«Οι 'Ελληνες είναι, μαζί με τους Εβραίους, η φυλή εκείνη στον κόσμο που έχει την μεγαλύτερη κλίση προς την πολιτική. Όσο απελπιστική κι αν είναι η κατάστασίς τους, όσο σοβαρός κι αν είναι ο κίνδυνος που διατρέχει η χώρα τους, παραμένουν πάντοτε διηρημένοι σε πολλά κόμματα, με πολυάριθμους ηγέτες που αγωνίζονται μεταξύ τους με πάθος (...) Οι χιλιετηρίδες δεν άλλαξαν τίποτε από τον χαρακτήρα τους, και δεν εμείωσαν σε τίποτε ούτε τις δοκιμασίες τους ούτε την ζωτικότητά τους».
Sir Winston Churchill
Τα γλαφυρά λόγια του Ουίνστον Τσώρτσιλ δεν θα μπορούσαν να αποτελούν καλύτερο πρόλογο για το δράμα που θα ακολουθούσε στην Ελλάδα μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως κάθε δράμα έτσι και το ελληνικό ξεκινά με μια χαρμόσυνη είδηση, την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων από την πρωτεύουσα της χώρας. Μια κίνηση που αποτέλεσε την θρυαλλίδα μιας σειράς πολιτικών γεγονότων με κατακλυσμικές συνέπειες στην νεώτερη ιστορία μας. Κι όμως, οι μέρες εκείνες εορτάστηκαν από το σύνολο του λαού με μοναδική πνοή ενθουσιασμού, χαράς και ομοψυχίας που όμοιά της δεν ξαναείδε το πανελλήνιο. Πριν ακόμα φύγουν οι τελευταίοι Γερμανοί ο λαός της Αθήνας βγήκε στους δρόμους της πόλης γιορτάζοντας τον θάνατο του παλιού κόσμου και την γέννηση ενός νέου, γεμάτος ελπίδα για το μέλλον.
Το διεθνές σκηνικό
Το 1944 ήταν ένα έτος καθοριστικό. O Άξονας βρισκόταν σε διαρκή υποχώρηση. Στις 4 Ιουνίου 1944 τα συμμαχικά στρατεύματα έμπαιναν στη Ρώμη. Δύο μέρες μετά οι Σύμμαχοι αποβιβάζονταν στις ακτές της Νορμανδίας. Στις 22 Ιουνίου ο ρωσικός στρατός συνέτριψε τη γερμανική Ομάδα Στρατειών «Κέντρο» στη Λευκορωσία. Την 1η Αυγούστου ξεσπά η εξέγερση της Βαρσοβίας, ενώ δέκα μέρες αργότερα οι Σύμμαχοι αποβιβάζονται στη Νότια Γαλλία (επιχείρηση "Dragoon"). Στις 25 οι Γερμανοί εγκαταλείπουν το Παρίσι και η 2α Τεθωρακισμένη Μεραρχία των Ελεύθερων Γάλλων εισέρχεται θριαμβευτικά στην πόλη. Την ίδια περίοδο τα φιλοναζιστικά καθεστώτα στην Νοτιοανατολική Ευρώπη αρχίζουν να διαλύονται καθώς ο Κόκκινος Στρατός πλησιάζει ακάθεκτος.
Οι ελληνικές αντιστασιακές δυνάμεις
Στην ελληνική υπόθεση στο μεταξύ, επικρατούσε αρκετός εκνευρισμός σχετικά με το μετακατοχικό καθεστώς. Κανείς δεν αμφισβητούσε ότι η αποχώρηση των Γερμανοβουλγαρικών στρατευμάτων κατοχής ήταν θέμα χρόνου. Οι Γερμανοί επέδραμαν στα Βαλκάνια όχι ως μόνιμοι κατακτητές αλλά για να εξασφαλίσουν τα νώτα τους ενόψει της εκστρατείας τους στη Ρωσία. Με τον Κόκκινο στρατό να εκδιώκει βίαια τα στρατεύματα του Άξονα από την ανατολική Ευρώπη, η παραμονή των Γερμανών στην Ελλάδα και την Γιουγκοσλαβία, ήταν όχι απλώς αναμενόμενη αλλά και επιβεβλημένη.
Το ερώτημα λοιπόν που γενιόταν ήταν ποιός θα επικρατούσε στην χώρα μετά την Κατοχή. Η κυβέρνηση των Αθηνών –απομεινάρι της δικτατορίας του Ι.Μεταξά- είχε διαλυθεί με την είσοδο των Γερμανών στην πρωτεύουσα. Με την επιβολή «ειδικού καθεστώτος» στις 4 Αυγούστου 1936 κάθε πολιτική ομάδα είχε αναγκαστεί σε σιωπή, εξορία ή στην παράνομη δράση. Οι δυνάμεις κατοχής είχαν δημιουργήσει μια κυβέρνηση ανδρεικέλων, όπως σε όλη την Ευρώπη, η οποία εκτός από λαομίσητη δεν αναγνωριζόταν από κανέναν άλλο εκτός από αυτούς. Ταυτόχρονα, οι αντιστασιακές οργανώσεις που είχαν δημιουργηθεί είχαν τη δική τους αντίληψη για το μετακατοχικό καθεστώς.
Το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο-Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΑΜ-ΕΛΑΣ) κυριαρχείτο από το Κομμουνιστικό Κόμμα και απέριπτε την επανενθρόνιση του βασιλέως Γεωργίου Β΄ ενώ συγχρόνως έδειχνε να αμφισβητεί και τη νομιμότητα της κυβέρνησης του Καΐρου. Εξίσου αντιμοναρχική αλλά με έντονα φιλοαγγλικά και αντικομμουνιστικά χαρακτηριστικά, ο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ), η έτερη μεγάλη αντιστασιακή οργάνωση, υπό την ηγεσία του Ναπολέοντα Ζέρβα, απότακτου αξιωματικου του κινήματος του 1935, προσέβλεπε σε μια πιο ισότιμη και δημοκρατικά δίκαιη μεταπολεμική κοινωνία, γεγονός που οδήγησε τόσο τους Άγγλους όσο και τους Γερμανούς να τον προσεγγίσουν ως αντίβαρο στο πολύ ισχυρότερο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Στον αντίποδα των αντιστασιακών οργανώσεων, μια νέα Ελληνική κυβέρνηση, αρχικά με πλειοψηφία βασιλοφρόνων, είχε γεννηθεί στη Μέση Ανατολή υπό την υψηλή προστασία των Βρετανών. Η κυβέρνηση αν και είχε τα χαρακτηριστικά ομάδας ικανής να αναλάβει την διακυβέρνηση μιας ρημαγμένης χώρας στερείτο της άμεσης επαφής με τον λαό ενώ είχε αποδυναμωθεί πολιτικά και διπλωματικά μετά το κίνημα που εκδηλώθηκε στις τάξεις του ναυτικού και του στρατού Μέσης Ανατολής.
Αυτή η πανσπερμία πολιτικών δυνάμεων όφειλε να συντονίσει τις δράσεις της ενόψει της αποχώρησης των Γερμανοβουλγαρικών δυνάμεων κατοχής. Ο κίνδυνος σύγκρουσης ήταν περισσότερο από προφανής: η Ελλάδα σύντομα θα βρισκόταν με τρείς κυβερνήσεις, με διαφορετική προέλευση, συμφέροντα και ισχύ. Το σημαντικότερο όμως, καθεμία από τις τρεις κυβερνήσεις είχε υπό τις διαταγές της ένοπλες δυνάμεις που θα χρησιμοποιούσε καθώς ήταν διαμετρικά αντίθετη στις άλλες δύο. Η φράση «εμφύλιος πόλεμος» άρχισε να λέγεται χαμηλόφωνα στις συνεδριάσεις των τριών συμβουλίων.
Ο δρόμος για την Αθήνα: Βίνιανη-Λίβανος-Καζέρτα
Η πρώτη σημαντική κίνηση για την δημιουργία ενός συλλογικού οργάνου δράσης στον ελληνικό χώρο ήρθε με την σύμπηξη της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) στο χωριό Βίνιανη της Ευρυτανίας στις 10 Μαρτίου 1944, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ αλλά με την συμμετοχή όχι μόνο κομμουνιστών αλλά και του ευρύτερου χώρου της αντίστασης. Η ΠΕΕΑ, που έμεινε στην ιστορία ως «Κυβέρνηση του Βουνού» φιλοδοξούσε να συγκεντρώσει όλες τις διάσπαρτες δυνάμεις των ανταρτών υπό την σκέπη της σε μια πανελλήνια πολιτικο-στρατιωτική αρχή.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση του Καΐρου, πιεζόμενη από τον Τσώρτσιλ να αναλάβει ουσιαστικές πρωτοβουλίες ώστε να κερδίσει την μάχη των εντυπώσεων από το ΕΑΜ, άλλαξε δύο πρωθυπουργούς μέσα σε δύο εβδομάδες προτού καταλήξει στον Γεώργιο Παπανδρέου. Αυτός ανέλαβε την εποπτεία του συνεδρίου του Λιβάνου που με την συμμετοχή πολιτικών από την κατεχόμενη Ελλάδα και εκπροσώπων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ κατέληξε με επιτυχία στην σύσταση κυβέρνησης εθνικής ενότητας στις 17 Μαΐου 1944. Στο Λίβανο αποφασίστηκε η ενοποίηση όλων των ανταρτικών οργανώσεων και η πειθάρχησή τους στην Εθνική Κυβέρνηση, η ανασύνταξη ενόπλων δυνάμεων για την εμπέδωση πνεύματος ασφαλείας και μέριμνα για τον επισιτισμό του πληθυσμού και την ανασυγκρότηση της οικονομίας. Ακόμα θα λαμβάνονταν μέτρα κατά των δοσιλόγων και συνεργατών, ενώ διακηρυσσόταν η θέληση για πλήρη ικανοποίηση όλων των εθνικών δικαίων.
Τα λαμπρά αποτελέσματα του Λιβάνου ήρθε να επαναλάβει η ελληνική κυβέρνηση σε νέα συνάντηση στην Γκαζέρτα της Ιταλίας στις 26 Σεπτεμβρίου αλλά με μεγαλύτερη βρεττανική επιρροή. Ο Βρεττανός στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπυ ορίστηκε ανώτατος διοικητής των συμμαχικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, με εξουσία στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και όλων των σωμάτων ασφαλείας στην χώρα. Οι στρατηγός Σπηλιωτόπουλος και συνταγματάρχης Κατσώτας ορίστηκαν στρατιωτικοί διοικητές Αθηνών και Θεσσαλονίκης αντίστοιχα, ενώ ορίστηκε ότι οι αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ δεν θα εισέρχονταν στους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης. Οι υπουργοί των ΚΚΕ και ΕΑΜ υπέγραψαν αρχικά αλλά μετά αντέδρασαν στα σημεία. Οι εύθραυστες ισορροπίες είχαν αρχίσει να τρίζουν επικίνδυνα.
Εξελίξεις στο εξωτερικό
Η ανταρσία του ελληνικού στρατού και ναυτικού Μέσης Ανατολής και η δημιουργία της ΠΕΕΑ σε συνδυασμό με την σαρωτική προέλαση του κόκκινου στρατού στην ανατολική Ευρώπη και την αντικατάσταση των ναζιστικών καθεστώτων με κυβερνήσεις φιλικές προς τη Μόσχα συνετάραξαν την βρεττανική κυβέρνηση ωθώντας την να λάβει δραστικές πρωτοβουλίες στην Ελληνική υπόθεση. Ο Τσώρτσιλ έβλεπε μια προσπάθεια του Στάλιν να ωθήσει την επιροή της χώρας του μέχρι την καρδιά της Ευρώπης και προσπάθησε να τον ανασχέσει. Αρχικά επιχείρησε να προσεταιριστεί τις ΗΠΑ αλλά ο Ρούζβελτ ήταν απρόθυμος να συμμετάσχει σε διανομές σφαιρών επιροής. Απειλούμενος και απομονωμένος, ο Τσώρτσιλ ενήργησε με το γνωστό του πείσμα. Από τη μία πίεσε τον Παπανδρέου να συνασπίσει κάτω από την κυβέρνησή του «πάση θυσία» τους (παλιούς) πολιτικούς του αντιπάλους και να εισέλθει στην Αθήνα ειρηνικά ως πρωθυπουργός, ενώ από την άλλη έσπευσε να συναντηθεί με τον Στάλιν για να ρυθμίσει τις «σφαίρες συμφερόντων» στα Βαλκάνια. Ταυτόχρονα όμως προετοιμάστηκε και για το ενδεχόμενο στρατιωτικής αντιπαράθεσης με το ΕΑΜ, δεσμεύοντας δυνάμεις από το ιταλικό μέτωπο.
Στις 9 Οκτωβρίου ο Τσώρτσιλ έφτασε στη Μόσχα για συνομιλίες με τον Στάλιν για το μέλλον της νοτιανατολικής Ευρώπης. Ο Βρεττανός πρωθυπουργός είχε αντιληφθεί, ότι ο Ρώσος ηγέτης, χωρίς να προβάλει άμεσες αξιώσεις, χρησιμοποιούσε την δυναμική των κομμουνιστικών κινημάτων στην Γιουγκοσλαβία, την Ρουμανία και την Ελλάδα για να πετύχει δεσπόζουσα θέση στην Βαλκανική χερσόνησο. Ο Τσώρτσιλ έφτασε αποφασισμένος να κάνει ό,τι έκανε κάθε Βρεττανός ηγέτης τα τελευταία τριακόσια χρόνια: να αναχαιτίσει την πορεία της Ρωσίας προς τη Μεσόγειο. Οι συνομιλίες μεταξύ των δύο μεγαλύτερων ρεαλιστών πολιτικών του Β΄Π.Π. κατέληξαν σε αυτό που η ιστορία ονόμασε «συμφωνία των ποσοστών». Ο Τσώρτσιλ είπε «Ας τακτοποιήσουμε τις υποθέσεις μας στα Βαλκάνια (...) ας αποφύγουμε τις παρεξηγήσεις σε ζητήματα ήσσονος σημασίας. Σε ό,τι αφορά τη Βρεττανία και τη Ρωσία, τι θα λέγατε αν εσείς εξασφαλίζατε το 90% της κυριαρχίας στη Ρουμανία, εμείς το 90% της κυριαρχίας στην Ελλάδα και μοιράζαμε εξίσου την Γιουγκοσλαβία;» Ο Στάλιν κοίταξε το χαρτί που ο ομόλογός του σημείωσε πρόχειρα τα «ποσοστά» και του τράβηξε μια μονοκονδυλιά. Η διανομή των Βαλκανίων ήταν γεγονός (!).
Κινήσεις των Γερμανών στην Αθήνα
Παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές, στην Αθήνα, μεγάλη κινητικότητα παρατηρείτο από τους Γερμανούς ενόψει της απαγκίστρωσής τους από τη Βαλκανική. Μέριμνα των Γερμανών στρατιωτικών ήταν να αποσυρθούν οι δυνάμεις τους από την Ελλάδα και στη συνέχεια από την Γιουγκοσλαβία γρήγορα, εύκολα και χωρίς απώλειες από ανταρτική δράση εναντίον τους.
Τον Σεπτέμβριο, οι αρχές του γερμανικού στρατού κατοχής στην Αθήνα πραγματοποίησαν επαφές με μια σειρά Ελλήνων πολιτικών και θεσμικών αρχόντων. Με τη μεσολάβηση πρακτόρων των γερμανικών αρχών (αναφέρεται το όνομα Ρόλαν Χάμπε) ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής Ελλάδος, πτέραρχος Χέλμουτ Φέλμυ (General der Flieger Helmuth Felmy) προσέγγισε τον Θεμιστοκλή Σοφούλη για να προετοιμάσει μια συννενόηση με την κυβέρνηση Παπανδρέου. Ο Σοφούλης παρέπεμψε τον Φέλμυ στον αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό, ως άνθρωπο με κύρος στον πληθυσμό και επαφές με παράγοντες τόσο μεταξύ Γερμανών, όσο και Ελλήνων και Άγγλων. Στις επαφές του με τον Δαμασκηνό, ο μετριοπαθής Φέλμυ, αφού διαπραγματεύτηκε επιδέξια την απελευθέρωση των κρατουμένων του στρατοπέδου Χαϊδαρίου –την τελευταία στιγμή πριν ο στρατηγός των Ες Ες Βάλτερ Σιμάνα (SS-Gruppenführer und Generalleutnant der Waffen-SS Walter Schimana) τους εκτελέσει μαζικά- με αντάλλαγμα το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων, στη συνέχεια ζήτησε να επιδείξουν οι αντιστασιακές ομάδες «λογική στάση» προς τα υποχωρούντα στρατεύματα ως ανταπόδοση στο να μην καταστρέψουν οι τελευταίες τις αστικές υποδομές Αθηνών και Πειραιώς. Οι Γερμανοί προσέγγισαν κι άλλους Έλληνες πολιτικούς, όπως τον στρατηγό Πάγκαλο, γνωστό για τα αντικομμουνιστικά του αισθήματα, καθώς και εκπροσώπους του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ για να εξασφαλίσουν την ουδετερότητά τους.
Οι Γερμανοί αξιωματούχοι επέδειξαν εξαιρετικές διαπραγματευτικές ικανότητες στις επαφές τους, χρησιμοποιώντας από τη μία τα Ες Ες του σκληροπυρηνικού Σιμάνα ως φόβητρο και κατορθώνοντας να αποσπούν σε σύντομο χρόνο μεγάλες παραχωρήσεις έναντι ανταλλαγμάτων που ούτως ή άλλως θα εκχωρούσαν. Έτσι, αφού απελευθέρωσαν τους πολιτικούς κρατουμένους του Χαϊδαρίου, διέρευσαν τη φήμη ότι θα ανατίναζαν τις λιμενικές εγκαταστάσεις Πειραιώς, το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας, το αεροδρόμιο του Ελληνικού και το φράγμα του Μαραθώνα. Οι φήμες δημιούργησαν μεγάλη ανησυχία στον πληθυσμό και ώθησαν τους Έλληνες αξιωματούχους να επιδιώξουν μεγαλύτερο άνοιγμα των συνομιλιών. Αν και δεν προκύπτει άμεσα από τις ιστορικές πηγές, στο σημείο αυτό φαίνεται ότι καθιερώθηκε απευθείας συνεννόηση μεταξύ των Γερμανικών αρχών κατοχής και Βρετανών, που οδήγησε σε μια «συμφωνία κυρίων» (gentlemen's agreement). Με αυτήν οι γερμανικές φρουρές αποσύρθηκαν από τα νησιά του Αιγαίου και την Πελοπόννησο με τάξη και χωρίς την παρενόχληση του βρετανικού στόλου και της αεροπορίας. Από την άλλη, οι καταστροφές των υποδομών που θα διέκοπταν τον ευαίσθητο επισιτισμό των Αθηνών (και όχι μόνον) δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ.
Η «συμφωνία κυρίων» υπήρξε ένα από τα αινίγματα του πολέμου στην Ελλάδα και παρόλο που οι πηγές του ΕΑΜ την θεωρούν δεδομένη και προδοτική, ποτέ δεν επαληθεύτηκε ούτε από τα βρετανικά ούτε από τα γερμανικά αρχεία. Πέραν της πρωτοφανούς «ολιγωρίας» των βρεττανικών στρατιωτικών δυνάμεων, η μόνη πηγή αναφοράς έρχεται από το στόμα του Υπουργού Εξοπλισμών και Πολεμικής Παραγωγής του Γ΄Ράιχ Άλμπερτ Σπέερ (Albert Speer) σε συνέντευξή του στον Β.Μαθιόπουλο μετά τον πόλεμο («Το Βήμα» 1977). Σε αυτήν, ο ίδιος δηλώνει αυτήκοος μάρτυς συνομιλίας ανώτατου Γερμανού στρατιωτικού ότι είχε επέλθει συμφωνία με τους Βρεττανούς μέσω πρακτόρων στη Λισσαβόνα. Βάσει αυτής, οι Βρεττανοί δεν θα ανέκοπταν την αποχώρηση των Γερμανών, ενώ οι τελευταίοι δεν θα εγκατέλειπαν την Θεσσαλονίκη στους Βουλγάρους, που από αρχές Σεπτεμβρίου είχαν αλλάξει στρατόπεδο. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι οι Γερμανοί θέλησαν να καλύψουν κάθε πιθανή εκδοχή στο θολό τοπίο των εύθραυστων συμμαχιών του 1944.
Αγώνας δρόμου για την Αθήνα
Στις 4 Οκτωβρίου οι Γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να εκκενώνουν τις απομακρυσμένες φρουρές τους. Την ίδια μέρα οι πρώτοι Βρεττανοί αλεξιπτωτιστές έπεσαν στην Πάτρα ενώ τμήματα του ΕΛΑΣ άρχισαν να θέτουν σε εφαρμογή το σχέδιο «Κιβωτός» του Συμμαχικού Στρατηγείου (τήρηση της τάξης-αποτροπή δολιοφθορών-ένταση της πίεσης προς τον εχθρό).
Στην Αθήνα, ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου πλήθη λαού αρχίζουν να συγκεντρώνονται σε διάφορα σημεία της πόλης ενώ ογκώδη συλλαλητήρια οργανώνονταν από τον ΕΑΜ. Όσο η μέρα πλησίαζε, η ατμόσφαιρα ηλεκτριζόταν όλο και περισσότερο. Διάχυτη ήταν η πεποίθεση ότι η ώρα της απελευθέρωσης ήταν κοντά. Κανείς όμως δεν ήταν βέβαιος για το τί θα επακολουθούσε. Πολλά μέλη του ΕΑΜ πίστευαν ότι η παράταξή τους είχε τη δύναμη να καταλάβει την εξουσία μόνη της. Και όχι άδικα. Στις 6 Οκτωβρίου ο «Ριζοσπάστης» καλεί όλους τους πατριώτες να δείξουν «πειθαρχία και πνεύμα θυσίας», διότι η εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ομαλής πολιτικής ζωής αποτελεί εθνική επιταγή. Την ίδια ώρα, η ηγεσία της «Κυβέρνησης του Βουνού» άρχισε την πορεία της με κάθε μέσο, πεζή ή έφιπποι, προς την πρωτεύουσα: Φουρνά Ευρυτανίας, Καρπενήσι, Αλαμάνα, Μαλαντρινό, Γαλαξίδι και από εκεί, με καΐκι του ΕΛΑΝ, έφτασαν νύχτα στο Πόρτο Γερμενό και στη συνέχεια με καμιόνι μέσω Μεγάρων στην Ελευσίνα.
Στις 12 Οκτωβρίου 1944 η γερμανική σημαία υποστέλλεται από τον βράχο της Ακροπόλεως για τελευταία φορά μετά από τριάμισι χρόνια. Ένας αξιωματικός καταθέτει στεφάνι στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη το οποίο ποδοπατείται και κατασκίζεται από τον κόσμο λίγο μετά. Την προηγούμενη μέρα η Αθήνα έχει κηρυχθεί «ανοχύρωτη Πόλη». Τμήμα στρατιωτών πρόλαβε να ανατινάξει την προβλήτα του Πειραιά αλλά όχι τους Μύλους Αγίου Γεωργίου, που γλύτωσαν. Στις 11:00 κι ενώ μεγάλες ομάδες πολιτών συγκεντρώνονται σε κεντρικά σημεία της πόλης, απόσπασμα 60 περίπου Γερμανών επιχειρεί να ανατινάξει τον Ηλεκτρικό σταθμό στο Κερατσίνι. Το τμήμα ενεπλάκη σε δίωρη μάχη με τους οπλισμένους εργάτες του σταθμού, ομάδα 35 αστυνομικών και μονάδα του ΕΛΑΣ Αθηνών και διαλύεται με απώλειες 10 νεκρών και 15 τραυματιών. Οι Γερμανοί δεν ενίσχυσαν τους άνδρες τους ούτε επέμειναν ιδιαίτερα. Στρατός που υποχωρεί, άλλωστε, δεν εμπλέκεται σε περιπέτειες. Στο κέντρο οι διαδηλώσεις πυκνώνουν οργανωμένες και κατευθυνόμενες από τις «ακτίδες», τις οργανώσεις συνοικιών του ΚΚΕ.
Στις 16 Οκτωβρίου οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης του Βουνού μπήκαν στην Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στα γραφεία της "Kommandantur"στην οδό Σίνα. Παντού επικρατεί γενικός ενθουσιασμός, μεγάλοι σημαιοστολισμοί και συγκεντρώσεις, όπου επικρατούν συνθήματα όπως, «Ελευθερία», «Λαοκρατία» και «Τιμωρία των προδοτών». Άνθρωποι κάθε ηλικίας και κάθε τάξης διαδηλώνουν τη χαρά της ελευθερίας που στερήθηκαν για τόσον καιρό. Το κλίμα τρομοκρατίας, η πείνα, η φτώχεια και κυρίως ο πληγωμένος εγωισμός του Έλληνα βρήκε επιτέλους διέξοδο και θέλησε να το μοιραστεί με όλους, σε μια σπάνια πραγματικά επίδειξη ομοψυχίας. Την επόμενη μέρα, έφτασε με το «Αβέρωφ» από τον Πόρο και η εξόριστη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου θα υψώσει την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και μετά την πανηγυρική δοξολογία θα εκφωνίσει λόγο υπέρ της ομόνοιας και της εθνικής συνεννόησης και αποκατάστασης επαναλαμβάνοντας όσα υπογράφηκαν στο Λίβανο.
Ομοψυχία, ελπίδα, χαρά και δύναμη: η απελευθέρωση της Αθήνας είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας επετείου παλιγεννεσίας αν δεν την θεωρούσαμε μέσα από τον παραμορφωτικό φακό των Δεκεμβριανών και του Εμφυλίου. Αν και όπως είπαμε οι φόβοι και η αμοιβαία καχυποψία υπήρχαν εξαρχής ανάμεσα στα αντίπαλα μέρη, τα αισθήματα που απελευθέρωσε το πρωινό της 12 Οκτωβρίου ήταν ικανό να τα γιατρέψει, αν το θέλαμε. Ακόμα και ο πάνοπλος ΕΛΑΣ, παρά το ότι «παλλόταν» από την επιθυμία να αρπάξει στα χέρια του το δώρο της ανοχύρωτης Αθήνας-και μαζί της Ελλάδος-δεν το έπραξε. Η ηγεσία του έμεινε πιστή στο κείμενο του Λιβάνου και η τάξη που τηρήθηκε στο εσωτερικό από τα όργανα του ΕΑΜ ήταν υποδειγματική. Για λίγες έστω μέρες οι Έλληνες έζησαν το όνειρο της ελευθερίας και της ομόνοιας όπως λίγες φορές στην μακρά ιστορία τους. Τα σύννεφα όμως θα πύκνωναν γρήγορα. Ο Δεκέμβρης ήταν κοντά.
Βιβλιογραφία:
1) Τσώρτσιλ, Ουΐνστον: "Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος" Τόμος 6ος (Η εκστρατεία της Ιταλίας-Το Κασίνο-Το τέλος της αφηγήσεώς μου), μτφ Α.Σαμαράκη, Εκδ. Ελληνική Μορφωτική Εστία-ΑΘΗΝΑ
2) Χάρτ, Σερ Μπάζιλ Λίντελ: "Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου", τόμος 2ος, εκδ. Α.Καροβία-ΑΘΗΝΑ 1977
3) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΣΤ΄, «Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση», σ.96 κ.ε. , Εκδοτική Αθηνών, ΑΘΗΝΑ 1978
4) Κοραντή, Αντωνίου Ι. "Τεχεράνη-Γιάλτα-Πότσδαμ (1943-1944-1945)", Βιβλιοπωλείο της Εστίας-ΑΘΗΝΑ
5) Κατσώτα, Παυσανία: "Η Δεκαετία 1940-1950", ΑΘΗΝΑ 1981
6) Ρούσου, Πέτρου: "Η Μεγάλη Πενταετία 1940-1945, η εθνική αντίσταση και ο ρόλος του ΚΚΕ", τόμος 2ος-Βιβλία Δ΄ & Ε΄Η απελευθέρωση και η βρετανική επέμβαση, 3η Έκδοση ΑΘΗΝΑ 1986
7) Μπαρτζιώτα, Βασίλη Γ.: "Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα", εκδ. Σύγχρονη Εποχή-ΑΘΗΝΑ 1984
8) "ΕΑΜ-Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ): ΛΕΥΚΗ ΒΙΒΛΟΣ Μάης 1944-Μάρτης 1945", Τρίκαλα 1η Φλεβάρη 1945-Ανατύπωση Εκδ. Κλεψύδρα ΑΘΗΝΑ 1975
9) Στρατηγού Σαράφη, Στεφ.: "ΑΠΑΝΤΑ-Ο ΕΛΑΣ", τόμος Α΄, εκδ. Σύχρονο Βιβλίο-ΑΘΗΝΑ 1964
10) Μακρή, Ορέστη: "Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας, άνεμος ελευθερίας στις ανατολικές και δυτικές συνοικίες 1941-1945", Χρονικό, εκδ. Σύγχρονη Εποχή-ΑΘΗΝΑ 1985
11) Στρατιωτική Ιστορία-ΣΕΙΡΑ Μεγάλες Μάχες: "Η Μάχη των Αθηνών 1944-Ο Ματωμένος Δεκέμβριος" (κεφ. 1ο Η Μάχη των Αθηνών, Θ. Δημόπουλος), εκδ. Περισκόπιο-ΑΘΗΝΑ 2008
12) "12 Οκτωβρίου 1944: Η Μεγάλη Μέρα" (50 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας), Αρχείο εφημ. Καθημερινή-Ένθετο «Επτά Ημέρες» φ. 9/10/1994, επιμέλεια Κ. Βατικιώτης, ΑΘΗΝΑ