ένας αγγελιαφόρος από τον Ρένσκελντ με τη διαταγή της αποχώρησης. Έξαλλος με τον Ρένσκελντ, επειδή θεώρησε πως του έκλεβε την ευκαιρία να ολοκληρώσει τη νίκη του, ανασύνταξε πειθήνια τους άνδρες του και βάδισε μέσα από το ανοικτό πεδίο για να ενωθεί με το κυρίως στράτευμα.
Κατά τις 6 το απόγευμα, ο Ρένσκελντ και ο Κάρολος είχαν τοποθετήσει το ιππικό και τα 2/3 του πεζικού απέναντι στα ρωσικά οχυρώματα, αλλά κανείς δεν γνώριζε που βρισκόταν ο Ρόος και τα υπόλοιπα έξι τάγματα. Στην πραγματικότητα, ο Ρόος πραγματοποιούσε ακόμη επίθεση στα ρωσικά οχυρά. Επειδή δεν γνώριζε που βρισκόταν ο υπόλοιπος στρατός, συνέχισε να εκτελεί αυτό που θεωρούσε καθήκον του, δηλαδή να επιτίθεται σε θέσεις χωρίς τακτική σημασία. Κατά τη διάρκεια αυτής της σκληρής μάχης, το σύνταγμα Νταλεκάρλιαν, το καύχημα του Σουηδικού Στρατού, καταστράφηκε και ο Ρόος υπέστη απώλειες σχεδόν 40%, προτού περικυκλωθεί και αναγκασθεί να παραδοθεί.
Το σχέδιο του Πέτρου
Ο Ρένσκελντ είχε δύο εναλλακτικές λύσεις: θα μπορούσε είτε να επιτεθεί στο ρωσικό στρατόπεδο (αν και με σημαντικά μειωμένη δύναμη πεζικού και χωρίς το στοιχείο του αιφνιδιασμού) είτε (η δεύτερη και πιο δυσάρεστη λύση) να επιστρέψει, να προσπαθήσει να σώσει τον Ρόος και να ανασυντάξει τις δυνάμεις του για μία επίθεση στο στρατόπεδο του Πέτρου. Φαίνεται πως ο Κάρολος ήθελε την πρώτη λύση, αλλά ο Ρένσκελντ αποφάσισε να υποχωρήσει. Τη στιγμή που οι Σουηδοί άρχιζαν να υποχωρούν, ο Πέτρος άδραξε την ευκαιρία και διέταξε το πρασινοντυμένο πεζικό του να εξέλθει από το στρατόπεδο σε παράταξη μάχης υπό τον Σερεμέτιεφ και τον πρίγκιπα Ρέπνιν. Στα πλευρά τους βρισκόταν ιππικό: στα δεξιά 18 συντάγματα δραγώνων υπό τον Μπάουερ και αριστερά, τα έξι συντάγματα του Μένσικωφ, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Πέτρος φορώντας τη στολή αξιωματικού του συντάγματος του Νόβγκοροντ. Εξαιτίας αυτής της απειλής, ο Ρένσκελντ έπρεπε να αναστρέψει ολόκληρη τη δύναμή του και να την παρατάξει. Το σουηδικό ιππικό στα αριστερά δυσκολεύθηκε να παραταχθεί στο ελώδες έδαφος και έτσι απέμεινε το αποδεκατισμένο πεζικό του Λέβενχαουπτ (περίπου 5.000 στρατιώτες) για να αντιμετωπίσει την επίθεση 30.000 Ρώσων πεζών με 70 κανόνια.
Υπό τους ήχους τυμπάνων και σε τέλεια παράταξη, οι κυανοχίτωνες Σουηδοί βάδισαν εναντίον των ρωσικών κανονιών, τα οποία ο Σκώτος στρατηγός του Πέτρου, Μπρους, είχε τοποθετήσει ακριβώς απέναντι από το σουηδικό πεζικό. Η μόνη ελπίδα του Λέβενχαουπτ ήταν να καταφέρει ένα δυνατό κτύπημα σ’ ένα σημείο της ρωσικής γραμμής και κατόπιν να προσπαθήσει να πλαγιοκοπήσει την υπόλοιπη με την υποστήριξη του ιππικού του. Οι Σουηδοί βάδισαν δίχως να πυροβολούν, υπό το πυρ του ρωσικού πυροβολικού που αποδεκάτιζε τις γραμμές τους και τις ομοβροντίες των μουσκέτων του ρωσικού πεζικού. Οι Σουηδοί διέσπασαν με τις ξιφολόγχες την πρώτη ρωσική γραμμή, τρέποντας σε φυγή τους στρατιώτες της. Κυρίευσαν ένα κανόνι, το έστρεψαν προς τους Ρώσους και άνοιξαν πυρ. Έχοντας επιτύχει αυτό που φαινόταν ακατόρθωτο, ο Λέβενχαουπτ αναζήτησε με το βλέμμα του το σουηδικό ιππικό, το οποίο θα έπρεπε να ορμήσει και να διευρύνει το ρήγμα, πλαγιοκοπώντας την κλονιζόμενη ρωσική γραμμή. Το ιππικό όμως δεν έφθανε.
Η στιγμή του πανικού στις ρωσικές γραμμές πέρασε και, καθώς ο Λέβενχαουπτ κοίταζε στο αριστερό άκρο του πεζικού του, είδε πως είχε συντριβεί από τη βροχή των οβίδων του ρωσικού πυροβολικού, χάνοντας 50% της δύναμής του προτού καν προσεγγίσει τον εχθρό. Επιπλέον, όσο περισσότερο διείσδυε η δεξιά πτέρυγά του στις ρωσικές μάζες, τόσο περισσότερο περικυκλωνόταν από αυτές. Ο Σουηδικός Στρατός κοβόταν στα δύο και, όταν το ρωσικό πεζικό προέλασε, τα υπολείμματα των Σουηδών τράπηκαν σε φυγή. Ο ίδιος ο Λέβενχαουπτ κάλπαζε παντού, προσπαθώντας να ανασυντάξει τους στρατιώτες του, αλλά η μάχη είχε πια χαθεί. Τελικά, επιτέθηκαν ορισμένες ομάδες ιππέων, όπως οι 50 ιππείς του συντάγματος Νίλαντ (Nyland) υπό τον κόμη Άντερς Τόρστενσον, που κάλπασαν ηρωικά εναντίον του ρωσικού πεζικού, αλλά ήταν πολύ μικρές, και σκοτώθηκαν όλοι.
Η έκβαση της μάχης
Eκείνη την ημέρα η τύχη ήταν σαφώς με το μέρος της Ρωσίας. Ενώ ο Κάρολος ΙΒ΄ μπορούσε μόνο να κοιτάζει στον αέρα ξαπλωμένος στο φορείο του, καθώς 21 από τους 24 σημαιοφόρους του σκοτώθηκαν, ο τσάρος Πέτρος (εμφανής στόχος καθώς ίππευε) επέζησε από τρεις σφαίρες, καθώς η πρώτη βρήκε το καπέλο του, μία άλλη σφηνώθηκε στη σέλλα του αλόγου του, ενώ μία τρίτη εξοστρακίσθηκε από μία αργυρή εικόνα, που ήταν περασμένη με αλυσίδα στον λαιμό του.
Ο Ρένσκελντ, διαπιστώνοντας την καταστροφή, φώναξε στον Πίπερ «όλα χάθηκαν», και κάλπασε στο πυκνότερο σημείο της μάχης, όπου αιχμαλωτίσθηκε. Οι Σουηδοί στρατιώτες ανέβασαν τον βασιλιά τους σ’ ένα άλογο, ενώ το τραύμα του αιμορραγούσε, ώστε να ξεφύγει και να αναζητήσει καταφύγιο στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Την 1η Ιουλίου 1709, ο Λέβενχαουπτ παρέδωσε τα σουηδικά υπολείμματα (περισσότερους από 14.000 αξιωματικούς και στρατιώτες) στον Μένσικωφ, χωρίς να ρίξει ούτε έναν πυροβολισμό. Αυτό ήταν το θλιβερό τέλος ενός στρατού που είχε κυριαρχήσει στα ευρωπαϊκά πεδία μάχης τα προηγούμενα 80 χρόνια.
Επιμύθιο
Η μάχη της Πολτάβας ήταν μία ήττα από την οποία οι Σουηδοί δεν ανέκαμψαν ποτέ. Στο πεδίο της μάχης έμειναν περισσότεροι από 10.000 άνδρες, νεκροί ή τραυματισμένοι, ενώ ο στρατάρχης Ρένσκελντ και ο κόμης Πίπερ αιχμαλωτίσθηκαν μαζί με πέντε ακόμη στρατηγούς. Ο Πέτρος αισθάνθηκε σαν να είχε φύγει ένα μεγάλο βάρος από πάνω του. Δεν θα φοβόταν πια ότι θα μπορούσε να ηττηθεί από τον Κάρολο, με συνέπεια τη διάλυση της χώρας του, για την οποία εργάσθηκε τόσο σκληρά προκειμένου να την εκσυγχρονίσει. Μετά από αναρίθμητες περιπέτειες στην Οθωμανική αυτοκρατορία, ο Κάρολος επέστρεψε στη Σουηδία, αλλά δεν θα διέθετε ποτέ ξανά την προηγούμενη δύναμή του. Τελικά πέθανε στην πολιορκία του Φρέντρικστεν (κοντά στο Φρέντρικσαλ, σημ. Χάλντεν, στη Νορβηγία) το 1718, ένας έξοχος αλλά ασταθής στρατιώτης.
Η Πολτάβα σηματοδότησε μία βασική αλλαγή στην ισορροπία δυνάμεων στη βόρεια Ευρώπη: η παρακμή της Σουηδίας έγινε αμετάκλητη, η άνοδος της Ρωσίας ακατανίκητη. Στη σκηνή του μετά τη μάχη, ο Πέτρος θέλησε να κάνει μία πρόποση προς τους δασκάλους του. Όταν ο στρατάρχης Ρένσκελντ τον ρώτησε ποιοι ήταν αυτοί, ο Πέτρος απάντησε μεγαλόψυχα: «Εσείς είστε, κύριοι».
Βιβλιογραφία
1) C. Duffy: RUSSIA’S ΜILITARY WAY TO THE WEST. ORIGINS AND NATURE OF RUSSIAN MILITARY POWER, 1700-1800, Λονδίνο 1981.
2) P. Englund: THE BATTLE OF POLTAVA. THE BIRTH OF THE RUSSIAN EMPIRE, Λονδίνο 1992.
3) R.I. Frost: THE NORTHERN WARS, 1558-1721, Χάρλοου 2000.
4) R.M. Hatton: CHARLES XII OF SWEDEN, Λονδίνο 1968.
5) R.K. Massie: PETER THE GREAT, HIS LIFE AND WORLD, Λονδίνο 1981.
6) Cyril Falls (επιμ.): GREAT MILITARY BATTLES, Spring Books, Λονδίνο 1969.
7) G. Adlerfelt: THE MILITARY HISTORY OF CHARLES XII, KING OF SWEDEN, WRITTEN BY THE EXPRESS ORDER OF HIS MAJESTY, 3 τ., Λονδίνο 1740.
8) Mykhailo Hrushevskyi: ILLUSTRATED HISTORY OF UKRAINE, Ντονέτσκ 2003.
9) Peter Englund: THE BATTLE THAT SHOOK EUROPE: POLTAVA AND THE BIRTH OF THE RUSSIAN EMPIRE, Λονδίνο 1992.
10) Angus Konstam: POLTAVA 1709, RUSSIA COMES OF AGE, στη σειρά Osprey Campaign Series αρ. 34, Osprey Publishing, 1994.
11) Robert K. Massie: PETER THE GREAT: HIS LIFE AND TIMES Ballantine Books, 1981.